.
Αν και οι κινητοποιήσεις των αγροτών και των ναυτεργατών τον τελευταίο καιρό εκδηλώνονται δυναμικά, είναι γεγονός ότι η κοινωνική διαμαρτυρία στη χώρα μας βρίσκεται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, δεδομένου του πρωτοφανούς μεγέθους της ύφεσης, που φθάνει συσσωρευτικά τα τελευταία χρόνια στο 25% του ΑΕΠ, ενώ η ανεργία έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο, φθάνοντας το 26% του ενεργού πληθυσμού.
.
Αυτή η σχετική νηνεμία στην ελληνική κοινωνία μπορεί να αποδοθεί σε πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων είναι: η ελπίδα αρκετών πολιτών ότι θα ξεπεραστεί η κρίση, καθώς υπάρχουν αρκετές θετικές ενδείξεις στα μακροοικονομικά μεγέθη, η απογοήτευση και παραίτηση πολλών άλλων πολιτών μπροστά στην ασκούμενη οικονομική πολιτική, εφ? όσον, κατά τη γνώμη τους, δεν διαφαίνεται με σαφήνεια μία άλλη διαφορετική πολιτική, η οικογενειακή αλληλεγγύη που εκδηλώνεται στα μέλη της ευρύτερης οικογένειας που βρίσκονται σε απόγνωση λόγω της ανεργίας, η κοινωνική αλληλεγγύη σε αυτούς που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, η παραοικονομία και η μαύρη εργασία με χαμηλότερες αμοιβές, χωρίς φορολόγηση και ασφαλιστικές εισφορές, η μετανάστευση των νεότερων ανθρώπων συνήθως των περισσότερο εκπαιδευμένων, η επιτυχία αρκετών ατομικών ή συλλογικών καινοτόμων προσπαθειών σε διάφορους τομείς, από την επικοινωνία μέχρι τη γεωργία κ.ά.
.
Βεβαίως, θα πρέπει να προστεθούν και οι δραστηριότητες κάποιων πολιτών στα όρια της νομιμότητας και της ηθικής, όπως συμβαίνει πάντοτε σε περιόδους βαθιάς κρίσης, όπως η σημερινή, γιατί οι έκτακτες συνθήκες, όπως ο πόλεμος ή η κατοχή από ξένες δυνάμεις, και η μεγάλη οικονομική δυσπραγία αναδεικνύουν άλλοτε τις καλύτερες και αλτρουιστικότερες πλευρές των ανθρώπων, άλλοτε τις χειρότερες και εγωιστικότερες πλευρές τους.
.
Το σημαντικότερο ζήτημα είναι προφανώς ότι όσο διαρκεί αυτή η σχετική κοινωνική ηρεμία ή/και εκφράζεται με υπόκωφο τρόπο, πρέπει η πολιτική εξουσία να σπεύσει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για τη σταθεροποίηση της οικονομίας και στη συνέχεια για την ανάκαμψη και ταυτόχρονα να προχωρήσει με μεγαλύτερη ταχύτητα στις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές, δημιουργώντας, έτσι, τις προϋποθέσεις για ιδιωτικές επενδύσεις στη χώρα μας.
.
Ηδη ανακοινώθηκε ότι, έπειτα από τόσες προσπάθειες, επιτεύχθηκε πρωτογενές πλεόνασμα το 2012, δηλαδή δεν χρειάζεται πλέον να δανειζόμαστε ως χώρα για να καλύψουμε τις εσωτερικές μας ανάγκες, αλλά μόνο για να εξοφλούμε το εξωτερικό μας χρέος που παραμένει υψηλό και το οποίο, παρά τις αλλεπάλληλες αναδιαρθρώσεις, δεν είναι βιώσιμο και χρειάζεται και νέα αναδιάρθρωση.
.
Αυτή η θετική εξέλιξη προσφέρει τη δυνατότητα -σε συνδυασμό με τη γενική παραδοχή ότι ο σχεδιασμός της δημοσιονομικής προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας από το ΔΝΤ και την Ε.Ε. περιείχε σοβαρά λάθη με ολέθριες κοινωνικές συνέπειες- να ξεκινήσει μία συζήτηση με τους δανειστές μας για αλλαγή του περιεχομένου της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής προς την κατεύθυνση της χαλάρωσης της φορολογικής πίεσης που ασκείται κυρίως στους μισθωτούς του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, καθώς και της αύξησης των δαπανών για δημόσιες επενδύσεις στους πιο αποδοτικούς τομείς, περιλαμβανόμενης της εκπαίδευσης και της έρευνας.1
.
Μία τέτοια συζήτηση, μαζί με την ένταση της προσπάθειας για τη σύλληψη της φοροδιαφυγής, θα συνέβαλλε στην εκτόνωση της κοινωνικής διαμαρτυρίας πριν πάρει μορφές ανεξέλεγκτες. Παράλληλα, πολιτικές αποφάσεις, που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν δυσανάλογα μεγάλες κοινωνικές διαμαρτυρίες σε σχέση με τα αποτελέσματα που προσδοκώνται, πρέπει να λαμβάνονται με ιδιαίτερη περίσκεψη ( π.χ. σχέδιο «Αθηνά» για τα ΑΕΙ της χώρας).
.
1. Ν. Μαραβέγιας (επιμ.) «Εξοδος από την Κρίση. Η συμβολή της Ερευνας και Τεχνολογίας», Θεμέλιο, Αθήνα, 2012.
.
*Ο Ν. Μαραβέγιας είναι καθηγητή πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υπουργού
.
.