Ξυπόλυτοι στ΄αγκάθια;

Ηλίας Ευθυμιόπουλος 17 Νοε 2017

Θα είχε νομίζω εξαιρετικό ενδιαφέρον να μαθαίναμε τι διημείφθη μεταξύ του Γ. Καμίνη και του Ν. Αλιβιζάτου, όταν ο δεύτερος πρότεινε στον πρώτο να εκτεθεί διεκδικώντας την προεδρία. Είναι γνωστό ότι ο δήμαρχος είχε εντέχνως αποφύγει παλαιότερες προ(σ)κλήσεις, επαναλαμβάνοντας μονότονα “δεν είναι της στιγμής”. Τι είναι εκείνο που τον έπεισε να συναινέσει και μάλιστα σε μια διαδικασία με σχεδόν “σημαδεμένα χαρτιά” αφού ήταν γνωστό πρώτον ότι η “επιτροπή δεοντολογίας” συστήθηκε από την κα Γεννηματά η οποία δεν αποφάσισε ξαφνικά να αυτοκτονήσει, και δεύτερον ότι όσο καλός υποψήφιος και νάναι κανείς είναι χαμένος από χέρι όταν δεν έχει μηχανισμό. Με τον όρο αυτό εννοούμε την στοιχειώδη δομή που απαιτεί ένας εκλογικός αγώνας πανελλήνιας εμβέλειας, με τοπικά στελέχη που αν μη τι άλλο θα είχαν τη δυνατότητα να φέρουν καμιά πενηνταριά ψήφους ο καθένας στα 1000 εκλογικά τμήματα. Να υποθέσουμε πως ήταν μια κίνηση με προσωπική σκοπιμότητα (ας πούμε να πάρει σειρά για το Επικρατείας ή την Ευρωβουλή); Είναι μια μάλλον ρηχή ερμηνεία δεδομένου ότι δεν ήταν δα και η τελευταία ευκαιρία. Να δούμε βέβαια τι εννοεί η κα Γεννηματά όταν λέει ότι και οι δυό “θα αξιοποιηθούν”.

Γιατί ήταν απολύτως γνωστό και στοιχηματικά κερδισμένο ότι στην επαρχία το σκορ θα ήταν αρνητικό, αφού εκεί είναι διαφορετικά τα κριτήρια και ότι για να ξεπεραστούν τα φράγματα των τοπικών συνόρων δεν αρκεί η επίκληση των γενικών αρχών της αξιοκρατίας, της διαφάνειας και της ειλικρίνειας, τη στιγμή που η χώρα σαρώνεται από τις χρεωκοπίες, την (δομική) ανεργία, την απο-επένδυση και την πλήρη επικράτηση (ακόμη και στη γεωργία) των ξένων αγορών. Να μη μιλήσουμε βέβαια για τα πιο δύσκολα θέματα όπως ο χρυσός στη Χαλκιδική, οι ανεμογεννήτριες στο Αιγαίο, οι ιδιωτικοποιήσεις των λιμανιών, το αστικό περιβάλλον, το κτηματολόγιο, τα μη κρατικά πανεπιστήμια, οι απολύσεις στο δημόσιο και η απελευθέρωση της ενέργειας σε καθεστώς κρατικομονοπωλιακού προστατευτισμού και συνδικαλιστικού ντάμπινγκ. Δεν περιμέναμε βέβαια από το δήμαρχο της Αθήνας να μπορεί, μέσα σε τόσο λίγο διάστημα, να κάνει τόσο βαθιές καταδύσεις. Θα μπορούσε όμως να αλλάξει το πεδίο. Να ηγηθεί π.χ, της επαναστατικής μεταρρύθμισης στην αυτοδιοίκηση (αποκρατικοποίηση), την οποία άλλωστε έχει απαλώς ψηλαφίσει στο όχι μακρινό παρελθόν, αλλά την εγκατέλειψε για άγνωστους λόγους.

Φυσικά είχαμε έναν πολιτισμένο λόγο. Κάτι είναι κι αυτό στους χαλεπούς καιρούς. Γι αυτό και δεν είναι καθόλου παράξενο ότι τα υψηλά και ανταγωνιστικά ποσοστά ήταν μόνο σε Αθήνα και Βρυξέλλες. Αλλά δυστυχώς οι μερικές χιλιάδες υποψιασμένοι και ενός ορισμένου μορφωτικού επιπέδου συμπολίτες μας, εντός και εκτός των συνόρων, δεν αρκούν για να εκλέξουν αρχηγό εκεί που ήδη υπάρχει. Άρα μάλλον ξυπόλυτος στ’ αγκάθια.

Όμως, η πρωτοβουλία Αλιβιζάτου, με το πρόωρο τράβηγμα του άσσου, είχε και παράπλευρες απώλειες. Η σημαντικότερη ήταν η “παγίδευση” του Σταύρου Θεοδωράκη και η αναγκαστική του συμμετοχή σε μια προδιαγεγραμμένου αποτελέσματος αναμέτρηση  και μάλιστα με όρους τους οποίους δεν μπόρεσε να βελτιώσει (όπως ο τρόπος ψηφοφορίας) γιατί δεν είχε συμμάχους. Έτσι σχεδόν σύρθηκε σε μια συνεύρεση την οποία ούτε το κόμμα, το Ποτάμι δηλαδή, θ’αντέξει, ούτε και πολλοί εκ των ψηφοφόρων (ας πούμε οι φιλελεύθεροι) οι οποίοι θα προτιμήσουν πιο συμβατικές λύσεις. Σε τελική ανάλυση, εκτός από τους ψήφους ενός αφυπνιζόμενου και αποσυριζοποιούμενου ΠΑΣΟΚ, δεν ξέρουμε τι άλλο μπορεί να περιμένει να εισπράξει ο νέος φορέας, με δεδομένες μάλιστα τις ήδη αναγγελόμενες αποχωρήσεις ενός μέρους των οπαδών των λοιπών δυνάμεων, αυτού δηλαδή του ισχνού 25% που στήριξε τους δυο-τρεις μη συστημικούς υποψηφίους.

Σε κάθε περίπτωση, το (ρητορικό) ερώτημα της αρχής του άρθρου παραμένει. Πολύ περισσότερο μετά και τη δήλωση του Γ.Καμίνη στην  τελευταία συνάντηση με την κα Γεννηματά “ Πάμε όλοι μαζί, πάμε για μία εκπροσώπηση όλων στα όργανα, τα οποία θα μας οδηγήσουν στο συνέδριο του νέου κόμματος”. Έ αυτό δεν ήτανε κι’  ότι πιο σέξυ περιμέναμε εμείς οι αφελείς και πάντα αισιόδοξοι ψηφοφόροι του πρώτου γύρου.