Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους καμία άλλη χώρα της ευρωζώνης δεν βρίσκεται σε ύφεση και σε μνημόνιο (με εξαίρεση την ιδιαίτερη περίπτωση της Κύπρου που οδεύει ολοταχώς στην έξοδο από την κρίση) είναι ότι εκεί υπήρξε πολιτική συναίνεση στα βασικά. Οταν ανέκυψε σοβαρό πρόβλημα δανεισμού από τις αγορές, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τα μεγάλα κόμματα συνεννοήθηκαν προκειμένου να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις αποτροπής ενός εθνικού αδιεξόδου. Τώρα, η Ιρλανδία, για παράδειγμα, είναι σε θέση να ανακοινώνει αυξήσεις μισθών των δημοσίων υπαλλήλων προκειμένου να κλείσουν κάποια από τα τραύματα που άνοιξαν στο σώμα της μεσαίας τάξης στη διάρκεια της κρίσης.
Επομένως, ο πρωθυπουργός, αντί να διδάσκει τις ηγεσίες της ΕΕ πολιτική και οικονομική σκέψη, χρήσιμο θα ήταν να αναζητήσει και να αναγνωρίσει τις αιτίες της ελληνικής υστέρησης και να εργαστεί για τη δημιουργία κλίματος και συνθηκών εθνικής συνεννόησης. Αν συγκροτηθεί ένα ισχυρό εσωτερικό μέτωπο, η διαπραγματευτική θέση της χώρας θα βελτιωθεί εντυπωσιακά και η δυσπιστία των εταίρων απέναντι στις ελληνικές προθέσεις θα αμβλυνθεί.
Ο κ. Τσίπρας έχει μόνο να κερδίσει εγκαταλείποντας τους μικροκομματικούς υπολογισμούς και τη διχαστική ρητορεία. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι έχει να κερδίσει η χώρα, ο λαός και η νέα γενιά που έχασε το δικαίωμα να σχεδιάζει την πρόοδό της.