Παλιά, όταν οι θεωρητικές συγκρούσεις στο εσωτερικό της Aριστεράς ήταν έντονες, ο οικονομισμός θεωρούνταν από πολλούς χυδαία παρέκκλιση της μαρξιστικής ερμηνείας των πραγμάτων. Με τον όρο αυτόν αποδιδόταν η αντίληψη για την πρωτοκαθεδρία των παραγωγικών δυνάμεων στην ιστορική και κοινωνική εξέλιξη. Στην αντίληψη αυτή, που σταδιακά έγινε κυρίαρχη στη σοβιετική εκδοχή του μαρξισμού, εναντιώθηκαν ο ίδιος ο Λένιν, όσο ζούσε, ο Μάο, ο Γάλλος φιλόσοφος Λουί Αλτουσέρ και άλλοι, οι οποίοι είχαν την άποψη ότι «κινητήριος» δύναμη της Ιστορίας ήταν η κοινωνική και πολιτική πάλη των τάξεων. Ο οικονομισμός ήταν βέβαια κυρίαρχος και στην εγχώρια μαρξίζουσα σκέψη, όπως αυτή εκφραζόταν από το ΚΚΕ και τις διάφορες σταλινικές αποφύσεις του.
Από εκεί όμως που η παραδοσιακή Αριστερά είχε θεοποιήσει την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, η κυβερνώσα ριζοσπαστική εκδοχή της λύγισε το ραβδί εντελώς στην άλλη πλευρά. Σε μια περίοδο πλήρους κατάρρευσης του εγχώριου παραγωγικού ιστού, αρνείται και εμποδίζει εμμονικά, με διάφορες προφάσεις, οποιαδήποτε σχεδόν επενδυτική προσπάθεια. Οι προφάσεις είναι οικολογικές και ιδεολογικές και συνοδεύονται συνήθως από καταγγελίες ενός θεωρούμενου ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας. Προφανώς το κυβερνών κόμμα αλλά και μεγάλα τμήματα της κοινωνίας δεν έχουν συναίσθηση της οριακής κατάστασης της χώρας. Δείχνουν να αγνοούν ότι η αποσαθρωμένη οικονομία για να ανακάμψει απαιτεί επενδυτικά κεφάλαια τα οποία υπάρχουν μόνο στο εξωτερικό.
Φαίνονται να μην αντιλαμβάνονται ότι η επενδυτική ενεργοποίηση των λιμανιών, των αεροδρομίων, των σιδηροδρόμων, των ορυκτών μπορεί να είναι ο κινητήριος μοχλός για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Αντίθετα, με εντυπωσιακή ελαφρότητα, η κυβερνητική Αριστερά κλείνει τα μεταλλεία στη Χαλκιδική και αδρανοποιεί τις ιδιωτικές επενδύσεις στο Ελληνικό, στα λιμάνια του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, στα αεροδρόμια. Ενα μπλοκ αυτοδιοικητικών παραγόντων, «δημόσιων» συνδικαλιστών, τουριστικών μικροεπιχειρηματιών και διαφόρων ακτιβιστών, συνεπικουρούμενο από κυβερνητικά στελέχη, προτείνει στον λαό, αντί για θέσεις εργασίας, φαραωνικά πάρκα αναψυχής…
Γιατί συμβαίνει όμως αυτό; Η απάντηση ίσως βρίσκεται στην κοινωνική σύνθεση του στελεχικού δυναμικού της «ριζοσπαστικής» Αριστεράς. Τα διανοούμενα μικροαστικά στρώματα και τα τμήματα της πολύμορφης δημοσιοϋπαλληλίας που αποτελούν τον κομματικό κορμό του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν σχέση με την πραγματική παραγωγική διαδικασία. Η σχέση τους με την Αριστερά είναι πρωτίστως πολιτισμική και όχι οικονομική και κοινωνική. Υπόκεινται δε στη γενικότερη νεοελληνική ιδεολογία της υποβάθμισης της παραγωγικής εργασίας και της κουλτούρας της. Μήπως όμως για να διασωθεί η χώρα, τα στελέχη της κυβερνητικής Αριστεράς πρέπει να ξαναγίνουν οικονομιστές;