Τι μένει από τη συνάντηση της Δευτέρας; Τι σημαίνει, ή τι μπορεί σε λίγο να φανεί ότι σημαίνει, για το μέλλον της ελληνικής κεντροαριστεράς; Αν και όλα είναι ανοιχτά, τρία πράγματα θα μπορούσαν ίσως να μας κάνουν να (ξανα)πιάσουμε το νήμα.
Η διάθεση δεν λείπει, όμως τα οργανωτικά είναι πολύ δύσκολα. Η είδηση και ο συμβολισμός της ημέρας βρίσκονταν λιγότερο σε αυτά που ειπώθηκαν, ακόμα λιγότερο σε εκείνα που συμφωνήθηκαν, και περισσότερο σε μια εικόνα: 3 + 1 πολιτικοί αρχηγοί, συν ένας πρώην αρχηγός αλλά πάντα ενεργό και με ειδικό βάρος στέλεχος, να κάθονται δίπλα – δίπλα και να ακούνε περί θεσμών. Ο διάλογος, η αίσθηση του χρονισμού και η συνείδηση ότι αυτά που διακυβεύονται είναι σημαντικά αποτελούν πια όχι μόνο θεωρητική επιθυμία αλλά απτή πραγματικότητα. Που ψάχνει ωστόσο ακόμη το δρόμο της μέσα στη σύγχυση της χώρας και του χώρου. Σύγχυση στόχου: συμμετοχή στην εξουσία ή επαναθεμελίωση των βάθρων της; Σύγχυση μέσων: επικοινωνία ή πολιτική, ομάδες προσώπων ή εκπροσώπηση –και ποιων- συλλογικών αναγκών; Σύγχυση μεθόδου: από τα πάνω –τα κομματικά επιτελεία- ή από τα κάτω –με εκδηλώσεις/συζητήσεις σαν της 6ης Ιουνίου; Σε όλα αυτά τα θέματα η πρόοδος είναι μικρή και δεν είναι καν βέβαιο ότι θα συζητηθούν κάποτε ευθέως. Όμως παράταξη, σε όποια μορφή, χωρίς οργάνωση δεν υπάρχει.
Παρόλα αυτά, η πολιτική ατζέντα αρχίζει να ξεκαθαρίζει –χάρις κυρίως στην κυβέρνηση. Όπως και αν ονομαστεί ο χώρος –κέντρο, κεντροαριστερά, σοσιαλδημοκρατία- το σημείο σύγκλισης είναι πλέον σαφές: η επιστροφή στην κοινή λογική, τη συλλογικότητα και το κράτος δικαίου. Απέναντι σε μια κυβέρνηση που ξεθεμελιώνει, η επαναθεμελίωση (νάτη πάλι η λέξη –μήπως τελικά είναι το κλειδί;). Απέναντι στην υποχώρηση της δημοκρατίας, της ελευθερίας, των δικαιωμάτων, της ειλικρινούς σχέσης με την κοινωνία, η γλώσσα και η πράξη της αλήθειας, του ρεαλισμού, της προστασίας των πιο αδύναμων, των εφικτών αλλά ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων, της από-κομματικοποίησης των συλλογικών αγαθών. Με δυο πυξίδες: νηφάλια και χωρίς κορώνες αλλά αυστηρή και ανυποχώρητη στηλίτευση των πρακτικών, των παραβιάσεων και των ψεμάτων μιας κυβέρνησης που ψεύτισε τις αξίες της Δημοκρατίας και της Αριστεράς΄ εκπόνηση ενός μίνιμουμ αλλά συνεκτικού προγράμματος μέτρων και τομών για την επιστροφή της χώρας και της πολιτικής ζωής στην κανονικότητα.
Κρίσιμη παράμετρο αυτής της ατζέντας –είναι το τρίτο και πιο απτό ίσως ίχνος της συνάντησης στο Γκάζι- αποτελεί η υπεράσπιση και ενίσχυση των θεσμών της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου. Ως προς το ζήτημα αυτό η στάση μου είναι γνωστή και ακούστηκε δημόσια πάλι προχτές: ο χώρος μας δεν πρέπει να πέσει στην παγίδα της ατέρμονης και περί παντός θεσμικής, ιδίως συνταγματικής, συζήτησης, που θα προσπαθήσει, για αντιπερισπασμό, να στήσει η κυβέρνηση. Πρέπει, αντίθετα, να συγκροτηθεί ως ανάχωμα μιας συζήτησης για τη συζήτηση και ως υπερασπιστής της ουσίας των θεσμών: οι θεσμοί πραγματώνονται μέσα από την εφαρμογή τους, δηλαδή κυρίως μέσα από τις επιλογές και τις πράξεις της εκάστοτε εξουσίας. Ο σε βάθος διάλογος περί θεσμών θα πρέπει να περιμένει την αλλαγή της σημερινής υπονομευτικής των θεσμών εξουσίας. Αλλιώς κινδυνεύει να γίνει διάλογος για κάτι που δεν θα υπάρχει και, έτσι, να υπονομεύσει την πολιτική αξιοπιστία όσων συμμετάσχουν σε αυτόν.