Η ανάγκη να αναλάβει επιτέλους η χώρα την πρωτοβουλία πολιτικών δράσεων μέσω ενός εθνικού σχεδίου, ώστε να υπάρξει ανάκαμψη και ανάπτυξη ανεξάρτητη από τους καταναγκασμούς της τρόικας, γίνεται πλέον κατεπείγουσα. Ο νέος εθνικός-μνημονιακός-διχασμός , έχει παγιδεύσει το δημόσιο διάλογο σε μια οξύτατη αντιπαράθεση αποσπασματικών προσεγγίσεων και γενικεύσεων, που συσκοτίζουν συχνά ή και αποκρύπτουν τα βαθύτερα αίτια της κρίσης. Η εμμονή στα στερεότυπα της εθνικής μας παθολογίας, στον κρατισμό προστάτη ομάδων και συμφερόντων, στη σιγουριά του παρωχημένου και την αδράνεια του ανορθολογικού, υπονομεύει τη δυνατότητα μετατροπής της κρίσης, σε ευκαιρία φυγής προς τα εμπρός. Ειδικά όμως στους τομείς εθνικής επιβίωσης όπως είναι η κοινωνική πολιτική και η παιδεία, αυτήν ακριβώς την περίοδο της χώρας με τα εκατομμύρια ανασφαλίστους και την τεράστια ανεργία που μαστίζει τους νέους , επιβάλλεται μια πληρέστερη κατανόηση του προβλήματος, ως η μόνη ικανή συνθήκη υπέρβασής του.
Χαρακτηριστικός των παραπάνω, ο χώρος της Υγείας γνώρισε μια έντονη δυσφήμιση-που διατάραξε σ’ ένα βαθμό τη σχέση γιατρού –ασθενούς- λόγω των υπερβολικών δαπανών που κατέγραψε προ της κρίσης. Η σύγκρουση πολλών αντιτιθέμενων ομάδων συμφερόντων που διεκδικούσαν η κάθε μια τη δική της επιβίωση, δημιούργησε ένα εμφυλιοπολεμικό κλίμα. Έγινε με αυτόν τον τρόπο αδύνατη κάθε προσέγγιση των αιτίων της κρίσης και ουσιαστικής αντιμετώπισής τους. Ο χώρος όμως της Υγείας, έχει υποστεί τα τελευταία τριάντα χρόνια μια μεγάλη μετάλλαξη –από απλή μικροαστική βιοτεχνία, σ’ ένα τεράστιο επεκτατικό σχηματισμό βιομηχανικού τύπου. Ένα σχηματισμό που απασχολεί πια διακόσιες πενήντα χιλιάδες εργαζομένους, καταναλώνοντας το 10% του ΑΕΠ. Την ίδια εποχή, η διεθνής –νοσοκεντρική- στάση των συστημάτων υγείας, με την αλλαγή του επιδημιολογικού προφίλ και την είσοδο πολύ ακριβών νέων φαρμάκων και εξειδικευμένης βιοιατρικής τεχνολογίας, διογκώνει παντού τις δαπάνες περίθαλψης.
Επομένως, ακόμα κι αν παραβλέψουμε τις εγχώριες αμαρτίες, είναι το ίδιο το παράδειγμα, η λογική των σύγχρονων συστημάτων που θα παράγει συνεχώς νέες δαπάνες και άρα, δεν αρκεί η αποσπασματική αντιμετώπισή του με δέσμες μέτρων.
Ταυτόχρονα καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περίοδοι επιχειρείται -με ασυνέχειες και υποχωρήσεις- κυρίως εκ μέρους του προοδευτικού χώρου ένα μεταρρυθμιστικό σχέδιο διαμόρφωσης ενός Συστήματος Υγείας το οποίο να διαθέτει εθνικά χαρακτηριστικά:
Τη δεκαετία του 80, με την ίδρυση και λειτουργία των 200 κέντρων υγείας, υπηρετήθηκε η αναγκαιότητα δημιουργίας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στην ύπαιθρο ,μια ριζικά νέα τομη.Παραλληλα δομηθήκαν όροι λειτουργίας συστήματος
Τη δεκαετία του 90, η δημιουργία των μεγάλων περιφερειακών νοσοκομείων, συνοδεύτηκε από υπερβολικές πελατειακές δαπάνες συντήρησης των παλαιών. Η ΠΦΥ, παρά τις συστάσεις των «σοφών» και τις προτάσεις «δικτύων», έμεινε ανολοκλήρωτη με ταυτόχρονη επέλαση του ιδιωτικού διαγνωστικού τομέα.
Το 2000-2002, έγινε μια μεγάλη μεταρρυθμιστική προσπάθεια εισαγωγής του νέου δημόσιου management στο ΕΣΥ και της αποκέντρωσης των υπηρεσιών, με ενίσχυση των περιφερειών, μεταβολές οι οποίες μαζί με το ασφαλιστικό και τα εργασιακά, πολεμήθηκαν έντονα από ομάδες εργαζομένων και σε μεγάλο βαθμό ακυρώθηκαν.
Ακολούθησε μια περίοδος ύφεσης και υποχώρησης κάθε ουσιαστικής αλλαγής. Κατά τη διετία 10-12, παρά την μονοσήμαντη-και υποβολιμαία- πίεση της τρόικας και σε συνδυασμό με την ακραία αντιπαράθεση με μεγάλη μερίδα εργαζομένων, υπήρξε μια «στιγμή» υπερφόρτωσης σε μεταρρυθμιστικές τομές. Η δημιουργία του ΕΟΠΥΥ-επιστημονικό, κοινωνικό και πολιτικό ζητούμενο τριων δεκαετιών, σηματοδοτησε μια νέα πραγματικότητα για το σύστημα, απελευθερώνοντας και ολοκληρώνοντας την ΠΦΥ. Η ενοποίηση της πολιτικής φαρμάκου, κατόρθωσε να περιστείλει τη φαρμακευτική δαπάνη στα επίπεδα του 04,προωθοντας τη νέα τιμολόγηση, την ηλεκτρονική συνταγογράφιση και τα θεραπευτικά πρωτόκολλα. Η εισαγωγή μιας νέας σειράς εργαλείων(ΚΕΝ. ΕΣΥ net, προμήθειες, μέτρα ποιότητας και ελέγχου), και η συνεχής πολιτική διαχείριση του συνόλου των Νοσοκομείων, έδωσε μια νέα δυναμική διοικησης και αξιολογησης στο σύστημα. Ανεβλήθη όμως η αναδιοργάνωση των νοσηλευτικών μονάδων και η αλλαγή χρήσης ορισμένων απ’ αυτές, που θα συμπεριλάμβανε την ανάπτυξη δικτύων χρόνιων παθήσεων . Ανεστάλη η προσπάθεια νομοθετικής παρέμβασης για τον έλεγχο του ανθρώπινου δυναμικού. Νέες πολιτικές Δημόσιας Υγείας και Πρόληψης(κάπνισμα, διατροφή, άσκηση, εθνικοί προσυμπτωματικοί έλεγχοι καρκίνου και προαγωγής της στοματικής υγείας) αναπτύχθηκαν με μεγάλες δυσκολίες.
Για να συνοψίσουμε, φαίνεται πως ένα εξαιρετικά πολύπλοκο δαπανηρό και γραφειοκρατικό σύστημα με έντονα αυτοαναφορική συμπεριφορά , βρίσκεται σε μια αναγκαστική φάση μετεξέλιξης. Ένας νέος οδικός χάρτης διαμορφώνεται από ένα διαρκές μεταρρυθμιστικό μέτωπο που πιέζει για επιστημονική αποτελεσματικότητα οικονομική αποδοτικότητα και κυρίως κοινωνική ισότητα. Βασικά σημεία αυτού του οδικού χάρτη είναι:
1) Η δομή, οργάνωση και χρηματοδότηση του ΕΟΠΥΥ -που δεν θα εξαντλείται στην πληρωμή χρεών αλλά στην ουσιαστική λειτουργία της ΠΦΥ για κάθε τοπική κοινωνία, με απαραίτητη τη συνεργασία με τα Κέντρα Υγείας , τα Δημοτικά Ιατρεία και τις ΜΚΥΟ.
2) Ο αναπροσανατολισμός των Νοσοκομείων προς τα οξέα νοσήματα και η δημιουργία εξειδικευμένων κέντρων προκειμένου να υπάρξουν δίκτυα που να αφορούν στις βαρείες ασθένειες που απειλούν τη ζωή και την ποιότητά της(καρκίνος, καρδιαγγειακά, διαβήτης κ. α.)
3) Η αναδιάταξη του ανθρώπινου δυναμικού με σκοπό , τον έλεγχο της υπερπαραγωγής των γιατρών και την ανισοκατανομή τους από άποψη ειδικοτήτων και γεωγραφικών περιοχών. Ταυτόχρονα, η ενίσχυση του χώρου των ανθρώπων της φροντίδας-νοσηλευτές, κοινωνικοί λειτουργοί, επισκέπτες υγείας, ψυχολόγοι κλπ, προκειμένου να αξιοποιηθούν ουσιαστικά στο νέο τους ρόλο.
4) Η διαμόρφωση σταθερών κανόνων ρύθμισης και αναπτυξιακής δυναμικής ως προς την πολιτική στο φάρμακο και την βιοιατρική τεχνολογία που θα ενισχύει την καινοτομία αλλά θα ελέγχει την κατάχρηση
5) Η ανάδειξη της νέας Δημόσιας Υγείας μέσω εθνικών πολιτικών πρόληψης σε όλη τη χώρα, με σαφείς προτεραιότητες και στόχους που θα εφαρμόζονται σε κάθε υγειονομική περιφέρεια.
Η νέα πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, καλείται να ανταποκριθεί σε αυτό το εξαιρετικά δύσκολο έργο, που θα διαμορφώσει ένα νέο τοπίο στις υπηρεσίες Υγείας για την επόμενη δεκαετία. Η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης των ανασφάλιστων και των πλέον ευπαθών ομάδων, πρέπει να συνδυαστεί, με την επιτάχυνση και την αξιοποίηση των μεταρρυθμιστικών αλλαγών. Είναι σημαντικό, οι συντελεστές του χώρου να στηρίξουν θεσμικά αλλά και ουσιαστικά τις αλλαγές, με πλήρη αίσθηση της ευθύνης τους για το σύνολο του πληθυσμού. Μια νέα κουλτούρα συνεννόησης πρέπει να διαμορφωθεί με την γόνιμη συμβολή όλων στη βάση της επίγνωσης του βάθους και των αιτίων της κρίσης.
Η ανάγκη ευρύτερων συμμαχιών σε μια ελάχιστη συμφωνία διαρθρωτικών αλλαγών, έχοντας επίγνωση της πολυπλοκότητας του χώρου, οφείλει να προτάξει ως εθνική προτεραιότητα, τη στήριξη της ενεργού Υγείας και όχι μόνο την αντιμετώπιση της ασθένειας.
Η κατάσταση της Υγείας κατά την περίοδο της κρίσης, φέρνει στο φως την κρίση του μέχρι σήμερα μοντέλου παροχής υπηρεσιών Υγείας. Ενός μοντέλου νοσοκεντρικού και ξένου προς το ήθος μιας ελληνικότητας, η οποία προϋποθέτει αλλά και σημαίνει μια άλλη ψυχική και σωματική ισορροπία. Ο δρόμος είναι μακρύς.
Εισήγηση στην πρώτη συνάντηση του εργαστηρίου μεταρρυθμίσεων υγείας , Ιούλιος 13,Εσδυ