Υπάρχει ( συνεκτική) Εξωτερική Πολιτική;

Παναγιώτης Ιωακειμίδης 21 Οκτ 2018

Η παραίτηση του Υπουργού Εξωτερικών ( ΥΠΕΞ)  θέτει ένα καίριο ζήτημα  πέρα απο τις οποιεσδήποτε ενδοκυβερνητικές  συγκρόυσεις και άλλες πτυχές : υπάρχει (συνεκτική) εξωτερική πολιτική που να προωθείται ενιαία και συλλογικά από την σημερινή  κυβέρνηση της χώρας ; Είναι οφθαλμοφανές πλέον ότι  δεν υπάρχει. Φαίνεται να υπάρχουν(  υπήρχαν )  τουλάχιστον  δύο συν μία (2+1) διαφορετικές εξωτερικές  πολιτικές που εκπορεύονται από τρία διαφορετικά κέντρα: από το Υπουργείο Εξωτερικών (ΥΠΕΞ), το Μέγαρο Μαξίμου και τον κυβερνητικό  εταίρο (ΑΝΕΛ). Οι ευτράπελοι  αυτοσχεδιασμοί (επιεικώς) του κυβερνητικού εταίρου πάνω στα θέματα εξωτερικής πολιτικής θα ήσαν εντελώς  αδιανόητοι για οποιαδήποτε στοιχειωδώς σοβαρή κυβέρνηση σε οποιαδήποτε άλλη Ευρωπαϊκή χώρα. Αδιανόητοι γιατί θεσμικά δεν έχει αρμοδιότητα χάραξης εξωτερικής πολιτικής αλλά και για το περιεχόμενο αυτό καθ’ εαυτό των αυτοσχεδιασμών που βεβαίως ως τέτοιο είναι (και πάλι επιεικώς) ασυνάρτητο.  Σε μια σοβαρή κυβέρνηση οποιοσδήποτε  διαφωνεί με βασικές επιλογές κυβερνητικής πολιτικής  παραιτείται. Αυτό συνέβη πρόσφατα στο Ην. Βασίλειο. Ο υπουργός Εξωτερικών, ο πολύς  Μπ. Τζόνσον αλλά και ο υπουργός αρμόδιος για το Brexit Ντ. Ντέιβις παραιτήθηκαν ευθύς αμέσως καθώς διαφώνησαν με το πακέτο προτάσεων που παρουσίασε η πρωθυπουργός  Τ.  Μέι για το Brexit ( Chequers Brexit Plan)  .  Εδώ ο κυβερνητικός εταίρος  όχι απλώς διαφωνεί αλλά εκστρατεύει μετωπικά εναντίον μιας κεντρικής επιλογής εξωτερικής πολιτικής (Συμφωνία Πρεσπών με ΠΓΔΜ), παρουσιάζει  εναλλακτικά σχέδια εξωτερικής πολιτικής  και ως να μην  συμβαίνει απολύτως τίποτα  παραμένει ακλόνητος στη κυβερνητική θέση του. Και τελικά παραιτείται ο ΥΠΕΞ.

Αυτό όμως είναι ένα μόνο, αν και το πλέον κραυγαλέο,  σύμπτωμα δηλωτικό της απουσίας συνεκτικής, θεσμικά συλλογικά  δομημένης και σχεδιαμένης  εξωτερικής πολιτικής. Ποιός είναι ο κεντρικός άξονας/προσανατολισμός της εξωτερικής πολιτικής και το ουσιαστικό της περιεχόμενο; Είναι μια πολιτική που διαμορφώνεται με βάση τη θεσμική συμμετοχή και ρόλο της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) όπως οφείλει να διαμορφώνεται από μία χώρα που θέλει ή  φιλοδοξεί  να καταγράφεται ως βαθειά φιλοενοποιητική χώρα  σύμφωνα, μεταξύ άλλων,   και με τις σχετικές τοποθετήσεις του ανώτατου πολιτειακού παράγοντα, του  Προεδρου της Δημοκρατίας Π. Παυλόπουλου( βλέπε κοινό άρθρο του  με τον Πρόεδρο της Γερμανίας F-W. Stinmeier, Καθημερινή , 11 Οκτωβρίου 2018 ) ; Μάλλον δεν είναι. Γιατί, πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί η πρόσδεση στο όριο εξάρτησης της χώρας με τις Ηνωμένες Πολιτείες (ΗΠΑ);  Μια πρόσδεση που, μεταξύ άλλων,  ευθέως αντιστρατεύεται βασικές επιλογές της ΕΕ στο πεδίο της κοινής  εξωτερικής πολιτικής και κοινής  άμυνας. Αντιστρατεύεται  π.χ. τον κεντρικό στόχο της “στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ”,  στόχος που  έχει καθοριστει ως κορυφαία στατηγική επιδίωξη-δόγμα  της  Ένωσης ( βλέπε,  « Global Strategy», 2017)  και με την οποία έχει συμφωνήσει και η Ελλάδα στο πλαίσιο του Συμβουλίου. Αυτονομία που πρωτίστως αναφέρεται σε σχέση με τις ΗΠΑ.  Και τελικά σε ποιό θεσμικό πλαίσιο διαμορφώνεται η πολιτική αυτή;  Και μήπως αυτή η πρόσδεση με τις ΗΠΑ είναι ένας λόγος που η χώρα δεν συμμετέχει σε ορισμένους σχηματισμούς στρατιωτικού – αμυντικού χαρακτήρα χωρών μελών  της Ευρωπαϊκής Ένωσης( όπως ,π.χ. στην  πρόσφατη πρωτοβουλια της Γαλλίας στην οποία συμμετέχουν εννέα χωρες , οι περισσότερες από την περιοχή της Μεσογείου)  και δεν αξιοποιεί άλλες δυνατότητες και εργαλεία της ( όπως , π.χ. τη ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής της Συνθήκης της Λισσαβώνας) ή δεν αναλαμβάνει πρωτοβουλίες  πολιτικού χαρακτήρα ( όπως, π.χ. για την εγγύηση των συνόρων απο την  ΕΕ)  ;

Είναι όμως μήπως  εξωτερική πολιτική αρχών και  αξιών όπως οφείλει να είναι η εξωτερική πολιτική μιας δημοκρατικής χώρας μέλους της ΕΕ και μάλιστα με μία  υποτιθέμενη αριστερή κυβέρνηση;  Μάλλον δεν είναι ή τουλάχιστον δεν είναι στο βαθμό που θα όφειλε να είναι. Η Ελλάδα είναι σήμερα  η κατ’ εξοχήν δακτυλοδεικτούμενη χώρα μέλος της ΕΕ καθώς, μεταξύ άλλων,  έχει ασκήσει βέτο και απέπτεψε την υιοθέτηση   αποφάσεων  της Ένωσης επικριτικών  για την παραβίαση των ατομικών, θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Κίνα (βλέπε π.χ. τις σχετικές αναφορές του Economist, 6 Οκτωβρίου 2018).  Η πολιτική των οικονομικών συμφερόντων σε απόλυτη υπεροχή!

Η εξωτερική πολιτική μιας χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί και πρέπει να είναι πολυδιάστατη αλλα εντός πλαισίου ΕΕ.  Στη λογική αυτή η Ελλάδα οφείλει να επιδιώκει τις καλύτερες δυνατές σχέσεις με όλες τις χώρες, ΗΠΑ,  Ρωσία, Κίνα, κ.α. χωρίς όμως να παραβιαζει βασικές αρχές και αξίες.  Πρωτίστως  όμως  η εξωτερική πολιτική της χώρας θα πρέπει να εξυπηρετεί τους βασικούς  στόχους της ενίσχυσης της Ευρωπαϊκής κυριαρχίας (επιμονή του Γάλλου προέδρου Ε. Μακρόν) και της ολοκλήρωσης της ευρωπαϊκής κοινής εξωτερικής πολιτικής και κοινής  άμυνας. Και τούτο για τον αυτονόητο λόγο,  γιατί  με τον τρόπο αυτό μεγιστοποιούνται τελικά  τα πάγια και διαχρονικά συμφέροντα της χώρας- περιφερειάκά και ευρύτερα- αλλά και οι αξίες που υποτίθεται οτι  θα ήθελε να υπηρετήσει. Μια απ’ αυτές τις αξίες, εκτός της προστασίας  των ατομικών δικαιωμάτων, είναι και η στήριξη της πολυμέρειας (multilateralism)-που αυτή την περίοδο βάλλεται βάναυσα από τον πρόεδρο Τράμπ-   και η ενίσχυση  του  διεθνούς  σύστηματος αρχών και κανόνων που επισης απειλείται από πολλές πλευρές ( ΗΠΑ, Ρωσσία, κ.α.) . Αλλά  ούτε βεβαίως η πρόσδεση στο άρμα μιας παρακμάζουσας υπερδύναμης ούτε οι ευκαιριακές συμμαχίες χωρών  ούτε  οι τριγωνικοί ή τετραγωνικοί άξονες κρατών που στρεβλωτικά κατασκευάζονται στην περιοχή   συνιστούν οραματικές επιλογές εξωτερικής πολιτικής απ΄όπου κι αν εκπορεύονται .

Αλλά για να έχει συνεκτική εξωτερική πολιτική θα πρέπει προηγούμενα η χώρα να αποκτήσει  ολοκληρωμένη Ευρωπαϊκή πολιτική. Που δεν έχει…