Ένα από τα ποιο ενδιαφέροντα στοιχεία της τελευταίας δημοσκόπησης- της MRB, είναι πως το 17% των πολιτών στο ερώτημα ποιο κόμμα θα ψηφίσουν απαντά «κανένα κόμμα» και «άλλο κόμμα».
Ένα δεύτερο, επίσης, ενδιαφέρον στοιχείο της ίδιας δημοσκόπησης, αλλά και άλλων- προηγούμενων των τελευταίων εβδομάδων, είναι πως ο χώρος που βρίσκεται μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, δηλαδή (Προοδευτική Συμπαράταξη, Ποτάμι και Ένωση Κεντρώων) συγκεντρώνει, μόλις 12,4%.
Είναι πλέον σαφές πως ο χώρος αυτός έχει συρρικνωθεί δραματικά, διότι πλήρωσε σε μεγαλύτερο βαθμό το κόστος της κρίσης, αλλά και γιατί δεν έπεισε ότι μπορεί να προτάξει ένα αξιόπιστο πρόγραμμα εξόδου από την κρίση. Προκάλεσε δε μεγάλη απογοήτευση η πολυδιάσπασή του, αλλά και οι αποτυχίες για την ανασυγκρότηση του.
Η πρόταση της Φώφης Γεννηματά για προγραμματική συνδιάσκεψη, όπου όλοι θα καταθέσουν τις προτάσεις τους, διατηρώντας, σε πρώτη φάση, την αυτονομία, την ανεξαρτησία και την οντότητα των κομμάτων που θα συμμετέχουν, με προοπτική τη δημιουργία μιας νέας παράταξης του χώρου, καθώς και η εκλογή αρχηγού από τη βάση, προκάλεσε ενδιαφέρον και έντονες συζητήσεις.
Σε συνέντευξή του στον «Αθήνα 9.84», ο Σπ. Λυκούδης τη χαρακτήρισε θαρραλέα. Το Ποτάμι, το οποίο στην αρχή αντέδρασε αρνητικά, λέγοντας ότι δεν ωφελεί η συνεργασία των κομματικών μηχανισμών, μίλησε για την ανάγκη προγραμματικών συγκλίσεων, για «μια παράταξη που δεν θα συγκροτηθεί μέσα από συναντήσεις κορυφής, συγκολλήσεις μηχανισμών ή αθροίσματα ποσοστών, αλλά στη βάση της σύγκλισης των κομμάτων, των κινήσεων, των πρωτοβουλιών και των ανεξάρτητων πολιτών. Στη βάση ενός προγράμματος άμεσων προτεραιοτήτων και ριζοσπαστικών αλλαγών, σε ένα κοινό όραμα για μια ευρωπαϊκή, δημιουργική και παραγωγική προοδευτική Ελλάδα», όπως σωστά σημειώνει ο φίλος Γιάννης Μεϊμάρογλου.
Ο ίδιος ο επικεφαλής του Ποταμιού, Σταύρος Θεοδωράκης, δήλωσε πως οι απαντήσεις στην πρόταση Γεννηματά, θα δοθούν στο συνέδριο του κόμματος το ερχόμενο σαββατοκύριακο, διευκρινίζοντας πως αυτό που ενδιαφέρει το Ποτάμι δεν είναι η «συγκόληση» του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ και του Ποταμιου. «Είμαστε κόμματα που το καθένα έχει δοκιμαστεί στην κοινωνία, έχει μετρηθεί και από εδώ και πέρα αυτό που θα μας ενδιαφέρει όλους είναι αν υπάρχει μια λαϊκή απαίτηση για κάτι διαφορετικό», τόνισε.
Το ζητούμενο, λοιπόν, και το μεγάλο στοίχημα για την ανασυγκρότηση του προοδευτικού μεταρρυθμιστικού και κατά συνέπεια φιλοευρωπαϊκού χώρου, είναι να βρεθεί ο κοινός τόπος, που θα υπερβεί τα ίδια τα κόμματα και τις κινήσεις που θα συμμετέχουν στην συγκρότησή του και θα ανοιχτεί στην κοινωνία .
Η δημιουργία, δηλαδή μιας παράταξης που θα μπορεί να πείσει τους πολίτες πως έχει ένα σαφές και συγκεκριμένο πρόγραμμα, ένα ρεαλιστικό όραμα εξόδου από την κρίση με μεταρρυθμίσεις και πολιτικές που θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη.
Μια παράταξη που θα έχει το πολιτικό στίγμα των προοδευτικών δυνάμεων που εκφράζονται στην Ευρώπη από την Σοσιαλδημοκρατία και τους φιλελεύθερους μεταρρυθμιστές, ή κατ’ άλλους από το προοδευτικό κέντρο. Ένα σύγχρονο, μεταρρυθμιστικό κόμμα της Κεντροαριστεράς.
Παρά την «θαρραλέα» πρόταση της κ. Γεννηματά, το κόμμα της θα πρέπει να κάνει περισσότερα γενναία βήματα για να απαλλαγεί από τις παλιές νοοτροπίες που το οδήγησαν στην κατάρρευση και να ξαναπιάσει το νήμα των μεταρρυθμίσεων και του εκσυγχρονισμού που κόπηκε με την αποχώρηση του Κώστα Σημίτη.
Το Ποτάμι, φαίνεται – και ελπίζουμε να είναι έτσι- ότι συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να συνεχίσει την μοναδική του πορεία. Θα πρέπει να αναζητήσει συμμάχους για τη δημιουργία μιας νέας συσπείρωσης, που να αποτελεί πραγματική εναλλακτική πρόταση στα αδιέξοδα που οδήγησε ο λαϊκισμός του ΣΥΡΙΖΑ και τις πολιτικές που προτείνει η κεντροδεξιά του Κυρ. Μητσοτάκη. Και όπως σωστά επισημαίνει ο έμπειρος πολιτικός Σπύρος Λυκούδης, «αυτή η συσπείρωση πρέπει να κοιτάει προς τα αριστερά».
Η συγκυρία είναι πολύ κρίσιμη. Ο λαϊκισμός των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, καταρρέει και ο κίνδυνος να οδηγήσει τη χώρα σε ακόμη μεγαλύτερα αδιέξοδα είναι υπαρκτός. Η κεντροδεξιά, με την εκλογή Μητσοτάκη, φαίνεται ότι ξαναβρίσκει την ταυτότητά της και δημιουργεί για τον εαυτό της προοπτική εξουσίας.
Ο χώρος της Κεντροαριστεράς, δεν πρέπει να εξακολουθεί να παραμένει διασπασμένος. Δεν πρέπει να χαθεί και αυτή η ευκαιρία.