Ο κ. Λ. Παπαδήμος, την Τρίτη, κατάφερε να αποτρέψει την καταστροφή της Ελλάδας και να της προσφέρει μια ευκαιρία: Το ρίσκο της μεταρρύθμισης.
H απόφαση του Eurogroup σφράγισε μια πρωτοφανή στα παγκόσμια χρονικά εκδήλωση διεθνούς αλληλεγγύης: (α) Το δημόσιο χρέος μας, ύψους 355,4 δισ., θα «κουρευτεί» κατά 107 δισ. ευρώ. (β) Η σύνθεσή του αλλάζει ποιοτικά, καθώς στη θέση των δανειστών-παικτών των αγορών μπαίνουν οι φορολογούμενοι λαοί, κυρίως της Ευρώπης. (γ) Αυτοί θα μας δανείσουν 130 δισ. επιπλέον των 110 δισ. που ήδη είχαν εγκρίνει – συνολικά 240 δισ. ευρώ. (δ) Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στηρίζει το ελληνικό πιστωτικό σύστημα, στο οποίο ήδη έχει δανείσει περίπου 135 δισ. ευρώ. (ε) Επειτα από εξαντλητική διαπραγμάτευση, η χώρα διαθέτει ένα σαφές και συγκεκριμένο πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών με χρονοδιάγραμμα. (στ) Στην υλοποίησή του θα μας βοηθήσει ένας εκτεταμένος μηχανισμός τεχνικής βοήθειας και επιτήρησης. (ζ) Αν χρειαστούμε χρηματοδοτική στήριξη και μετά το 2015, θα την έχουμε.
Οι «έξω» πιστεύουν ότι θα πετύχουμε. Γι’ αυτό στοιχηματίζουν (όχι με έπεα πτερόεντα…) βάζοντας στο τραπέζι ένα πακέτο-μαμούθ 480 δισ. ευρώ υπέρ της επιτυχίας μας.
Η μπάλα είναι στο δικό μας γήπεδο. Υπάρχει ένα κακό προηγούμενο, όταν, στα μέσα του 2011, αφού πετύχαμε να πάρουμε την επιμήκυνση και τη μείωση επιτοκίου για τα πρώτα 110 δισ. ευρώ, περιπέσαμε σε χειμερία νάρκη που διακοπτόταν μόνο από «αγωνιστικές» εξάρσεις κατά της τρόικας, εκρήξεις νοσταλγίας για το πελατειακό παρελθόν και «κεϊνσιανά» οράματα τόνωσης της κατανάλωσης με δανεικά. Νομίζω, όμως, ότι τέτοιες ακραίες εκδηλώσεις είναι πια παρελθόν. Αφενός, διότι κάποτε τα παθήματα γίνονται μαθήματα. Αφετέρου, διότι κάτι αλλάζει στο πολιτικό σύστημα, όπως δείχνουν: (α) Η μετατόπιση της Ν.Δ. από το αντιμνημονιακό στο μπλοκ της μεταρρύθμισης. (β) Η επικείμενη ανασύνταξη του ΠΑΣΟΚ. (γ) Η ενίσχυση δυνάμεων στον χώρο της Αριστεράς, οι οποίες πράγματι θέλουν να μείνει η Ελλάδα στο ευρώ και είναι διατεθειμένες να συμβάλουν σε αυτό και από θέσεις κυβερνητικής ευθύνης. (δ) Η νέα κουλτούρα συνεργασίας που έκανε τα πρώτα βήματά της με τη φροντίδα του σημερινού πρωθυπουργού.
Πρόκειται για θετικές (έστω με μεγάλη καθυστέρηση…) εξελίξεις, αναγκαίες αλλά όχι -από μόνες- ικανές για την επίτευξη των στόχων.
Η διαδρομή παραμένει εν μέρει αχαρτογράφητη (ποιος μπορεί, για παράδειγμα, να πει με ασφάλεια πώς θα επιδράσει ενδεχόμενη ενεργοποίηση των CDS στον χρόνο πρόσβασης της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές;)… Και, βεβαίως, παραμένει δύσβατη. Το βέβαιο είναι ότι ο κ. Λ. Παπαδήμος μέχρι την Τετάρτη θα έχει «κλείσει» μια λίστα δέκα σελίδων με τις προαπαιτούμενες ενέργειες και σύντομα θα ολοκληρώσει με επιτυχία την εθνική αποστολή που του ανέθεσε η ελληνική Βουλή – και αρνούμαι να σκεφτώ πού θα βρισκόταν σήμερα η χώρα αν τον Νοέμβριο είχε ανατεθεί αυτή η αποστολή σε κάποιον άλλο, από τους γνωστούς πολύφερνους «εν αναμονή πρωθυπουργούς»…
Θα ακολουθήσει η προεκλογική περίοδος, οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης και, αμέσως μετά, τον Ιούνιο θα βρεθούμε ενώπιον νέων (κρίσιμων…) εξετάσεων προόδου. Σμήνος τα ερωτήματα: Τι θα έχουμε προλάβει να υλοποιήσουμε; Τι ύψους νέα μέτρα θα ληφθούν; Πόση θα είναι η νέα προσαρμογή των συντάξεων στις οικονομικές δυνατότητες των Ταμείων; Πόση θα είναι, φέτος, η επίδραση της ευρωπαϊκής ύφεσης στα έσοδα του τουρισμού και στις εξαγωγές και πώς θα αντιδράσουμε; Κι αν συνεχίσουμε να θωρούμε ακίνητοι τα 15 δισ. ευρώ του ΕΣΠΑ και δεν βρεθούν τρόποι παροχής ρευστότητας στις υγιείς επιχειρήσεις, πόσο θα βαθύνει η ύφεση, πού θα αναρριχηθεί η ανεργία και, τελικά, ποιος θα απομείνει να παράγει κάτι στη μετά-την-ύφεση-Ελλάδα;..
Στην ανηφορική, μακρά πορεία που θα βαδίσουμε, το πνεύμα εθνικής συνεννόησης είναι ένα πολύ σημαντικό απόκτημα – ίσως, μάλιστα, λόγω και ευρύτερων γεωπολιτικών εξελίξεων, σύντομα να αποδειχθεί πολύ πιο πολύτιμο από όσο σήμερα φαίνεται. Η κατάρτιση ενός ευρύτερα αποδεκτού σχεδίου ανάπτυξης θα ήταν ένα συνεπές επόμενο βήμα – και, προς τούτο, μια νέα «Επιτροπή Αγγελόπουλου» ίσως το κατάλληλο εργαλείο.
Απαιτείται εθνική συνεννόηση για δράση. Οχι συνεννόηση για εθνικό εφησυχασμό. Γιατί σε αυτόν και την αδράνεια που εκκρίνει, κρύβεται ο πραγματικός κίνδυνος να χάσουμε το στοίχημα.