athensvoice.gr
Όσοι δεν μετέχουμε στο παιχνίδι του δικομματισμού καταγράφουμε το γεγονός ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει ο ένας μονομάχος-παίκτης του διπολισμού, χωρίς τον άλλον. Ισχυριζόμαστε, μάλιστα, ότι ο ένας συνιστά υπαρξιακή προϋπόθεση του άλλου.
Τι, ακριβώς, όμως εννοούμε όταν το λεμε; Τι είναι κοινό στα, κατά τα φαινόμενα, διαφορετικά πολιτικά αφηγήματα του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ;
Ας παρακολουθήσουμε ένα παράδειγμα πριν απαντήσουμε στο ερώτημα: Στην παρουσίαση του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ για τις εκλογές το Δημόσιο έχει δεσπόζουσα θέση. Όταν αναφέρονται σ’ αυτό, το κάνουν για να μας πουν ότι θα κάνουν νέες προσλήψεις. Άλλο θέμα, πέραν των προσλήψεων, δεν υπάρχει. Ούτε τα προβλήματα που προκαλούνται από την κυκεωνική πολυνομία και τις περίπλοκες διοικητικές διαδικασίες απασχολούν τους συντάκτες του προγράμματος, ούτε οι επάλληλες δομές που στέλνουν την παραγωγικότητα του δημοσίου στο ναδίρ αξίζουν την προσοχή τους ούτε ο αρχαϊκός τρόπος κατάρτισης και εφαρμογής του προϋπολογισμού δεν κατάφερε να κερδίσει μια θέση στην μεταρρυθμιστική τους ατζέντα.
Μόνο προσλήψεις, λοιπόν. Ισχυρίζονται ότι θέλουν να προσλάβουν νοσοκόμους, δασκάλους και αστυνομικούς. Ούτε λέξη, γιατί δεν τους προσέλαβαν μέχρι τώρα. Όταν απαντάνε στη σχετική ερώτηση, λένε ότι κάποιος δεν τους άφησε να το κάνουν, εννοώντας τους δανειστές. Ουδέν ψευδέστερον. Η αλήθεια είναι ότι στα προηγούμενα 4.5 χρόνια, η κυβέρνηση δεν ήθελε να προσλάβει τέτοιο προσωπικό, ενώ μπορούσε. Η Ελλάδα, ακόμη κι όταν ο περιορισμός των προσλήψεων ήταν αυστηρότερος αυτού που ήταν στο τέλος του τρίτου μνημονίου (1:1), μπορούσε να προσλαμβάνει περί τους 8.000 υπαλλήλους ετησίως. Αξίζει, εδώ, να σημειωθεί ότι οι δανειστές έκαναν τα στραβά μάτια, ακόμη κι όταν στα χαρτιά ίσχυαν μεγαλύτεροι περιορισμοί στις προσλήψεις των μονίμων υπαλλήλων (3:1, 2:1). Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα θα μπορούσε, λοιπόν, να είχε προσλάβει γύρω στις 30.000 γιατρούς, νοσοκόμους κι αστυνόμους. Και σ’ αυτό τον αριθμό θα έπρεπε να προστεθούν και οι δεκάδες χιλιάδες έκτακτοι, όπου ένα χαλαρό πλαφόν λειτουργούσε α λα καρτ. Αλλά δεν έκανε προσλήψεις εξειδικευμένου προσωπικού. Συνειδητά. Προτίμησε να προσλάβει ανειδίκευτο προσωπικό. Μόνον 11% όσων προσλήφθηκαν τα δύο προηγούμενα χρόνια ήταν απόφοιτοι Πανεπιστημίου. Δεν μας έχει εξηγησει κανένας αρμόδιος κυβερνητικός παράγοντας γιατί έκαναν την επιλογή αυτή. Μπορούμε, βεβαίως, να υποθέσουμε ότι η προσδοκία πρόσληψης εκτάκτων με χαμηλά προσόντα (απόφοιτοι Δημοτικού η Γυμνασίου) καλλιεργείται σε πολύ περισσότερους ανθρώπους απ’ ότι σε επιστήμονες και εξειδικευμένους τεχνικούς. Για παράδειγμα, στην προκήρυξη που αφορούσε εργάτες καθαριότητας εκδήλωσαν ενδιαφέρον 131.000 άνθρωποι για 4.500 θέσεις. Έχουμε φθάσει στις εκλογές και τα αποτελέσματα της διαδικασίας πρόσληψης γι’ αυτές τις θέσεις δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμη. Οι υποψήφιοι υπέβαλαν τις αιτήσεις τους πριν από δύο χρόνια. Οι αριστεροί Μαυρογυαλούροι ξέρουν ότι ο καθένας που προσδοκά να καταλάβει μια από τις επίζηλες θέσεις πρέπει να τελεί σε καθεστώς ομηρίας και να τους ψηφίσει με την ελπίδα ολοκλήρωσης της διαδικασίας.
Υποκρίνονται, λοιπόν, σήμερα όταν κόπτονται για εξειδικευμένο προσωπικό το οποίο θα καλύψει, δήθεν, καίριες ανάγκες. Εννοείται, ότι δεν έχουν καμία τεκμηριωμένη γνώμη ούτε για τις ανάγκες ούτε για τον προσφορότερο τρόπο με τον οποίο αυτές μπορεί να καλυφθούν. Αναμασούν μια κενόλογη κουβέντα περί αναγκών στην υγεία, την παιδεία και την ασφάλεια γνωρίζοντας ότι δεν υπάρχει Έλληνας που θα διαφωνούσε με το να υπάρχει επαρκής κρατική κάλυψή του σ’ αυτά τα τρία πεδία. Παραδοσιακή πολιτική σπέκουλα.
Η ΝΔ, πάλι, διατείνεται ότι θα προσλαμβάνει έναν για κάθε πέντε που θα αποχωρούν. Συνεπής με την βασική της θέση ότι το δημόσιο είναι βαρίδι στην «ανάπτυξη» που έχει κατά νου, θα επιχειρήσει να το καταδικάσει σε περιχαράκωση και οργανωτικό θάνατο. Η ΝΔ είναι κόμμα που δεν πιστεύει στις διοικητικές μεταρρυθμίσεις, παρ’ όλον ότι τις χρησιμοποιεί ως φύλλο συκής. Στο πρόγραμμά της υπάρχουν κάποιες γενικές αναφορές σε διοικητικές διαδικασίες που θα απλουστευθούν καθώς και στις σύγχρονες τεχνολογίες που θα υποκαταστήσουν τα πεπαλαιωμένα συστήματα του δημοσίου. Ούτε κι εδώ υπάρχει καμιά αιτιολογία για το 1:5. Θα μπορούσε να ήταν 1:4 η 1:14.
Τόσο, λοπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ δεν αντιλαμβάνονται και δεν υιοθετούν τις μεταρρυθμίσεις. Δεν έχουν ούτε τη γνώση ούτε τον τρόπο να εντοπίζουν και να λύνουν ούτε τα παλαιότερα ούτε και τα νεότερα προβλήματα που σωρεύθηκαν με την ελληνική κρίση.
Πιστεύουν και οι δύο σε μια ιδεολογικοποιημένη κατανόηση των προβλημάτων, νοθευμένη με την παράδοση του βαθέως πελατειακού κράτους.
Το Κίνημα Αλλαγής προτείνει για το σύνολο του διοικητικού κράτους την υιοθέτηση αλλαγών και μεταρρυθμίσεων που θα μας επιτρέψουν να βγούμε από τον φαύλο κύκλο της μιζέριας και της υπανάπτυξης. Προτείνουμε, εν προκειμένω, την αποκοπή της κεντρικής κυβέρνησης από την διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού. Μια Ανεξάρτητη Αρχή- θα μπορούσε, υπό όρους, να είναι το ΑΣΕΠ- πρέπει να αναλάβει την διάγνωση των αναγκών, την ορθολογική περιγραφή των θέσεων και των απαιτήσεων σε γνώσεις και δεξιότητες, την εποπτεία των προσλήψεων καθώς και τον κρίσεων στον δημοσιοϋπαλληλικό βίο. Η κεντρική κυβέρνηση μπορεί να θέτει τα δημοσιονομικά όρια, να έχει τον έλεγχο της νομιμότητας και βεβαίως, την ρυθμιστική αρμοδιότητα επί του πλαισίου διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού.
Η δημοκρατική παράταξη έχει τη γνώση και τους ανθρώπους που μπορούν να εφαρμόσουν τις αλλαγές. Ζητάμε από τους πολίτες να μην παγιδευτούν στο αδιέξοδο δίπολο των μονομάχων και να εμπιστευτούν το Κίνημα Αλλαγής. Για τις αλλαγές που χρειαζόμαστε και προσδοκούμε.