Υπάρχει εναλλακτική απέναντι στον τουρκικό αναθεωρητισμό;

Δημήτρης Καλουδιώτης 23 Ιουν 2022

Παρακολουθούμε  όλοι  με αγωνία την ένταση της αναθεωρητικής ρητορικής της Τουρκίας του Ερτογάν. Πρόκειται πλέον για την καλλιέργεια πολεμικού κλίματος και προσπάθεια εμπέδωσης του στην Τουρκική κοινωνία. Παράλληλου, ως προς την επιχειρηματολογία, με το αντίστοιχο του Πούτιν. Η αναθεωρητική φρασεολογία δεν αναφέρεται μόνο σε  ανθρώπους αλλά κυρίως σε χώρους, ολόκληρα νησιά, μέσω μιας  αυθαίρετης αναδρομής στην ιστορία. Προσχηματικά επισείει μάλιστα ότι κινδυνεύει από την επιθετικότητα της Ελλάδας. Η στάση του τουρκικού καθεστώτος, δεν διαφέρει από το επιχείρημα του Πούτιν ότι η Ουκρανία δεν είναι αυτόνομη χώρα, κράτος -έθνος αλλά ιστορικός χώρος της Ρωσίας. Πρόκειται για νέο-ναζιστική φρενίτιδα.

Μπορεί κανείς να αγνοήσει αυτή την ατμόσφαιρα; Ακόμα κι αν θεωρήσει ότι και η χώρα μας , ιδίως στην Κυπριακή αχίλλειο πτέρνα του Ελληνισμού, έχουμε κάνει λάθη, έχουμε χάσει ευκαιρίες; Όπως και όταν η στρατηγική Ελσίνκι στην εποχή του Κώστα Σημίτη, σε άλλες συνθήκες, εγκαταλείφθηκε επί διακυβέρνησης Κώστα Καραμανλή με το γνωστό δόγμα Μολυβιάτη; Άλλες εποχές , άλλα εργαλεία, άλλα σφάλματα. Και βέβαια ποιος μας εγγυάται  ότι  το καθεστώς Ερτογάν δεν θα έκανε τα ίδια ακόμα κι αν προχωρούσαν τότε οι όλες διαδικασίες του Ελσίνκι; 

Τώρα στην Τουρκία πλέον έχουμε, όχι μια κυβέρνηση, έστω σε μια ατελή αντιπροσωπευτική  δημοκρατία, αλλά ένα ημι-ολοκληρωτικό, ισλαμικής νοοτροπίας, καθεστώς με μια εικοσαετία του Ερτογάν στην πλάτη του.

Έχουμε εδώ και χρόνια  αλλαγή του διεθνούς κλίματος με την ανάδειξη  πολλών αβεβαιοτήτων. Έχουμε  εμπεδωμένη την συμπόρευση του τουρκικού καθεστώτος με το άλλο ολοκληρωτικό καθεστώς, «ορθόδοξης» νοοτροπίας, της Ρωσίας. Με παράλληλες θεωρίες «ευρασιανισμού».  Αυτό έγινε  πασιφανές με την έναρξη του πολέμου εναντίον της Ουκρανίας. Και δεν αφήνει περιθώριο αμφιβολιών μετά και την άρνηση του Ερτογανικού καθεστώτος στο αίτημα της Σουηδίας και της Φινλανδίας για την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ. Με όλα αυτά συνοδεύτηκε η όξυνση απέναντι στη χώρα μας.

Η κυβέρνηση προσπαθεί να διεθνοποιήσει το ζήτημα του κινδύνου όχι μόνο απέναντι στη χώρα μας.  Κι εκεί σωστά επισημαίνονται δυνατότητες βελτίωσης των ιστορικών και νομικών πλευρών  παρουσίασης της κατάστασης. Αλλά δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι χωλαίνει. Ιδιαίτερα ο πρωθυπουργός δεν αφήνει ευκαιρία να παρουσιάσει το πραγματικό πρόβλημα αλλά και να είναι διαθέσιμος  για διάλογο. Πήγε  μάλιστα, ριψοκινδυνεύοντας, σε μια τετ -α-τετ συνάντηση με τον Ερτογάν ο οποίος φαίνεται πως του την «έστησε» για να επανέλθει δριμύτερος…

Επίσης η κυβέρνηση, αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο, ενισχύει τις  στρατηγικές συμμαχίες αλλά και την εξοπλιστική στρατηγική ,με  τους θεσμούς και με τις ισχυρές χώρες της Δύσης.

Αντιμετωπίζει τις καθημερινές πρακτικές, κάθε τύπου Τουρκικής επιχείρησης, στα ηπειρωτικά και θαλάσσια σύνορα  της χώρας .

Κυβερνητικοί αξιωματούχοι, η πρόεδρος της δημοκρατίας, επισκέπτονται τα μεγάλα και τα μικρά νησιά και τις ακριτικές περιοχές  μας  για να ενισχύει το ηθικό των κατοίκων τους. Τα ίδια κάνουν, και σωστά,  από τηναντιπολίτευση. Παρόλο που αυτές οι επισκέψεις, σε εθνικό χώρο, καταγράφονται από το καθεστώς Ερτογάν ως  πρόκληση…

Ενώ έτσι έχουν τα γεγονότα υπάρχουν συμπατριώτες μας  που θεωρούν ότι έτσι η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα πέφτουν στην παγίδα του Ερτογάν. Δεν προτείνουν όμως κάποια άλλη στρατηγική, έστω κάποια άλλα, μέτρα βελτίωσης της κατάστασης. Περισσότερο δημιουργούν σύγχυση.

Η γνώμη μου  είναι πως η χώρα μας κινείται σε σωστή τροχιά αντιμετώπισης  μιας οιωνοί πολεμικής πρόκλησης σε ένα γενικότερο αναθεωρητικό κλίμα  που υποβοηθείται και από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Παρόλα αυτά

Υπάρχει ένας τομέας  που δεν έχει καν διερευνηθεί. Αυτός της όποιας κοινωνίας πολιτών, αν βέβαια  αντέχει να υπάρχει στην Τουρκία. Παλιότερα κάποιες τέτοιες προσπάθειες, με αποτέλεσμα, είχε κάνει ο Μίκης Θεοδωράκης, ίσως κι Ο Γ. Παπανδρέου. Βέβαια το τότε Τουρκικό καθεστώς ήταν πιο φιλελεύθερο. Αλλά ίσως είναι ένας τομέας που πρέπει να διερευνηθεί.

Τέλος και πιο σημαντικό.

Υπάρχει μια αφήγηση, κυρίως στα δικά μας ΜΜΕ, ότι και μετά τον Ερτογάν τα πράγματα στην Τουρκία δεν θα αλλάξουν. Αυτό δεν είναι τόσο προφανές. Ο Ερτογάν φεύγοντας  θα αφήσει όντως καμένη γη στην χώρα του. Ακόμα κι αν δεν προλάβει να την σύρει, και τη δική μας, σε καταστροφικές περιπέτειες.

Η όποια κυβέρνηση έλθει στην συνέχεια στην Τουρκία λογικά θα κινηθεί προς αντίθετη κατεύθυνση. Αν βέβαια επικρατήσει ομαλότητα στην διαδοχή. Είναι όντως πολλές οι αβεβαιότητες. Και είναι ενθαρρυντικό πχ  ότι η αντιπολίτευση επιζητεί την επάνοδο στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Ακούμε συχνά και κάποιους ανταποκριτές μας  πως δεν θεωρούν ότι σύσσωμο το  πολιτικό σύστημα της Τουρκίας, αποδέχεται την  Ερτογανική στρατηγική.

Πρέπει να βρεθεί τρόπος να  προσεγγιστεί η τουρκική αντιπολίτευση με την βοήθεια και Ευρωπαίων συμμάχων, όπως  πχ από την  Γερμανία , και να υπάρξουν συζητήσεις για την επόμενη ειρηνική μέρα. Μια τέτοια  προσέγγιση δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση και τα κόμματα αλλά και όποιους έχουν επαφές με την άλλη πλευρά.

Φαίνονται όλα αυτά δευτερεύοντα αλλά μπορεί και να μην είναι.

Θα υπερασπιστούμε  την χώρα μας αν η άλλη πλευρά εισέλθει στο φρενοκομείο. Αλλά αυτό που χρειάζονται και οι δύο χώρες είναι ειρήνη, έστω ειρηνική συνύπαρξη.