Κάποια βράδια, κατά τις 23:30, φτάνω με το μετρό στο Αιγάλεω, για να επιβιβασθώ στο λεωφορείο της γραμμής 807 προς Κορυδαλλό. Εδώ και περίπου ένα χρόνο, μεταξύ των συνήθων επιβατών οι οποίοι επιστρέφουν στο σπίτι τους μετά από μια γεμάτη ημέρα εργασίας, συναντάω και ένα ζευγαράκι. Δύο όμορφα, πολύ γλυκά παιδιά, όχι πάνω από 18-19 χρόνων. Δεν γνωρίζω καν τα ονόματά τους, όμως η εικόνα τους μου φτιάχνει τη διάθεση και η αύρα που εκπέμπουν είναι πολύ θετική· έχω φτάσει να τους θεωρώ «γούρι» μου και είμαι βέβαιος, πως η επόμενη ημέρα μου θα είναι, τουλάχιστον, καλή.
.
Η εμφάνισή τους απλή. Πάντα καθαροί και περιποιημένοι, δίχως φανταχτερά ρούχα, δίχως ακρότητες. Από τις πρώτες φορές που τους παρατήρησα, μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι σε όλη τη διαδρομή (περίπου 15-20 λεπτά), μιλάνε, ή μάλλον, επικοινωνούν! Κοιτάζονται στα μάτια, εκφράζονται, αγγίζονται δίχως σαλιαρίσματα, με αξιοπρέπεια και ποτέ δεν έδωσαν δικαίωμα, ακόμη και στον πιο συντηρητικό δυσκοίλιο, να ενοχληθεί. Συζητούν, με το κεφάλι της κοπέλας να είναι γερμένο στον ώμο του, δεν κουτσομπολεύουν, δεν «θάβουν» κάποιους από την παρέα τους, δεν γκρινιάζουν. Μιλούν για θέματα δικά τους. Αρκετές φορές πιάνω τον εαυτό μου να αναρωτιέται, πού βρίσκουν τόσα να πουν! Εκείνη κυρίως, δηλαδή, γιατί είναι φανερό πως εκείνη είναι η star στη σχέση, που κινείται όμως στο περιβάλλον της ασφάλειας και της εμπιστοσύνης που της έχει δημιουργήσει και ξέρει πως όταν χρειαστεί, θα τη στηρίξει και θα την οδηγήσει σωστά και σίγουρα. Τους χαίρομαι που είναι μαζί και δεν μπορώ να τους φανταστώ μεμονωμένα.
.
Θεωρούσα πως είναι ένα ακόμη συμπαθητικό ζευγάρι, ίσως κάπως ξεχωριστό, αλλά μέχρι εκεί. Είχα την εντύπωση ότι η οικογένεια και οι όροι της καθημερινότητάς τους, θα ήταν εκείνη του μέσου όρου των νέων, ίσως με κάποιες σχετικές αποκλίσεις· ποτέ δεν θα μου πέρναγε από τον νου ότι μπορεί τα πράγματα να ήταν διαφορετικά.
.
Προχθές το βράδυ, έτυχε να κάθομαι μία θέση εμπρός τους και δίχως να το επιδιώξω, άκουσα ένα μέρος από το διάλογό τους, ο οποίος ήταν σχετικός με το οικογενειακό περιβάλλον της κοπέλας. Θα παραθέσω ό,τι συγκράτησα:
.
[… η μάνα μου, σιγά, αυτή λεφτά θέλει, Αν της δώσει ένα 50ευρω θα πάψει, πάντα έτσι κάνει, μόνο αυτό τη νοιάζει … Ε! τώρα πρέπει να βρει και ο αδελφός μου μια δουλειά, 15 ½ χρονών είναι πια, μπορεί κάτι να βρει …]
.
[…η γιαγιά μου, δηλαδή η πρώην γυναίκα του παππού μου, κάτι μας έδινε, αλλά τώρα με τα κοψίματα στις συντάξεις ζορίζεται κι αυτή …ναι, μου έλεγε ότι κι ο παππούς μου έδινε χρήματα για εμάς στον πατέρα μου, αλλά εμείς ποτέ δεν είδαμε κάτι από αυτά. Τι τα έκανε; Τα έτρωγε, ξέρω ’γω; Έπαιζε ζάρια, έπινε με τους φίλους του …]
.
[… εντάξει, γι’ αυτό κι εγώ θέλω να μ’ ακούς, κι εγώ εσένα, έτσι είναι τα ζευγάρια…]
.
[… όλα καλά θα πάνε, σιγά . . .] …
.
Δε χρειάζεται να περιγράψω το σοκ που αισθάνθηκα από τα όσα άκουγα. Όχι γιατί μου είναι άγνωστες οι περιπτώσεις όπως αυτή· στις γειτονιές του Πειραιά, θα συναντήσεις παρόμοιες ιστορίες, όπως άλλωστε και σε κάθε γειτονιά, πέραν εκείνων στα «λαμπερά» προάστια. Ήταν όμως που με αιφνιδίασε η αφήγηση και η αντίθεση. Μια τέτοια ιστορία και ένα τόσο χαρούμενο, γεμάτο όρεξη για ζωή, καθαρό πρόσωπο. Δίχως να υπάρχει ούτε μία σκιά, δίχως ένα παράπονο, δίχως ούτε μία υποψία θυμού για την αδικία, στο βλέμμα. Καμία αγανάκτηση επειδή από την αρχή της ζωής της υποχρεώθηκε -δίχως να έχει καμία ευθύνη για αυτό- να αντιμετωπίσει αντιξοότητες που θα λύγιζαν και ενήλικες. Διατηρεί το θάρρος και την όρεξη για ζωή, δίχως να τη δηλητηριάζει.
.
Θέλησα να γράψω γι’ αυτά τα παιδιά! Ως οφειλή και φόρο τιμής σε όσους νέους παλεύουν στη ζωή, δίχως κανένα πλεονέκτημα στην εκκίνηση, δίχως κανένα στήριγμα. Για εκείνα τα παιδιά που έχουν μάθει να κάνουν τα αγκάθια τους φίλους.
.
Δεν έχουν ανάγκη τα καθημερινά 5ευρα – 10ευρα για καφέ στις πλατείες ή για club τα βράδια. Μπορούν να περνούν καλά και δίχως αυτά. Τολμούν να αγγίζονται, να κάνουν όνειρα και να ερωτεύονται όχι σαν πορνογράφημα, αλλά με εφηβική αθωότητα και αισθησιασμό και ξέρουν ότι η αυριανή ημέρα θα είναι καλύτερη. Που χτίζουν τα όνειρά τους ταπεινά, δίχως την ασφάλεια διαθέσιμων γονεϊκών κονδυλίων για φροντιστήρια, μεταπτυχιακά, αυτοκίνητα, «lap tops» και κινητά τελευταίας γενιάς. Που μπορούν να απολαμβάνουν τη μετακίνησή τους με λεωφορείο, χωρίς να φθονούν αυτό που δεν μπορούν να έχουν. Για εκείνα τα παιδιά που αγωνίζονται για να κάνουν τη ζωή τους καλύτερη, αλλά εκτιμούν και απολαμβάνουν ό,τι αυτή τη στιγμή έχουν, χωρίς να υποκύπτουν στην ευκολία γκρίνιας και στείρας άρνησης· δεν αποδέχονται τον μηδενισμό των πάντων και ξέρουν ότι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια νικά την πείνα και τις δυσκολίες. Που αντιστέκονται δημιουργώντας και όχι ξεσπώντας το αδιέξοδο μίσος τους πάνω σε κάθε τι και σε κάθε έναν, που δεν επιτρέπουν στην ανία τους να τους κατευθύνει σε επαναστάσεις χωρίς αιτία, μη επιτρέποντας στο αίμα τους να γεράσει αναίτια.
.
Εκείνη την ημέρα ήμουν βυθισμένος σε μελαγχολικές σκέψεις, αναλογιζόμενος τα καθημερινά αδιέξοδα των μειώσεων του μισθού μου, της ανεργίας μου, την υστερία και την ανασφάλεια γύρω μου, τις αποτυχίες μου, το γεγονός ότι στις μέρες μας τα ιδανικά έγιναν πέτρες και αντί να σε βοηθούν να ανέβεις, σε καταποντίζουν ταχύτερα· ακόμη και τα συναισθηματικά μου αδιέξοδα ή και το μέλλον της κεντροαριστεράς. Ναι, ήταν μια δύσκολη μέρα.
.
Είχε όμως το καλύτερο δυνατό τέλος. Ό,τι πιο αισιόδοξο μπορούσε να τύχει. Παιδιά, δεν γνωριζόμαστε (θα ήθελα πολύ να σας γνωρίσω, πάντως), αλλά σας ευχαριστώ. Σας ευχαριστώ, γιατί μου δείξατε ότι υπάρχουν ακόμη παιδιά που μπορούν να μετράνε τ’ άστρα…
.
Υ.Γ. Αυτήν την εβδομάδα δεν είχα καμία διάθεση να πολιτικολογήσω. Η άνοιξη, ο Απρίλης, η Λαμπρή, με βάζουν σε μια άλλη κατάσταση, πιο αληθινή, πιο καθημερινή, πιο ανθρώπινη.
.
Ο Λυκούργος Χατζάκος είναι πολιτικός Επιστήμονας, Πρόεδρος της ΜΚΟ InetCosmos