Μετά τον Θεοδωράκη περιμένω τώρα τον Λαζόπουλο να ιδρύσει κόμμα για να ολοκληρωθεί η αντιστοιχία πολιτικών διεκδικητών προς τις αντιλήψεις του κατακερματισμένου εκλογικού σώματος. Είτε το θέλουμε, είτε όχι, αυτή είναι η πραγματικότητα. Η πολιτική αγορά εκφράζει την απαιτούμενη ποικιλία της. Και η πολιτική ποικιλία περιλαμβάνει τα δημιουργήματα μόδας, όπως και στα ορθοπεδικά τσόκαρα, για παράδειγμα. Και εμείς οφείλουμε να την μελετήσουμε και όχι απλώς να την αποτασσόμαστε με αποτροπιασμό. Στη συγγενική πολιτική αγορά της γειτονικής Ιταλίας, η ποικιλία ολοκληρώθηκε με τον Μπέπε Γκρίλο, αλλά το δικό μας παζάρι θέλει ακόμη μεγαλύτερη ποικιλία αφού η κοινωνία μας έχει προτιμήσει το μοντέλο με τα μικρομάγαζα ως κυρίαρχο πρότυπο οργάνωσης των δραστηριοτήτων της. Άλλωστε, τα μικρομάγαζα δεν είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό και της οικονομίας μας; Η εικόνα δεν είναι καθόλου ευχάριστη, αλλά στη συνολική εικόνα υπάρχουν και ευχάριστα στοιχεία. Αυτό που χαίρομαι λ.χ. είναι ότι δεν φοβάμαι κάποιο χουντικό ρεσάλτο που, υπό τις σημερινές συνθήκες μπαχαλοποίησης της πολιτικής ζωής, θα ήταν σχεδόν βέβαιο, αν δεν είχε προηγηθεί η πλήρης απαξίωση της στρατοκρατικής δικτατορίας. Αυτό είναι ένα παρήγορο σημάδι για το ότι εν τέλει κάτι μαθαίνουμε από τα πάθη μας. Επίσης, μια Χρυσή Αυγή ακόμη και του 10% δεν με τρομάζει. Με τρομάζει, όμως, ο ολοκληρωτισμός , η βία και ο εθνικολαϊκισμός που είναι διάχυτος σε ολόκληρο το λεγόμενο αντιμνημονιακό τόξο. Χαίρομαι, επίσης που, παρά τις καθημερινές εκκλήσεις των Τσιπριστών για κρεμάλες στους προδότες, οι πιθανότητες ένοπλου εμφυλίου πολέμου μάλλον είναι ελάχιστες. Κι αυτό επίσης επειδή «πάθαμε» εμφύλιο και μάθαμε πικρά το τι σημαίνει. Άλλη μια απόδειξη ότι μαθαίνουμε ως κοινωνία από τα πάθη μας. Τι μέλλει να πάθουμε τώρα για να μάθουμε την άλλη φορά τι πρέπει να κάνουμε; Για την ώρα φαίνεται ότι το πιο αθώο ενδεχόμενο είναι να προκύψει τέτοιος πολιτικός κατακερματισμός και τέτοια ιδεολογικοπολιτική σαλάτα στις επόμενες εκλογές, που θα οδηγήσει σε ακυβερνησία και από αυτή θα μάθουμε (ενδεχομένως) να ψηφίζουμε την άλλη φορά με σοβαρότητα και περίσκεψη. Να σοβαρευθούν επίσης και όσοι προσέρχονται στο πολιτικό παιχνίδι για να παίξουν ρόλο πολιτικού. Να μάθουν τι είναι πολιτική παράσταση και σε τι διαφέρει από την «απολίτικη» κατεβασιά σε απελπισμένους που αναζητούν σωτήρες κυρίως στις βιτρίνες της δημοσιότητας.
.
Έτσι προχωράει, δυστυχώς, η πολιτική μαθησιακή διαδικασία σε χώρες με κακοεκπαιδευμένο στη δημοκρατία εκλογικό σώμα. Από το ένα σκληρό μάθημα στο άλλο. Το κακό είναι, ασφαλώς, ότι ο κύκλος μπορεί να επαναλαμβάνεται μέχρι να επέλθει η καταστροφή, αν δεν συμβεί κάτι που να τον αναστρέψει. Κάτι πρέπει να γίνει, ως εκ τούτου, από τους εχέφρονες για να εξορθολογικευτεί η συμπεριφορά του εκλογικού σώματος πριν φτάσει στο μοιραίο λάθος. Κάτι για να οδηγηθεί εγκαίρως το πολιτικό σύστημα σε παραγωγική τροχιά; Τι μπορεί να είναι αυτό;
.
.
Πολλά και διάφορα πρέπει να κάνουν πολλοί και διάφοροι για να μπει το πολιτικό σύστημα πάνω σε ορθολογικές ράγες. Για μια εξαντλητική απαρίθμηση θα συνιστούσα να μελετήσει ο αναγνώστης το πρόσφατο βιβλίο του Αρίστου Δοξιάδη (Το Αόρατο Ρήγμα). Εκεί θα καταλάβει τι σημαίνει πολυπαραγοντική πολιτική σε διάκριση προς τις σωτηριολογικές ευρηματικότητες των δημεγερτών. Το πρώτο, όμως, που είναι θεμελιώδες και απαραίτητο είναι να αρθρωθεί πολιτικός λόγος που να λέει στον κόσμο την πλήρη αλήθεια σε ότι αφορά τα δεδομένα και να δηλώνει με ειλικρίνεια τις προθέσεις και τους απώτερους στόχους του. Όσοι αγαπάμε την πατρίδα να επενδύσουμε στην αλήθεια και στην ειλικρίνεια με υπομονή και επιμονή.
.
Μέσα στην απαίτηση για αλήθεια περιλαμβάνω και τις προθέσεις μόνο που εκεί η αλήθεια ταυτίζεται με την ειλικρίνεια της επαγγελίας τους. Δεν μπορεί να κρύβουμε συνεχώς τις προθέσεις μας. Στην πολιτική υπάρχουν λίγες εμπειρικά μονοσήμαντες αλήθειες, αλλά υπάρχουν. Αυτές οι αλήθειες πρέπει να λέγονται. Όπως, για παράδειγμα, ότι το κατά κεφαλή προϊόν μας πλησιάζει στο αντίστοιχο βαλκανικό και ότι αυτό τελικά προσδιορίζει την αγοραστική μας ικανότητα και το επίπεδο ζωής που μπορούμε να επιτύχουμε επί του παρόντος. Να πούμε, δηλαδή, την αλήθεια, ότι όσο παράγουμε τόσο θα μπορούμε να καταναλώνουμε.
.
Υπάρχουν, όμως, και οι διαμορφωμένες αλήθειες (ερμηνείες, προθέσεις, σκοποί) σύμφωνα με το ιδεολογικό πρίσμα των κομμάτων. Και αυτές πρέπει να λέγονται πλήρεις, δηλαδή με απόλυτη ειλικρίνεια. Αυτή άλλωστε είναι η ουσία του πολιτικού πλουραλισμού που στηρίζει τις ελευθερίες μας. Δεν μπορούμε να κρύβουμε την αλήθεια των προθέσεών μας πίσω από απατηλές ασάφειες ή κραυγαλέες ψευτιές για λόγους ψηφοθηρικούς. Όπως, για παράδειγμα, ότι την λαϊκή δημοκρατία οι κομμουνιστές την αντιλαμβάνονται ως δικτατορία μιας κατηγορίας πολιτών. Την ίδια δημοκρατία οι σοσιαλδημοκράτες την ορίζουν ως κοινοβουλευτική πλουραλιστική δημοκρατία. Να το πουν απερίφραστα οι πρώτοι και να το αναλύσουν χωρίς ντροπές οι δεύτεροι. Να μη μεταχειρίζονται οι πολιτικές δομές τα ακροατήριά τους (τους συμπολίτες τους) ως άτομα κατώτερης νοημοσύνης για τους οποίους πρέπει δήθεν να διαμορφωθεί ο πολιτικός λόγος κατάλληλα πλασμένος (δηλαδή ανειλικρινής και κολοβός) για να ταιριάζει στα μειονεκτικά μυαλά τους ώστε να συσπειρώνουν τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό ψηφοφόρων. Μπορεί στο ποδόσφαιρο το σύνθημα «ο Παναθηναϊκός είναι Ιδέα» να συγχωρείται ως θέση, αλλά στην πολιτική κάτι τέτοιο αποτελεί απάτη. Αυτή η απάτη ασκείται κατά σύστημα τον καιρό αυτό. Ο πολιτικός λόγος εκφέρεται με απαράδεκτη επικοινωνιακή επεξεργασία. Οι πολίτες εκπαιδεύονται με αυτόν τον επικοινωνιακά επεξεργασμένο πολιτικό λόγο και μαθαίνουν να αντιδρούν αντίστοιχα. Βουτηγμένοι σε μια θάλασσα μισοαλήθειας και ψέματος, καλούμαστε ως ψηφοφόροι κάποια στιγμή να κρίνουμε. Και ιδού το αποτέλεσμα.
.
Δεν μιλάω αφηρημένα ούτε μέσα από κάποια πλατφόρμα μεταφυσικής καθαρότητας. Δεν ξεκινώ από θεωρίες, όπως μπορεί, ενδεχομένως, να φαίνεται. Όσα γράφω αποτελούν απόκριση στην καθημερινή ενοχλητική προτροπή που ακούω από φίλους του ίδιου χώρου, όταν συμφωνούν με την παράθεση και ανάλυση των δεδομένων, αλλά τρομαγμένοι συμβουλεύουν να μην ειπωθούν τα πράγματα έτσι όπως είναι, αλλά να πάρουμε υπόψη μας και τις επικοινωνιακές συνέπειες του λόγου μας. Γιατί αλλιώς, λένε, κανείς δεν θα μας ακούσει ! Με λίγα λόγια, αντιδρώ στην ιδέα ότι η αλήθεια δεν πρέπει να λέγεται ατόφια, αλλά μόνο με τρόπο που να ηχεί ευχάριστα στα αυτιά των ακροατών μας. Αν το κάνουμε αυτό, τους κρατούμε πρόσκαιρα μπροστά μας και θα τους χάσουμε στη πρώτη κρίση. Είμαστε, άραγε, αδιάφορα αν τους χάνουμε οριστικά από τον χώρο μας, όταν τους συνηθίζουμε σε αυτές τις προδιαμορφωμένες επικοινωνίες; Απόδειξη τρανή, το πώς το ΠΑΣΟΚ έχασε το 90% των ψηφοφόρων του που λάκισαν προς το ΣΥΡΙΖΑ επειδή εκεί άκουγαν την ίδια προδιαμορφωμένη φενάκη στην οποία είχαν εκπαιδευτεί ν΄ ακούνε στα πλαίσια του παλαιο-Πασοκικού λαϊκισμού. Το ίδιο συμβαίνει τώρα και με τον «κεντροαριστερό λόγο»: Παραπιπιλήσαμε το σλόγκαν του «καινούργιου» και «άφθαρτου» και να το απολίτικο Ποτάμι που πήρε με την πρώτη τους μισούς ακροατές μας. Γιατί εκπλησσόμαστε; Έτσι δεν τους διδάξαμε τις πολιτικές προτεραιότητες;
.
Καιρός, λοιπόν να ανατρέψουμε αυτό το σκηνικό. Όχι πως η ανατροπή του είναι εύκολη και γρήγορη. Θα χρειαστεί επίπονες διεργασίες που απαιτούν χρόνο. Εμείς, ακριβώς σε αυτές πρέπει να επενδύσουμε, βλέποντας το μέλλον και όχι μόνο το αύριο. Αυτός θα είναι ο ρόλος όσων από εμάς δεν καιγόμαστε για κάποιες άμεσες η βραχυπρόθεσμες «αναγνωρίσεις» αλλά έχουμε το κουράγιο να βλέπουμε μακριά. Αναφέρομαι ειδικά στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας γιατί πιστεύω ότι έχει την ιδεολογική πλατφόρμα που απαιτείται για να τραβήξει την χώρα στην ανασυγκρότησή της με ανθρώπινες προϋποθέσεις χωρίς να έχει ανάγκη από παραπλανητικές δημαγωγίες.
.
Δεν μπορώ, βέβαια, παρά να αναγνωρίσω, ότι το μεγάλο πρόβλημα εν προκειμένω, που έχει γίνει πλέον δομικό χαρακτηριστικό στοιχείο του πολιτικού συστήματος, είναι η δυσκολία πρόσβασης του αδιαμόρφωτου πολιτικού λόγου στη κοινωνική βάση. Και να θέλεις, τα «μέσα» παρεμβάλλονται (με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις κι αυτές κυρίως στο Διαδίκτυο) και μεταφέρουν σχεδόν αναγκαστικά τον πολιτικό λόγο προδιαμορφωμένο σύμφωνα με τις δικές τους ανάγκες. Εκεί οφείλεται, λ.χ., ο φόβος των νεοεισερχομένων στην πολιτική κονίστρα απέναντι στην λεγόμενη «αναγνωρισιμότητα» των εκλεκτών των ΜΜΕ. Υπάρχουν, όμως, οδοί διαφυγής και από αυτή την εμπλοκή στο εμπορικό ή άλλο παιχνίδι των επιχειρήσεων ενημέρωσης και ψυχαγωγίας. Είναι η από παλιά γνωστή άμεση πολιτική προσέγγιση στη κοινωνική βάση. Τα γνωστά grass root politics. Εκεί η σοσιαλδημοκράτες τα κάνουν ακόμη θάλασσα, δυστυχώς. Για έναν απλό λόγο: Δεν ξέρουν την τέχνη και γιαυτό φοβούνται την συστηματική εμπλοκή τους σε πολιτικές διεργασίες βάσης. Χρειάζεται, όμως, κάτι να κάνουμε γιαυτό. Οι ομιλίες σε στημένα ακροατήρια δεν αρκούν. Πρέπει να μάθουν να μιλούν ευθέως με τον πολίτη που θέλουν να πείσουν ή να ενημερώσουν.
.
.
Ας δούμε, όμως, σαν πρώτη απόπειρα, τις μεγάλες αλήθειες που πρέπει να πούμε, από την δική μας οπτική, ολόκληρες και γυμνές στους συμπολίτες μας. Είναι οι αλήθειες που, κατά την άποψή μου, αποτελούν την εδραία βάση για όποια συζήτηση περί του πρακτέου. Κάποιοι ίσως ισχυριστούν ότι αυτά τα λέμε ήδη. Εγώ υποστηρίζω ότι ούτε τα λέμε ξεκάθαρα, μήτε τα διαχέουμε αποτελεσματικά. Και γιαυτό τις επαναλαμβάνω εδώ ως πρώτη δόση πολιτικού διαλόγου με βάση την ωμή αλήθεια και την ειλικρίνεια.
.
.
.
- Η κρίση έφερε το μνημόνιο και όχι το μνημόνια την κρίση. Το ότι θα μπορούσε, ίσως, να υπάρξει μια «καλλίτερη» συμφωνία με τους δανειστές μας είναι ένα θέμα που πρέπει να συζητηθεί. Αλλά, είναι άλλο θέμα. Για τον δεδομένο χρόνο και τις δεδομένες συνθήκες η αξιολόγηση του παρελθόντος είναι χρήσιμη, αλλά δεν υποκαθιστά την συζήτηση για το τι πρέπει και τι μπορούμε να κάνουμε τώρα και στο μέλλον. Ως προς το παρόν και το μέλλον, το θέμα είναι πως θα διαμορφώσουμε ένα νέο μνημόνιο, ενδεχομένως, μια νέα συμφωνία με του δανειστές και εταίρους μας, που θα συνοψίζει τους όρους συνεργασίας μαζί τους στο μέλλον, βελτιωμένο με βάση την μέχρι τώρα εμπειρία μας. Γιατί, πρέπει να πούμε την προφανή αλήθεια, ότι θα συνεχίσουμε για αρκετά ακόμη χρόνια να έχουμε την ανάγκη βοήθειας των εταίρων μας, είτε με τη μορφή φτηνότερων δανείων σε σχέση με την ελεύθερη διεθνή αγορά, είτε άλλων χρηματοδοτικών μέσων για την χρηματοδότηση της ανάκαμψης, είτε τέλος με την μορφή μεταφοράς τεχνογνωσίας.
.
- Η εσωτερική υποτίμηση δεν ήταν ένα «λάθος» του μνημονίου. Ήταν βασικός στόχος της στρατηγικής που επιλέξαμε μαζί με τους δανειστές μας για να ορίσουμε την πραγματική βάση από την οποία θα μπορούσε η οικονομία μας να κάνει ένα καινούργιο ξεκίνημα χωρίς τον κίνδυνο επανάληψης της πτώχευσης που προκάλεσαν οι αδυναμίες του παρελθόντος. Υπήρχε άλλη λύση; Να το δούμε. Αλλά να το δούμε με πραγματικούς όρους και όχι νεφελώδεις φαντασιοκοπίες. Η συνταγή του ΔΝΤ για την δημοσιονομική εξυγίανση είναι γνωστή: Προσαρμογή του προϋπολογισμού στις πραγματικές δυνατότητες της εγχώριας οικονομίας και χρησιμοποίηση του δανεισμού για την μόχλευση επενδύσεων και όχι για καταναλωτικές δαπάνες. Αυτή είναι μια λογιστική στοχοθεσία για την οποία κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει. Ας το πούμε λοιπόν καθαρά. Ταυτόχρονα, όμως, ξέρουμε ότι ο τρόπος με τον οποίο φτάνει κανείς σε αυτή τη λογιστική λύση μπορεί να συζητηθεί. Πάντως, τρόποι που να αποκλείουν την συμπαράσταση των εταίρων μας δεν υπάρχουν πολλοί. Ο μόνος που ξέρω είναι η πτώχευση, όπως θα έκανε κάθε επιχείρηση που αποτυγχάνει και δεν μπορεί να βρει είτε κεφαλαιούχους είτε δανειστές για να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα ανασυγκρότησης. Επομένως, η «δανειστές» δεν είναι εχθροί ούτε αντίπαλοι. Είναι εταίροι σε μια κοινή προσπάθεια, ο καθένας με τα συμφέροντά του, με τους οποίους πρέπει να βρούμε μια ισόρροπη σχέση. Ας το πούμε λοιπόν καθαρά και ας σταματήσουμε να παίζουμε αυτό το ανέντιμο παιχνίδι της δήθεν συνεχούς «απόκρουσης» μιας κακής Τρόικας που ελαύνεται από κάποια ύποπτα κίνητρα. Στο επίπεδο αυτό η Σοσιαλδημοκρατία μπορεί να διατυπώσει εναλλακτικές προτάσεις. Η Δεξιά έχει περιορισμένη αυτή την δυνατότητα, αφού πολιτικά ανήκει στο ίδιο «στρατόπεδο» με την Δεξιά που σήμερα πλειοψηφεί ανάμεσα στους εταίρους μας στην ΕΕ. Η πολιτική της Τρόικας αντικατοπτρίζει την συνταγή που προκρίνει η νεοφιλελεύθερη αντίληψη. Ας το πούμε και αυτό και ας πέσουμε με τα μούτρα να επεξεργαστούμε εναλλακτικές προτάσεις και πολιτικές συμμαχίες που μπορούν να τις στηρίξουν. Ας μη μιλάμε με συνθήματα, όμως, αλλά με ρεαλιστικά και καλομελετημένα σχέδια προτάσεων. Ας το κάνουμε.
.
- Τώρα που προσγειωθήκαμε, σχετικά ομαλά (σε σχέση μια μιαν ανώμαλη προσγείωση σε περίπτωση άτακτης πτώχευσης), στο φυσικό μέγεθος της εγχώριας οικονομίας, ο μόνος τρόπος για να αρχίσουμε να αναρριχόμαστε προς υψηλότερα επίπεδα είναι μεσομακροπρόθεσμος. Δεν υπάρχουν συντομεύσεις. Ας ξεχωρίσουμε, λοιπόν, το κόστος που εκφράζεται σε θύματα της προσγείωσης, από τις επενδύσεις που πρέπει να γίνουν για να απορροφηθούν βαθμιαία τα θύματα στην αγορά εργασίας. Άλλη είναι η πολιτική στήριξης των θυμάτων της αναγκαστική προσγείωσης, για να τα κρατήσουμε έξω από την δίνη της κοινωνικής περιθωριοποίησης και άλλη είναι η πολιτική των δομικών βελτιώσεων και των επενδύσεων που χρειάζονται για να δημιουργηθούν συνθήκες για την επανένταξής τους στην οικονομική κανονικότητα. Να μη μπερδεύουμε τα μεν με τα δε γιατί θα διαιωνίζεται η καταστροφή. Ας τα εξηγήσουμε με παρρησία αυτά στους συμπολίτες μας χωρίς φόβο. Ταυτόχρονα, όμως, ας επεξεργαστούμε ρεαλιστικές προτάσεις για την ανασυγκρότηση για να δώσουμε ελπίδα. Μπορούμε.
.
- Η ΕΕ είναι ένωση συμφερόντων και όχι ευαγές ίδρυμα. Λειτουργεί όπως λειτουργούν όλοι οι συνεταιρισμοί: Κάποιο κοινό συμφέρον δένει τους εταίρους μεταξύ τους και κάθε εταίρος παραχωρεί κάτι για να κερδίσει κάτι από το κοινό αυτό συμφέρον. Ας το πούμε ανοιχτά και ευθαρσώς και ας σταματήσουμε να παίζουμε με τους εθνικολαϊκισμούς. Αν δεν μας συμφέρει ο συνεταιρισμός ας βγούμε από αυτόν. Αλλά πρέπει να ξέρουμε κατ’ αρχήν τι μας συμφέρει. Ας τα αναλύσουμε διεξοδικά και όχι με μισόλογα. Είναι τόσο προφανές ότι στο γεωοικονομικό παιχνίδι που παίζεται διεθνώς ανάμεσα σε κολοσσούς, μόνο ως μέρος κάποιου κολοσσού μπορούμε να επιβιώσουμε. Και το παιχνίδι δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι και παιχνίδι όπου διακυβεύονται αξίες και τρόποι ζωής. Ας μιλήσουμε ευθαρσώς για τα ζητήματα αυτά. Είναι ό μόνος τρόπος για να καταλάβουν οι συμπολίτες μας το πόσο γελοίος είναι ο αλληθωρισμός πότε προς τον Τσάβες και πότε προς την Αργεντινή και όλες οι άλλες λαϊκίστικες ασυναρτησίες του Τσιπρισμού. Ας μιλήσουμε γιαυτά. Όχι μεταξύ μας, αλλά στους συμπολίτες μας που για την ώρα αντλούν την πολιτική παιδεία τους από το «κουτί» και από τους δημαγωγούς του καφενείου που άλλα τους λένε για να τους κρατούν δέσμιους στην ακροαματικότητα που φέρνει έσοδα από διαφημίσεις.
.
- Μεγάλη εθνική επιτυχία μας είναι ότι από την Πλατεία των οργισμένων του Συντάγματος δεν φτάσαμε στην αλληλουχία των συνεπειών μιας Πλατείας Ταχρίρ, αλλά σε μια συμμαχική κυβέρνηση που κράτησε τη χώρα πάνω από το όριο της αποσύνθεσης. Ας πανηγυρίσουμε γιαυτό χωρίς να ντρεπόμαστε. Και ας εξηγήσουμε στους συμπολίτες μας το γιατί αυτό είναι σπουδαίο. Αυτό, όμως, δεν προδικάζει, αναπόφευκτα, και το μέλλον. Μια λύση έκτακτης ανάγκης παύει να είναι λύση ότι λείψει η έκτακτη ανάγκη. Ας μιλήσουμε, λοιπόν, ανοιχτά για την προοπτική όπως το ιδεολογικό μας πρίσμα την υπαγορεύει με όρους « αλήθειας» και πραγματισμού. Τι θα κάναμε ως αυτόνομη κυβέρνηση και τι μπορούμε να δεχτούμε ως συνεργαζόμενοι με την Κεντροδεξιά.
.
.
Τα πέντε αυτά σημεία αλήθειας και ειλικρινούς «συνεννόησης» είναι απαραίτητα για να εδραιωθεί μια ατμόσφαιρα πολιτικής νηφαλιότητας και εμπιστοσύνης, που θα επιτρέψει στη συνέχεια να λεπτολογήσουμε πάνω στις σοσιαλδημοκρατικές προτάσεις μας για τα συγκεκριμένα ζητήματα που φέρνει η πορεία προς την ανασυγκρότηση. Μόνο που για μια τέτοια δουλειά θα χρειαστεί οι διανοούμενοί μας να κατέβουν στη βάση για να μιλήσουν με τέχνη και πειστικότητα. Και κυρίως να εκπαιδεύσουν πολλαπλασιαστές για να μιλούν πειστικά σε όσο γίνεται περισσότερα σημεία της « πολιτικής αγοράς». Εν προκειμένω πρέπει να χωνέψουμε ότι όσο φθαρμένο αποδείχτηκε το κεντρικό πολιτικό προσωπικό της (Πασοκικής) κεντροαριστεράς άλλο τόσο φθαρμένο είναι και το μέσο και κατώτερο στελεχιακό δυναμικό αυτής της παράταξης. Η μοίρα έμελε να αυτοκαθαρθεί ο χώρος αυτός με την μαζική προσχώρηση στον ΣΥΡΙΖΑ. Όμως τώρα πρέπει αυτό να ανασυγκροτηθεί για να παίξει τον νέο ρόλο του. Χωρίς ένα τέτοιο δυναμικό η πορεία προς την ανασυγκρότηση του Κεντροαριστερού χώρου θα είναι εξαιρετικά δύσκολη αν όχι αδύνατη. Το ζήτημα αυτό πρέπει να εισαχθεί σε υψηλή προτεραιότητα της πολιτικής και οργανωτικής ατζέντας των κινήσεων που ανασυγκροτούν τον σοσιαλδημοκρατικό χώρο.
.
Ξεκινώντας μέσα από μια τέτοια εδραία βάση αλήθειας, έχουμε πολλά να πούμε και να κάνουμε. Χωρίς αυτή, όμως, ο δρόμος μας κινδυνεύει να γλιστρήσει προς τον ιδιόρρυθμο εθνικό λαϊκισμό που σκοτίζει τον πολιτικό διάλογο και δημιουργεί αυτή την αρρωστημένη σχέση ανάμεσα στο ευρύ κοινό των συμπολιτών μας και σε όσους παλεύουν για τα κοινά και για την ώρα τρώνε την ….ρετσινιά του «πολιτικού». Με μια τέτοια ξεκάθαρη βάση, η επαφή με την βάση μπορεί να αποκατασταθεί.