Η χώρα βιώνει μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της που χαρακτηρίζεται από παρατεταμένη ακυβερνησία και παράλυση του κράτους, ενώ συνεχίζεται η κατάρρευση της πραγματικής οικονομίας, η συρρίκνωση των εισοδημάτων και η εκτόξευση της ανεργίας. Παράλληλα, το διεθνές κύρος της χώρας έχει καταρρακωθεί και οι σχέσεις μας με τους ευρωπαίους εταίρους μας οδηγούνται στα άκρα.
Τα συσσωρευμένα προβλήματα είναι πλέον τεράστια, γιατί συνδέονται με την κατάρρευση των μύθων του πλούσιου υπερδιογκωμένου κράτους, της οικονομίας των δανεικών, του εύκολου δανεισμού από τις διεθνείς αγορές οι οποίες έχουν πλέον κλείσει ερμητικά τις πόρτες, της αγοράς των ακινήτων που στήριζε πολλούς παραγωγικούς και τεχνικούς κλάδους και αποτελούσε το βασικό οικονομικό απόθεμα της ελληνικής κοινωνίας.
Το ζητούμενο για μας σήμερα είναι η προγραμματική ανασυγκρότηση της σοσιαλδημοκρατικής – κεντροαριστερής παράταξης, απέναντι στο δεξιό και αριστερό λαϊκισμό και τις συντηρητικές δυνάμεις και πολιτικές.
Ο διάλογος για τη διαμόρφωση μια αξιόπιστης απάντησης διεξόδου από την κρίση θα πρέπει να ξεκινήσει από μια συμφωνία σε βασικές θέσεις και αρχές.
Πρώτο, θα πρέπει να χτίσουμε μια νέα σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αλήθειας μεταξύ κράτους, πολιτικής και κοινωνίας και να σπάσουμε ορισμένα στερεότυπα και στρεβλώσεις που επέφερε ο λαϊκισμός και η πελατειακή λογική όλα αυτά τα χρόνια. Από τα θεσμοθετημένα προνόμια του πολιτικού προσωπικού, μέχρι τα ποικίλα κακώς εννοούμενα «κεκτημένα δικαιώματα» επιμέρους κοινωνικών κατηγοριών. Από τις συμπεριφορές διαπλοκής, διαφθοράς και ανομίας (και δε μιλάμε μόνο για τις ανομίες τύπου μαϊμού συντάξεων) μέχρι την έλλειψη ορθολογισμού, αξιολόγησης, έλεγχου και λογοδοσίας στη διαχείριση του δημόσιου χρήματος από το κεντρικό κράτος, αλλά και από τους επιδοτούμενους με λεφτά των φορολογουμένων οργανισμούς, δήμους, ασφαλιστικά ταμεία, νοσοκομεία, ΑΕΙ κλπ. Από τον ρόλο του κράτους στην οικονομία και την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας που λιμνάζει και καταπατείται, μέχρι την εχθρότητα απέναντι στην υγιή επιχειρηματικότητα.
Δεύτερο, να συμφωνήσουμε ότι η ισοπέδωση της μεταπολιτευτικής περιόδου δεν ισχύει. Δεν ήταν όλες οι κυβερνήσεις ίδιες, εξωραΐζοντας έτσι ακόμη και την κυβέρνηση Καραμανλή, ιδιαίτερα της περιόδου 2007-09 που έδωσε το τελειωτικό χτύπημα σε μια εύθραυστη οικονομία με έλλειμμα 36 δισεκ. μόνο για το 2009.
Τρίτο, δεν ξεκινάμε από το μηδέν. Δεν είναι η Ελλάδα στο ίδιο επίπεδο σήμερα και το 1974, αγνοώντας τη βελτίωση στο βιοτικό επίπεδο, τις δημόσιες και κοινωνικές υποδομές, το ισχυρό νόμισμα κλπ. Ούτε το ότι δεν παράγουμε τίποτα όπως ακούμε συχνά να λένε οι τηλεπαρουσιαστές και πολλοί πολιτικοί όταν, παρά τα προβλήματα, μόνο οι εξαγωγές είναι 45 δισεκ. ευρώ το χρόνο και αντέχουν ακόμη ισχυρά παραγωγικά συστήματα στον πρωτογενή τομέα, στη μεταποίηση, στον ορυκτό πλούτο, στην έρευνα, στην ενέργεια, στον τουρισμό, στη ναυτιλία, στις μεταφορές. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι στοχευμένες πολιτικές ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας στους τομείς αυτούς, αλλά και σε νέους που μπαίνουν δυναμικά στο προσκήνιο, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το διαμετακομιστικό εμπόριο, ο θεματικός τουρισμός, οι νέες υπηρεσίες, οι νέες τεχνολογίες επικοινωνίας, πληροφορικής και διαδικτύου.
Τέταρτο, ότι η βασική πηγή χρηματοδότησης της ανάπτυξης είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Πέρα από τα δάνεια χρηματοοικονομικής στήριξης των 240 δισεκ. ευρώ, έχουμε το ΕΣΠΑ, το νέο ΕΣΠΑ 2014-20, τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης, τις χρηματοδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, τη στήριξη της ρευστότητας των τραπεζών και τα αναπτυξιακά Ευρωομόλογα που σχεδιάζονται. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι χωρίς δημόσιες επενδύσεις και προγράμματα στήριξης της επιχειρηματικότητας που κυρίως χρηματοδοτούνται από την ΕΕ, δεν θα έρθει η ανάπτυξη. Οι ιδιώτες και ιδίως οι ξένοι επενδυτές έχουν διαγράψει προ πολλού από τα επενδυτικά τους σχέδια την Ελλάδα, λόγω του φόβου της χρεοκοπίας και της εξόδου από το Ευρώ.
Πέμπτο, να βρούμε λύσεις επί της ουσίας των προβλημάτων που ξεπερνούν το δίλημμα μνημόνιο-αντιμνημόνιο. Στο δίλημμα αυτό, είναι ώριμες οι συνθήκες με βάση τα αποτελέσματα της εφαρμογής, την όξυνση της ύφεσης και τις εξελίξεις στην Ευρώπη, να τροποποιηθούν τα χρονοδιαγράμματα και τα μέτρα λιτότητας και οριζόντιων περικοπών του μνημονίου. Από την άλλη, θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τις θετικές πλευρές (τα δάνεια με χαμηλό επιτόκιο, την περικοπή του χρέους, την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, το πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών).
Έκτο, να πετύχουμε μια ευρύτερη εθνική συμφωνία πάνω σε ένα Σχέδιο Ανασυγκρότησης στη βάση της βιώσιμης ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης, για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο με νέες ευκαιρίες απασχόλησης, ένα σύγχρονο και επιτελικό κράτος και ένα ριζικά διαφορετικό πολιτικό σύστημα χωρίς προνόμια, ασυλίες, πελατείες, διαπλοκές, στεγανά.
Ο διάλογος της ανασύνταξης όλων των προοδευτικών, μεταρρυθμιστικών, σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων και των δυνάμεων της ανανεωτικής αριστεράς έχει αρχίσει και πρέπει να προχωρήσει χωρίς περιχαρακώσεις και προκαταλήψεις, μέσα στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
*(από την ομιλία του εκ μέρους της «Πρωτοβουλία Β» στην εκδήλωση των κινήσεων πολιτών «Κοινωνικός Σύνδεσμος», «Μπροστά», «Νέοι Μεταρρυθμιστές», «Π80», «Πρωτοβουλία Β» και «Πολιτεία 2012», στις 24/5/2012 για τις επερχόμενες εκλογές και την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς)