Υπάρχει προοδευτική εξωτερική πολιτική; Ή απλώς υπάρχει μια ενιαία, «εθνική» εξωτερική πολιτική; Η απάντηση στο ερώτημα είναι βέβαια καταφατική και καίριας σημασίας. Και απασχολεί παγκοσμίως πολιτικές δυνάμεις και ακαδημαϊκούς μελετητές εδώ και δεκαετίες (για να μην πω από την εποχή του Θουκυδίδη ). Στην Ελλάδα όμως έχει επικρατήσει η άποψη ότι στην εξωτερική πολιτική έχουμε «εθνικά θέματα» (λες και όλα τα άλλα είναι αντεθνικά – περιβάλλον, παιδεία, κοινωνική πολιτική, κλπ.) τα οποία απαιτούν τη τυφλή συναίνεση όλων των πολιτικών δυνάμεων και φωνών. Με αποτέλεσμα οποιοσδήποτε επιχειρεί να διατυπώσει εναλλακτική άποψη/πρόταση να θεωρείται περίπου ως... ενδοτικός ή ακόμη και... προδότης. Και όλα αυτά ενώ στις ΗΠΑ ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν κάνει λόγο για εξωτερική πολιτική... της μεσαίας τάξης, για ταξική εξωτερική πολιτική. Αυτονόητη είναι βέβαια η συναίνεση στο στόχο της προστασίας της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας αλλά μέχρις εκεί.
Προοδευτική εξωτερική πολιτιιή επομένως υπάρχει- οφείλει να υπάρχει- και αρθρώνεται πάνω σε τρεις κύριους άξονες:
Πρώτον, κεντρικός στόχος/τρίπτυχο της είναι η επίτευξη της φιλίας, ειρήνης, συνεργασίας ανάμεσα στα κράτη και λαούς του πλανήτη, ιδιαίτερα στα όμορα κράτη. Η μεγιστοποίηση του εθνικού συμφέροντος θα πρέπει να διασταυρώνεται με αυτό το τρίπτυχο της προοδευτικής εξωτερικής πολιτικής. Η αφετηριακή θέση της προοδευτικής εξωτερικής πολιτικής οφείλει να είναι η αντίθεση σε όλους τους «μη δίκαιουςπολέμους» και επιδίωξη της «δίκαιης ειρήνης»( Ουκρανία, Γαζα).
Δεύτερον, η προοδευτική εξωτερική πολιτική είναι κυρίως πολιτική αξιών, ηθικής, ορθολογισμού , αισθητικής. Και η ηθική έχει αξία στην εξωτερική πολιτική (J.S. Nye, Do Morals Matter, Oxford). Δεν προωθεί μόνο συμφέροντα. Προωθεί αξίες (ανθρώπινα δικαιώματα, δημοκρατία, κράτος δικαίου, υπεροχή διεθνούς δικαίου, συνεργασία, φεμινισμό, ανάπτυξη, αναδιανομή). Έχει μια ισχυρή ευρωπαϊκή διάσταση – στηρίζει την Ευρωπαϊκή ενοποίηση , το κοσμοπολίτικο όραμα, συμπεριληπτικό πολυμερες σύστημα κανόνων και θεσμών και, ως εκ τούτου, είναι εντελώς αντίθετη σε κάθε έννοια εθνικιστικής λογικής .
Τρίτον, η αξιόπιστη προοδευτική εξωτερική πολιτική δεν θεωρεί ότι η ασφάλεια μιας χώρας κατοχυρώνεται απλά με την πολιτική της ισχύος των όπλων/ εξοπλισμών. Θεωρεί ότι η περιεκτική ασφάλεια/αποτροπή είναι το αποτέλεσμα πολλών παραγόντων όπως της ισχυρής οικονομίας και τεχνολογίας, συνοχής, δικαιοσύνης, δημοκρατίας, ατομικών δικαιωμάτων, αλληλεγγύης, κ.α. Θέτει επομένως ερωτήματα για θηριώδεις εξοπλισμούς ενώ πάντοτε στοχεύει στην ειρηνική επίλυση των διενέξεων.
Μια προοδευτική πολιτική δύναμη (Αριστερή, Σοσιαλδημοκρατική) δεν μπορεί επομένως να έχει προοδευτική οικονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική πολιτική αλλά εθνικιστική εξωτερική πολιτική. Αυτό συνιστά κραυγαλέα αντίφαση.
Ειδικότερα σε ότι αφορά την Ελλάδα και το μείζον θέμα της εξωτερικής της πολιτικής, δηλαδή τις σχέσεις με την Τουρκία, κύριος στόχος της εξωτερικής πολιτικής θα πρέπει να είναι η επίλυση των προβλημάτων/ διαφορών με βάση το διεθνές δίκαιο ως προϋπόθεση για την ενίσχυση της ασφάλειας και διαφύλαξη της ακεραιότητας της χώρας αλλά και επικράτησης ειρηνικών συνεργατικών σχέσεων σταθερότητας στην περιοχή. . Στη λογική αυτή η προοδευτική εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να αποδέχεται το δόγμα ότι έχουμε μόνο ένα θέμα για επίλυση με την Τουρκία, την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας/ ΑΟΖ. Η προσέγγιση αυτή ισοδυναμεί με αδυναμία ουσιαστικής διαπραγμάτευσης . Οδηγεί σε ακινησία. Και η ακινησία δεν είναι προοδευτική επιλογή. Χάνεται χρόνος εις βάρος μας.
Προφανώς δεν μπαίνουμε σε διαπραγμάτευση γύρω από ζητήματα ελληνικής κυριαρχίας – εξωφρενικές διεκδικήσεις της Τουρκίας. Αλλά υπάρχει μια δέσμη θεμάτων πέρα από την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας ( θαλάσσιες ζώνες, κ.λπ.) που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διαλόγου και τελικής διαπραγμάτευσης ή παραπομπής τους στη διεθνή δικαιοσύνη (Διεθνές Δικαστήριο Χάγης – ΔΔΧ) . Η θέση ότι υπάρχει μόνο «ένα θέμα για επίλυση» που σήμερα κυριαρχεί ι δεν ήταν ποτέ θέση των προοδευτικών δυνάμεων ούτε η θέση του Κ. Καραμανλή (πρεσβύτερου) ούτε και πάντοτε του Ανδρέα Παπανδρέου ούτε βέβαια του Λ. Κύρκου. Ο Κ. Καραμανλής πίστευε – και το διατύπωνε ευθέως στη Βουλή – ότι με την Τουρκία θα πρέπει να συζητάμε όλα τα θέματα «ανεξάρητα από το ποιός θέτει κάθε θέμα στο τραπέζι». «Δεν μπορείτε να αγνοήσετε τα προβλήματα» έλεγε. Ο Α.Γ. Παπανδρέου είναι αυτός όντως που εισήγαγε τη θεωρία του «ενός και μόνου νομικού θέματος προς διευθέτηση». Αλλά και ο Α. Παπανδρέου την εγκατέλειψε μετά το 1987 και την τότε μεγάλη κρίση και παρ’ ολίγον πόλεμο με την Τουρκία. Τον Ιανουάριο 1988 π.χ. στη συνάντησή του με τον Τουργκούτ Οζάλ στο Νταβός οι δύο πρωθυπουργοί συμφώνησαν ότι «υπάρχουν πολλαπλά προβλήματα» μεταξύ των δύο χωρών που απαιτούν λύσεις .Συνέστησαν μάλιστα πολιτική επιτροπή για την εξέταση δυνατοτήτων επίλυσής τους αλλά και μηχανισμούς για πρόληψη κρίσεων («μη πόλεμος»).
Το «ένα θέμα» αποτελεί βέβαια σήμερα την κεντρική θέση της Ν.Δ. (αν και – νομίζω – μάλλον όχι προσωπικά του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη) και ακραίων δεξιών/ακροδεξιών δυνάμεων. Και είναι αξιοπερίεργο το πώς μία τόσο συντηρητική φοβική θέση πλασαρίστηκε ως ( δήθεν) “εθνική γραμμή” εμποδίζοντας κάθε πρόοδο. Δεν μπορεί όμως να είναι η θέση των προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων.
Επομένως στη διαδικασία εξομάλυνσης σχέσεων με την Τουρκία που βρίσκεται σε εξέλιξη οι προοδευτικές δυνάμεις θα πρέπει να στηρίξουν, ως στρατηγικό στόχο, την επίλυση όλων των προβλημάτων (που δεν θίγουν την Ελληνική κυριαρχία) είτε μέσω της διαπραγμάτευσης είτε με την παραπομπή τους στο ΔΔΧ. Ενώ για το Κυπριακό τη λύση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας (ΔΔΟ) με πολιτική ισότητα όμως.
Παράλληλα οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να έχουν προωθημένη περιεκτική Ευρωπαϊκή πολιτική με στήριξη του στόχου της εμβάθυνσης/μετεξέλιξης της Ευρώπης σε υπερεθνική δημοκρατική Πολιτική Ένωση ομοσπονδιακής λογικής με πολιτικές και μέσα (π.χ. κοινωνική πολιτική, προϋπολογισμό, κλπ.) που θα απαντούν στις προσδοκίες της κοινωνίας και στις προκλήσεις του εικοστού-πρώτου αιώνα παράλληλα με την διεύρυνση της ΕΕ. Η αναθεώρηση των Συνθηκών και η κατάργηση του βέτο στη λήψη αποφάσεων με ασφαλιστικές δικλείδες θα πρέπει να ειναι στόχευση τους.Όπως και η υλοποίηση/ ενίσχυση της ρήτρας αμοιβαίας συνδρομης( αρθ.42,7ΣΕΕ).
Πηγή: www.avgi.gr