Υπέρ Μαρίας Ρεπούση (σύντομος) λόγος

Δημήτρης Φύσσας 04 Ιουν 2013

«Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ελλάδα»: το φάντασμα της Μαρίας Ρεπούση. Όλες οι δυνάμεις της γερασμένης Ελλάδας ενώθηκαν σε μια ιερή συμμαχία για να κυνηγήσουν αυτό το φάντασμα: ο Μιχαλολιάκος και η δήμαρχος Σουλίου, ο Καμμένος και η Ακαδημία Αθηνών, ορθόδοξοι παπάδες και αριστεροί εθνικιστές, Έλληνες νεοναζιστές και σταλινικοί πατριώτες. Μια εξαιρετική ιστορικός, που συμβαίνει να είναι και γυναίκα και (πρόσφατα) βουλευτίνα, έλκει σαν μαγνήτης τις επικρίσεις, τα μπινελίκια και τις χυδαιότητες καθενός που νομίζει ότι, επειδή δηλώνει «πατριώτης», έχει το δικαίωμα να ρίχνει δημόσια ό,τι κατεβάζει η κούτρα του – ιδίως μέσα στην ανωνυμία του διαδικτύου.

Ή και στην επωνυμία. Αίφνης ο –ακαδημαϊκός, εντέλει, άργησε αλλά τον κάνανε τώρα που έγινε ακίνδυνο εθνικό κεφάλαιο– κ. Μίκης Θεοδωράκης είπε πριν από λίγο: «Αν είχα δύναμη, θα έλεγα στη Ρεπούση, “είναι προσόν που ζεις στην Ελλάδα και είσαι Έλληνας. Αν δεν το καταλαβαίνεις πήγαινε αλλού, πήγαινε να ζήσεις στη Νιγηρία”». Τι διαφορετικό σας έλεγε ο κ. Στυλιανός Παττακός, κ. Θεοδωράκη; Αλλάζω την προσφώνηση και ιδού τι «ωραία» που στέκεται: «Θα έλεγα στον Θεοδωράκη, “είναι προσόν που ζεις στην Ελλάδα και είσαι Έλληνας. Αν δεν το καταλαβαίνεις πήγαινε αλλού, πήγαινε να ζήσεις στη Νιγηρία”». Αλλά κανένα «προσόν» δεν είναι να είσαι Έλληνας, κ. Θεοδωράκη. Ούτε ελάττωμα. Τυχαίνει να γεννηθήκαμε εδώ και να μιλάμε ελληνικά, τίποτ’ άλλο. Ούτε καλύτεροι, ούτε χειρότεροι είμαστε από άλλους. Εξάλλου τέσσερις ή πέντε γενιές πίσω και πέρα, όλοι ανακατωμένοι είμαστε, τι να κάνουμε. Τέλος πάντων, ας γυρίσουμε όμως στην κυρία Ρεπούση.

Το βιβλίο της ΣΤ΄ Δημοτικού ήταν πολύ καλύτερο και από τα προηγούμενα και από το επόμενό του. Αυτό ποιος έκατσε να το διαβάσει; Σχεδόν κανένας. «Εκ πληροφοριών» (όπως έλεγαν οι παλαιοί εκείνοι ημιαγράμματοι και γραφικότατοι ασφαλίτες στα δικαστήρια) μάθανε για το συνωστισμό (που ήταν ρήμα, «συνωστίζονταν») και κόλλησαν εκεί, δεν πήραν υπόψη βελτιώσεις ή διορθώσεις, φάγανε και μια υπουργό (την κ. Γιαννάκου) κι άρχισαν τον πόλεμο κατά της κ. Ρεπούση.

Το λαμπρό βιβλίο για τα «Μαρασλειακά» δεν το πήραν είδηση οι ποικιλόχρωμοι εχθροί της κ. Ρεπούση. Αφορά παλιές ιστορίες, 80-90 χρόνια πριν, δεν έχουνε εθνικιστικό ψωμί σήμερα. Ήταν μια κάποια ανάπαυλα.

Ήρθε στο προσκήνιο το αντιρατσιστικό – ή μάλλον η πολλαπλή κωμωδία των πολλών αντιρατσιστικών. Αποδόθηκε στην κ. Ρεπούση ένα μέιλ όπου «επικοινωνεί» με κάποια επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, με σκοπό να συντονιστούνε εναντίον των «εθνικιστικών απόψεων περί γενοκτονίας» στον Πόντο και τη Μικρασία και κατά του αντιρατσιστικού. Δεν πα’ να διέψευσε ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν πα’ να διέψευσε η ίδια η βουλευτίνα, λέγοντας μάλιστα ότι συμφωνεί με το νομοσχέδιο, που στο κάτω κάτω το κόμμα της το κατέθεσε; Δεν έχει σημασία, ευκαιρία για ανθρωποφαγία. Ρεπούση = κόκκινο πανί, ας ορμήσουμε παιδιά.

Κι όμως, το ζήτημα τού τι είναι και τι δεν είναι «γενοκτονία» είναι επιστημονικά ανοιχτό. Και δεν έχει την παραμικρή σημασία που ο έμφοβος κ. Κουβέλης έσπευσε να δηλώσει ότι τις γενοκτονίες τις δέχεται η… ΔΗΜΑΡ: «Σας λέω πάρα πολύ καθαρά ότι για εμάς υπήρξε Γενοκτονία των Ποντίων και είναι οφειλόμενη πράξη ο σεβασμός της Γενοκτονίας των Ποντίων». Κι από κοντά η Βουλή. Αλλά καμιά Βουλή και καμιά απόφαση δεν μπορεί να επιβάλει άποψη στην κοινότητα των ιστορικών, που άλλωστε είναι διχασμένη στο θέμα των γενοκτονιών γενικά και των «γενοκτονιών» αυτών ειδικότερα. Και ειδικά η ελληνική Βουλή, που χαιρέτιζε ομόφωνα τους Κάραζιτς και Μιλόσεβιτς, όταν διέπρατταν τουλάχιστον εθνοκάθαρση (είδατε, δεν λέω «γενοκτονία») στη Βοσνία.

Ακολούθησε η γνώμη (ή μη γνώμη, δεν έχει σημασία) για το χορό του Ζαλόγγου. Εκεί πια το πράγμα παράγινε. Κάθε έθνος ανεξαίρετα έχει τους μύθους του. Μαρμαρωμένος βασιλιάς, κρυφό σχολειό, ύψωση λαβάρου στην Αγία Λαύρα, επανάσταση που άρχισε στις 25 Μαρτίου είναι μερικοί από τους ελληνικούς. Το χορό του Ζαλόγγου δεν τον έχω μελετήσει, δεν έχω άποψη, δεν ξέρω αν ήταν μύθος ή όχι. Αλλά αν κάποιος έχει άποψη ότι ήταν μύθος και το πει, και τι έγινε; Αρχίζουμε τις απειλές και τα μπινελίκια, τι ωραία, έχει και Ρεπούση το κόλπο, ας ορμήσουμε παιδιά.

Αν όντως η κ. Ρεπούση έχει πει τα μισά απ’ όσα της αποδίδουνε, αυτό ένα πράγμα δηλώνει: ότι δεν είναι πολιτικάντης, ότι δεν την ενδιαφέρει η επανεκλογή της, ότι δεν στρογγυλεύει τα λόγια της ώστε να γίνεται αρεστή. Επίσης, ότι η ιστορικός μέσα της έχει μεγαλύτερη σημασία από την πολιτική ιδιότητά της. Φυσικά, δεν έχει πει ούτε τα μισά.

Αλλά, ας δεχτώ για χάρη της συζήτησης ότι η κ. Ρεπούση έχει πει όλα όσα κατά καιρούς της αποδίδουν οι αντίπαλοί της. Ας δεχτώ επίσης ότι οι αντίπαλοί της δεν είναι ούτε ανιστόρητοι, είναι μάλιστα όλοι τέρατα ιστορικής γνώσης, ότι ανιστόρητη είναι η ίδια η βουλευτίνα του Πειραιά. Αυτό της αφαιρεί το δικαίωμα να εκφράζει τη γνώμη της; Πρέπει να της κλείσετε το στόμα; Και γιατί δεν φέρνετε δικά σας τεκμήρια και επιχειρήματα, αν έχετε; Έχετε όμως; Ή μονάχα ξέρετε να φοβερίζετε και να απειλείτε; Επομένως διαβάστε τι πραγματικά λέει η κ. Ρεπούση με την υπογραφή της (βιβλίο, άρθρο, δήλωση), όχι ό,τι της αποδίδεται, και μετά αντιπαρατεθείτε. Δεν μπορεί στην πλάτη μιας ιστορικού να βγάζει τα απωθημένα του ο κάθε πικραμένος, «whatever you say I ’m against», προτού καν το διαβάσει με τα μάτια του, «εκ πληροφοριών».

Υ.Γ. 1 Παρόμοια έχω να πω και προς όσους ερωτοτροπούν με την ιδέα να ποινικοποιήσουν την έκφραση άποψης, και της πιο αποκρουστικής ακόμα. Στη δημοκρατία έχει δικαίωμα έκφρασης και ο ναζιστής και ο σταλινικός και ο θεοκράτης και ο κάθε άλλος αντιδημοκράτης. Μόνο η πράξη μπορεί να διώκεται, όχι η ιδέα. Αν όχι, δεν έχεις δημοκρατία, αρχίζεις να μοιάζεις μ’ αυτούς ακριβώς.

Υ.Γ. 2 Η κ. Ρεπούση μού είναι προσωπικά άγνωστη. Αν και συνομήλικοι και στην ίδια σχολή (νομίζω), στο πανεπιστήμιο δεν είχαμε παρτίδες. Μόνο ραδιοφωνικά έχουμε μιλήσει και στον πληθυντικό. Αλλά όσο χτίζουν τείχη γύρω της, ακόμα και μέσα στην ίδια τη ΔΗΜΑΡ, τόσο πιο κοντά μου τη νιώθω.