Η χώρα βουλιάζει και είναι επείγον να σταματήσει η πορεία της καταστροφής και να ξεκινήσει μια σοβαρή προσπάθεια ανασυγκρότησης. Αυτά βραχυπρόθεσμα. Γιατί μακροπρόθεσμα το διακύβευμα είναι πολύ μεγαλύτερο: Αν δεν αλλάξει η φιλοσοφία του εκπαιδευτικού συστήματος, δεν πρόκειται να δημιουργηθεί μια πραγματική δυνατότητα εκσυγχρονισμού και ουσιαστικού εξευρωπαϊσμού της χώρας.
Χρειαζόμαστε σχολεία εξωστρεφή, απαλλαγμένα από εθνικισμούς και θρησκευτικές αγκυλώσεις που θα συμβάλουν στην ανάπτυξη Ευρωπαίων πολιτών, ενεργών και δημιουργικών, με σύγχρονες αντιλήψεις και ικανότητα κατανόησης της διεθνούς πραγματικότητας. Χρειαζόμαστε πανεπιστήμια καθαρά, προστατευμένα και ασφαλή, συνδεδεμένα με την αγορά εργασίας, ανθεκτικά στον διεθνή ανταγωνισμό, που θα λειτουργούν με κανόνες σεβασμού του δημόσιου χώρου και του πνευματικού/επιστημονικού τους προσανατολισμού. Χρειαζόμαστε υψηλής ποιότητας δημόσια παιδεία για όλους και αυτό δεν σημαίνει αποκλεισμό άλλων επιλογών (ιδιωτικού σχολείου ή μη κρατικού πανεπιστημίου) αλλά επίπεδο υπηρεσιών τέτοιο που δεν θα καθιστά υποχρεωτική την παραπαιδεία.
Είμαστε πολύ μακριά από έναν τέτοιο ορίζοντα. Και η προ ημερησίας συζήτηση στη Βουλή για την παιδεία μας το επιβεβαίωσε. Η κυβέρνηση απορρίπτει την έννοια της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και της αριστείας, επομένως δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να προσπαθήσει για μια αλλαγή προς το καλύτερο. Η αξιωματική αντιπολίτευση υπερασπίζεται σωστές θέσεις αλλά δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες που τις αναλογούν για τα δικά της λάθη (λχ επί κυβέρνησης ΝΔ άρχισε το ξήλωμα του νόμου Διαμαντοπούλου για τα ΑΕΙ, τον οποίο επικαλείται σήμερα ως θετικό σημείο αναφοράς ο Κ. Μητσοτάκης).
Επομένως, όσο δεν υπάρχει ισχυρός προοδευτικός τρίτος πόλος για να τραβήξει μπροστά σε μείζονα θέματα όπως η παιδεία, κινητοποιώντας τις δημιουργικές κοινωνικές δυνάμεις, θα συζητάμε για μεταρρυθμίσεις που δεν γίνονται.