Ένα φάντασμα πλανιέται στην Ελλάδα. Το φάντασμα της Μαρίας Ρεπούση. Πολλές δυνάμεις της γερασμένης Ελλάδας ενώθηκαν σε μια ιερή συμμαχία εναντίον του. Ακροδεξιοί, συντηρητικοί και μη πολιτικοί, παπάδες, εκπρόσωποι εθνικοτοπικών συλλόγων, πολλοί δημοσιογράφοι και κυρίως τηλεσχολιαστές, όλοι μαζί ξορκίζουν τη Ρεπούση, διαστρεβλώνουν τις θέσεις της, νιώθουν προσβεβλημένοι από την παρουσία και τα λεγόμενά της, τη βρίζουν και την απειλούν καθημερινά.
Η Ρεπούση διατυπώνει την άποψή της για την ιστορία και κάποια γεγονότα της. Μια άποψη διαφορετική από αυτήν της κυρίαρχης ιστορικής αφήγησης και της λαϊκότροπης συναισθηματικής πρόσληψής της. Γιατί όμως αυτό θεωρείται έγκλημα καθοσίωσης; Υπάρχουν ακόμα περιοχές στην Ιστορία που απαγορεύεται η εκ νέου διερεύνηση και επανεξέτασή τους; Η χρήση διεθνώς αναγνωρισμένων επιστημονικών κριτηρίων για την ερμηνεία και τη διαβάθμιση ακόμα και τραγικών ιστορικών γεγονότων γιατί ενοχλεί; Το ελληνικό έθνος, διακόσια χρόνια περίπου μετά τη συγκρότησή του σε κράτος, σε τι κινδυνεύει από μια νέα ανάγνωση της Ιστορίας του; Και τέλος πάντων τι είναι αυτοί οι αυτόκλητοι εκφραστές του «ψυχισμού» του λαού, τον οποίο οι ίδιοι εν πολλοίς διαμορφώνουν και εκμεταλλεύονται χυδαία για δημοσιογραφικό, πολιτικό και ιδεολογικό όφελος;
Ολοι αυτοί εκφράζουν μια φοβική Ελλάδα, που ακόμα και τώρα, παρά τη δεινή της κρίση, αρνείται πεισματικά να κοιταχτεί στον καθρέπτη και να αναμετρηθεί με την εικόνα που είχε κατασκευάσει για τον εαυτό της. Ολοι αυτοί, αντί να αναστοχαστούν τους τρόπους συγκρότησης της ελληνικής κοινωνίας και την αδυναμία πλέον της αναπαραγωγής της, προτιμούν τη διαιώνιση των μύθων που συνόδευσαν την εθνική της αφήγηση και τον εύκολο και πολλαπλά αποδοτικό δρόμο της πατριδοκαπηλίας, του εθνολαϊκισμού και της καταγγελίας.
Ολοι αυτοί αμφισβητούν ευθέως και με ιδιαίτερη θρασύτητα το αναφαίρετο δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου στην Ελλάδα. Το χειρότερο όμως δεν είναι αυτό. Εκείνο που τρομάζει είναι η ανοχή και η σιωπή σχεδόν όλων, ακόμα και των διανοουμένων, στην επιχειρούμενη επιβολή μιας υποτιθέμενης «εθνικής» Ιστορίας και στον εξοβελισμό όσων επιμένουν στην έκφραση του επιστημονικού τους λόγου. Μήπως λοιπόν η αντιμετώπιση της Ρεπούση καταδεικνύει ότι η Χρυσή Αυγή δεν είναι παρά η επιθετική και βίαιη έκφραση ενός βαθύτερου κοινωνικού υποστρώματος ανελευθερίας και εθνικιστικών αντιλήψεων και πρακτικών;