Τις τελευταίες μέρες κρίθηκε στο Εφετείο Αθηνών το δεύτερο αίτημα της Τουρκίας για την έκδοση των οκτώ τούρκων αξιωματικών που ήρθαν στις 16 Ιουλίου στην Ελλάδα, ζητώντας την προστασία της χώρας μας. Στις τρεις συνθέσεις του, το Εφετείο απέρριψε ομόφωνα το τουρκικό αίτημα, ύστερα από τρεις αντίστοιχες εισαγγελικές προτάσεις. Οι αποφάσεις μάς έκαναν να νιώσουμε για μια ακόμη φορά υπερηφάνεια αλλά και ευγνωμοσύνη στους έλληνες εισαγγελείς και δικαστές, που φυλάνε τα τείχη της δημοκρατίας, παρά τις πιέσεις, τις προκλήσεις και ενίοτε τις απειλές, εξωτερικές αλλά δυστυχώς ενίοτε και εσωτερικές.
Όμως, πέρα από την ουσία, δηλαδή την απόρριψη του νέου αιτήματος, η διαδικασία των τριών δικών ήταν πολλαπλά διδακτική. Στις 3 Φεβρουαρίου είχα γράψει ένα άρθρο με τίτλο «Η Ελλάδα έχει δικαστές», επαινώντας την Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων για τη γενναία παρέμβασή της, με την οποία ζητούσε με επιστολή από τη Διεθνή Ένωση Δικαστών να καταδικάσει το νέο αίτημα της Τουρκίας για την έκδοση των Οκτώ (το οποίο έγινε μόλις τέσσερις μέρες μετά τη δημοσίευση της απόφασης του Αρείου Πάγου), ως απαράδεκτη προσπάθεια παρέμβασης και επηρεασμού της ελληνικής δικαιοσύνης.
Η παρέμβαση της Ένωσης ήρθε δυο μέρες μετά την αχαρακτήριστη συνέντευξη του υπουργού Δικαιοσύνης, που με αφορμή την απόφαση του Αρείου Πάγου να μην εκδοθούν οι Οκτώ, είχε να πει ότι «η ποινική δικονομία δίνει δυνατότητες» (εννοούσε στην Τουρκία, για να ανατρέψει την απόφαση!) καθώς επίσης και ότι το υπουργείο του είχε λάβει, μετά την απόφαση του Αρείου Πάγου, «διαβεβαιώσεις ότι θα γίνει για τους Οκτώ δίκαιη δίκη στην Τουρκία». (Πώς θα γινόταν «δίκαιη δίκη στην Τουρκία», δηλαδή, αφού ο Άρειος Πάγος είχε αποφασίσει μην εκδοθούν; Ο υπαινιγμός ήταν προφανής: ότι αυτό μπορεί να γίνει αφού η ελληνική Δικαιοσύνη δεχθεί το νέο αίτημα).
Κρίμα και ντροπή: άλλα θα περίμενε κανείς από τον υπουργό Δικαιοσύνης της Ελλάδας μετά τη γενναία, ξεκάθαρη απόφαση του Αρείου Πάγου. Έτσι, στα δικά μου μάτια τουλάχιστον, η επιστολή της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων δεν έβαλε στη θέση της μόνο την τουρκική εξουσία, αλλά και όσους στην Ελλάδα τής κάνουν τεμενάδες, είτε κυβερνητικούς παράγοντες, είτε κάποιους —ευτυχώς ελάχιστους— αρθρογράφους και δημοσιογράφους.
Στις τρεις δίκες του Εφετείου Αθηνών που απέρριψαν το νέο αίτημα έκδοσης της Τουρκίας η σκιά της προηγούμενης απόφασης του Αρείου Πάγου ήταν επιβλητική. Με κάθε ευκαιρία, οι εισαγγελείς και οι δικαστές την υπενθύμιζαν, ως τελεσίδικη. Η ελληνική Δικαιοσύνη, με ετούτο, εμφανιζόταν όπως πρέπει να είναι: ένα ενιαίο, άπαρτο τείχος.
Οι τρεις εισαγγελείς, με εμφατικό και τεκμηριωμένο τρόπο, πρότειναν να απορριφθεί το αίτημα της Τουρκίας, χαρακτηρίζοντας το καταχρηστικό, λόγω της προηγούμενης απόφασης του Αρείου Πάγου.
Στην πρώτη σύνθεση, η εισαγγελέας κυρία Σταθέα, με ύφος σφριγηλό, αφού θύμισε τα ονόματα των μεγάλων ελλήνων δικαστών που με το θάρρος τους στόλισαν τη Δικαιοσύνη μας, αντιστεκόμενοι στην πίεση της πολιτικής εξουσίας, έδειξε ότι το νέο αίτημα αποτελεί ιταμή απόπειρα προσβολής των θεσμών μας. Κατέληξε: «Η Ελλάδα βρίσκεται σε πολλαπλή κρίση, αλλά το δικαστήριό μας μπορεί να δείξει με την απόφασή του ότι τουλάχιστον δεν βρισκόμαστε σε κρίση αξιών, και παραμένουμε πάντα υπέρμαχοι των αρχών του ελληνικού και του ευρωπαϊκού πολιτισμού».
Η κυρία Κυβέλου, προτείνοντας την απόρριψη του αιτήματος στη δεύτερη σύνθεση, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων και στις εγγυήσεις περί δίκαιης δίκης που λέει ότι δίνει η Τουρκία. Με τον λιτό, μετρημένο λόγο της, τις έβαλε ακριβώς στη θέση που τους άξιζε, με μια κουβέντα: «Τέτοιες εγγυήσεις φυσικά δεν πείθουν κανέναν». (Κοινώς: «Μη μας παίρνετε για κορόιδα», φράση που θα ήταν καλό να ακούσουν και κάποιοι στην κυβέρνηση.)
Τέλος, ο εισαγγελέας κ. Boύλγαρης, στην τρίτη σύνθεση, αναφέρθηκε κι αυτός στις τάχα εγγυήσεις δίκαιης δίκης της Τουρκίας και ιδιαιτέρως στην πρόσθετη «διαβεβαίωση», ότι (εφ? όσον η Ελλάδα εκδώσει τους Οκτώ) μπορεί να παρακολουθήσουν τη δίκη τους στην Τουρκία και διεθνείς παρατηρητές. Ο κ. Βούλγαρης απάντησε σε αυτό κατά πως έπρεπε: «Και στο πρόσφατο δημοψήφισμα πήγαν διεθνείς παρατηρητές, αλλά αυτό δεν εμπόδισε να γίνουν τα όσα έγιναν στην καταμέτρηση των ψήφων». Αξιομνημόνευτη και η τελευταία φράση του: «Μπορεί η Τουρκία να θυμώσει με την απόφαση του δικαστηρίου να μην εκδοθούν οι εκζητούμενοι. Τι να κάνουμε! Αν θέλει να καταλάβει την αιτία της απόφασης, ας κοιτάξει τον εαυτό της στον καθρέφτη, με ειλικρίνεια».
Παρά την επίκληση στην απόφαση του Αρείου Πάγου, πολύ ορθά, οι πρόεδροι των τριών συνθέσεων του Εφετείου, ο κ. Σταμαδιάνος, η κυρία Τζουμερκιώτη και η κυρία Ρέντζα, διεξήγαγαν άψογες διαδικασίες, εξετάζοντας αν έχει αλλάξει η κατάσταση στην Τουρκία από την απόφαση του Αρείου Πάγου και μετά, σε σχέση με το κράτος δικαίου και τον σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η κατάσταση έχει όντως αλλάξει —προς το χειρότερο. Ας σημειωθεί ότι δεν ασκήθηκε στη συνέχεια έφεση από την Εισαγγελία Εφετών για καμία από τις τρεις αποφάσεις, οπότε η υπόθεση του δεύτερου αιτήματος της Τουρκίας απερρίφθη τελεσίδικα στο Εφετείο, χωρίς να χρειάζεται να πάει στον Άρειο Πάγο.
Μετά την απόφαση της απόρριψης του αιτήματος έκδοσης, η κάθε μια από τις τρεις συνθέσεις απεφάνθη: «Οι εκζητούμενοι είναι ελεύθεροι». Εδώ βέβαια τίθεται ένα μεγάλο ζήτημα, διότι οι Οκτώ δεν είναι ελεύθεροι —και αυτό φυσικά χωρίς καμία ευθύνη των ποινικών δικαστών μας. Αντίθετα, παραμένουν δεσμώτες του ελληνικού κράτους, οκτώ άνθρωποι σε δυο κελιά. Η κράτησή τους ονομάζεται «διοικητική», αλλά παραμένει παρ? όλα αυτά κράτηση. Η αιτιολογία της είναι τριπλή:
Ο πρώτος λόγος που προβάλλεται είναι ότι γίνεται «για την προστασία» των Οκτώ, λόγος εντελώς παράλογος: οι Οκτώ ζήτησαν προστασία στην Ελλάδα, όχι στα κελιά της. Είναι αυτονόητο λοιπόν ότι αφού η ποινική Δικαιοσύνη αποφάσισε να μην τους εκδώσει και, ρητά, να τους ελευθερώσει, δεν έχει κανείς το δικαίωμα να τους προστατεύει… φυλακίζοντάς τους.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι Οκτώ παραμένουν κρατούμενοι «επειδή εκκρεμεί η διαδικασία του ασύλου». Κατ? αρχήν, η διαδικασία του ασύλου εκκρεμεί, και καθυστερεί, με ευθύνη του ελληνικού κράτους, δημιουργώντας την υποψία ότι ο λόγος που δεν επιταχύνθηκε ήταν για να δοθεί στην Τουρκία χρόνος να κάνει το νέο αίτημα έκδοσης, και κυρίως για να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία στους δικαστές να υπακούσουν σε πολιτικά κελεύσματα παντελώς άσχετα με τη δικαιοσύνη. (Οι δικαστές έδειξαν με σαφήνεια τι τις κάνουν τέτοιες ευκαιρίες.) Είναι σαφές ότι το να κρατούνται οι Οκτώ επειδή εκκρεμεί η διαδικασία του ασύλου δεν είναι νομική αιτιολογία αλλά πολιτικό πρόσχημα, αφού κανένας σχετικός νόμος δεν επιβάλλει την κράτηση: η συντριπιτική πλειοψηφία των όσων κρίνεται η αίτηση ασύλου είναι ελεύθεροι.
Οσο για τον τρίτο λόγο κράτησης, ότι οι Οκτώ είναι «επικίνδυνοι για τη δημόσια τάξη και την εθνική ασφάλεια», θέλει πολλή φαντασία για να στηριχθεί. Είναι «επικίνδυνοι για τη δημόσια τάξη» άνθρωποι των οποίων το ανώτατο ποινικό δικαστήριο της χώρας, δηλαδή το ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου, διέταξε την απελευθέρωση; Κάπως δύσκολο να το χωνέψουμε. Και είναι «επικίνδυνοι για την εθνική ασφάλεια», οι άνθρωποι που ήρθαν για να ζητήσουν από το ελληνικό κράτος να τους προστατεύσει; (Εκτός αν το σκεπτικό της κράτησης εννοεί την εθνική ασφάλεια της Τουρκίας.) Πάντως η επίσημη αιτιολογία που προβάλλεται για το ότι οι Οκτώ είναι «επικίνδυνοι» είναι ότι… εισήλθαν παράνομα στη χώρα με ελικόπτερο τον Ιούλιο! Λες, δηλαδή, και οι άνθρωποι δεν ήρθαν σε μια πράξη απελπισίας, για να γλυτώσουν, αλλά λόγω κάποιου εγκληματικού εθισμού να βουτάνε ελικόπτερα και να προσγειώνονται παρανόμως σε διάφορα αεροδρόμια. Σε κάθε περίπτωση, ύστερα από τις απανωτές δικαστικές αποφάσεις των ποινικών μας δικαστηρίων, αυτή η αιτιολογία είναι, εκτός από απαράδεκτη, και αστεία. Η κυβέρνησή μας αν θέλει μπορεί να εκτίθεται. Δεν είναι ανάγκη και να γελοιοποιείται.
Το μεγάλο και θετικό μήνυμα των τριών δικών στο Εφετείο είναι ότι η ελληνική Δικαιοσύνη, έστειλε ένα δεύτερο ηχηρό μήνυμα στο καθεστώς Ερντογάν: να μην παίρνει θάρρος από τις απαράδεκτες «διαβεβαιώσεις για έκδοση» των πολιτικών μας, και να μη μπλέκει τα ατιμωτικά για την πατρίδα μας κλεισίματα του ματιού και τις ρεβεράντζες κάποιων πολιτικών στους τούρκους ομολόγους τους, με την ακεραιότητα των δικαστών μας. Καιρός να καταλάβουν οι υποτελείς του Ερντογάν ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε δικτατορία, και εδώ η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη. Στην Ελλάδα ισχύει η διάκριση εξουσιών, και οι δικαστές μας το γνωρίζουν και το τιμούν με τις πράξεις τους, όσο κι αν κάποιοι πολιτικοί συχνά το ξεχνούν, δυστυχώς όχι μόνο στις ενδόμυχες σκέψεις τους αλλά και με απαράδεκτες δηλώσεις.
Η επίσημη διατύπωση από το Εφετείο για το νέο αίτημα έκδοσης της Τουρκίας, όπως αρμόζει στο κύρος της Δικαιοσύνης μας, είναι ότι το απέρριψε. Όμως η δημώδης έκφραση που έρχεται στο νου όσων παρακολούθησαν τη διαδικασία, ήταν ότι τους το έτριψε στα μούτρα. Ελπίζω να κατάλαβαν επιτέλους οι τουρκικές αρχές ότι δε χρειάζεται να χάνουν τον χρόνο τους με νέα αιτήματα έκδοσης —και αν παρ? ελπίδα δεν το κατάλαβαν θα τους το θυμίζουν οι δικαστές μας, ας είναι σίγουροι γι? αυτό.
Ελπίζω όμως ακόμη περισσότερο να κατάλαβαν κάποιοι στην κυβέρνηση ότι δεν πρέπει να εκτίθενται με την ανοχή τους στην τουρκική προκλητικότητα, είτε με απαράδεκτες δηλώσεις, είτε με την ένοχη και ντροπιαστική σιωπή τους. Ο ρόλος τους είναι να στηρίζουν και να προστατεύουν τη Δικαιοσύνη μας, ούτε να την προκαλούν με ανάρμοστες δηλώσεις, ούτε να νίπτουν τας χείρας τους προ των εξωτερικών απειλών και παρεμβάσεων εναντίον της. Ας πάρουν επιτέλους και οι πολιτικοί μάθημα δημοκρατίας και πατριωτισμού από τους δικαστές μας.
Οσοι πολίτες ασχοληθήκαμε με την υπόθεση των Οκτώ, προσπαθήσαμε με τις παρεμβάσεις μας αφενός μεν να επισημαίνουμε στην Κοινή Γνώμη τη σημασία της, όχι μόνο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και για την εθνική μας αξιοπρέπεια, αφετέρου δε να τονίζουμε τη σημασία για μια δημοκρατία της διάκρισης των εξουσίων και την πίστη μας στην ελληνική Δικαιοσύνη. Όλοι εμείς παραμένουμε ενεργοί, μέχρι η υπόθεση των Οκτώ να λάβει το οριστικό αίσιο τέλος της, μέχρι δηλαδή οι άνθρωποι αυτοί να αφεθούν ελεύθεροι, όπως διέταξε το ανώτατο ποινικό μας δικαστήριο, και να τους παρασχεθεί από την Ελλάδα άσυλο, όπως το επιβάλλουν οι κανόνες του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Ας μην το ξεχνάμε: αν υπάρχει μια περίπτωση που κάποιοι άνθρωποι ξεκάθαρα δικαιούνται προστασία, είναι αυτή όπου η κυβέρνηση της πατρίδας τους, μια κυβέρνηση που περιφρονεί προκλητικά τα ανθρώπινα δικαιώματα, τους κατηγορεί απροσχημάτιστα για τα χειρότερα πολιτικά εγκλήματα, ενώ η Δικαιοσύνη της χώρας στην οποία προσπίπτουν ως ικέτες, έχει αναγνωρίσει τελεσίδικα τους φοβερούς κινδύνους που διατρέχουν αν εκδοθούν. Οι ποινικοί δικαστές μας το κατάλαβαν αυτό απόλυτα, αρνούμενοι την έκδοσή των Οκτώ και διαττάσσοντας την απελευθέρωσή τους. Η Κοινή Γνώμη επίσης το κατάλαβε. Καιρός είναι να το καταλάβουν και όλοι οι υπόλοιποι, είτε οι κρατικοί λειτουργοί που εμπλέκονται στις διαδικασίες που ακολουθούν, ώστε να λειτουργήσουν άφοβα και κατά συνείδηση, είτε οι κυβερνητικοί παράγοντες, ώστε να πάψουν επιτέλους να προσβάλλουν τη δημοκρατία μας με παρεμβάσεις, φανερές και αφανείς.