«Ξέρει κανείς ένα καλό τέλος να μου γράψει;»

dimart 14 Απρ 2015

—της Ελένης Κεχαγιόγλου—

Σήμερα πέθανε στα 87 του χρόνια ο γερμανοπολωνός μυθιστοριογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος, δραματουργός, γλύπτης, ζωγράφος και γραφίστας Γκύντερ Γκρας.

Ανιστόρησε συ. Όχι, ανιστορήσετε σεις! Ή ν’ ανιστορήσεις του λόγου σου. Μήπως πρέπει να κάνει την αρχή ο ηθοποιός; Μήπως τα σκιάχτρα όλα ανάκατα; Ή να περιμένουμε ώσπου οι οχτώ πλανήτες να μαζευτούν στο ζώδιο του Υδροχόου; Παρακαλώ, αρχίστε, σεις! Στο κάτω κάτω, ο δικός σας σκύλος τότε… Όμως πριν από το σκύλο μου, ο δικός σας σκύλος, κι ο σκύλος απ’ το σκύλο… Κάποιος πρέπει ν’ αρχίσει: Εσύ ή Αυτός ή Εσείς ή Εγώ…

Έτσι ξεκινά το τρίτο μυθιστόρημα του Γκύντερ Γκρας, συγγραφέα που κέρδισε τον σεβασμό της κριτικής και την αγάπη των αναγνωστών, με το οποίο ολοκληρώνεται η τριλογία Ντάντσιχ, Σκυλίσια χρόνια που εκδόθηκε το 1963. Δύο χρόνια νωρίτερα είχε δημοσιεύει τη νουβέλα Γάτα και ποντίκι, ενώ τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε πρωτοεμφανιστεί στη λογοτεχνία με το εν πολλοίς αυτοβιογραφικό μυθιστόρημαΤενεκεδένιο ταμπούρλο, το οποίο και θα του χάριζε σαράντα χρόνια αργότερα (το 1999) το Νόμπελ Λογοτεχνίας: ο ήρωάς του ο Όσκαρ που καταλήγει στο ψυχιατρείο και επιχειρεί να ανασυνθέσει την ταραχώδη ζωή του με τη βοήθεια του ταμπούρλου του από τα παιδικά του χρόνια (δώρο για τα τρίτα του γενέθλια, οπότε και αποφάσισε να πάψει να μεγαλώνει) γίνεται ο καθρέφτης της εποχής από την άνοδο του ναζισμού, τις θηριωδίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Το έργο αυτό, το πρώτο της τριλογίας Ντάντσιχ (της πόλης όπου γεννήθηκε ο Γκρας, το σημερινό Γκντανσκ της Πολωνίας), μισήθηκε (για ευνόητους λόγους) στη Γερμανία, λατρεύτηκε ανά τον κόσμο και θεωρήθηκε βλάσφημο από την Καθολική Εκκλησία.

Διαβάστε την συνέχεια στο dim/art