Η Ελλάδα πρέπει επειγόντως να πετύχει κάποιους βασικούς δημοσιονομικούς στόχους, ώστε να ανακτήσει περιθώρια δικής της πρωτοβουλίας στην άσκηση και την εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής
Τέλος παιχνιδιού: Η φράση αυτή ειπώθηκε από τον πρόεδρο του Eurogroup τον Οκτώβριο 2009, όταν απευθυνόμενος στην ελληνική κυβέρνηση θέλησε να καταδείξει με δραματικό τρόπο την ανάγκη λήψης μέτρων για την ελληνική οικονομία και την εγκατάλειψη των προσπαθειών αναβολής των κρίσιμων αποφάσεων. Δύο και πλέον χρόνια μετά η ελληνική οικονομία συνεχίζει να δοκιμάζεται από μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, μεγάλο και διογκούμενο χρέος, μεγάλη και διογκούμενη ύφεση. Οι αρχικές συμφωνίες του Μνημονίου απέτυχαν οικτρά στους στόχους που έθεσαν, παρά τη δριμεία φορολόγηση που επέβαλαν, τις ισοπεδωτικές περικοπές μισθών και συντάξεων και την κατεδάφιση των εργασιακών σχέσεων στον ιδιωτικό τομέα. Ορισμένες βελτιώσεις επήλθαν με τις νεότερες συμφωνίες του Ιουλίου και του Οκτωβρίου 2011 για την εθελοντική αναδιάρθρωση του χρέους, αλλά αυτές για την ταχεία χρηματοδότηση αναπτυξιακών έργων από ευρωπαϊκά κονδύλια δεν έχουν καν ξεκινήσει.
Η μόνη επιλογή που έχει σήμερα η χώρα μας είναι να επιδιώξει μια ανατροπή της φθίνουσας πορείας με επανενσωμάτωση στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και κλείσιμο του μετώπου απαξίωσης, ταυτόχρονα με την εμπέδωση ενός πλαισίου εμπιστοσύνης στους πολίτες για την ανέκκλητη και απαρασάλευτη παραμονή μας στο κοινό νόμισμα. Για να βγει από το αδιέξοδο η Ελλάδα πρέπει επειγόντως να πετύχει κάποιους βασικούς δημοσιονομικούς στόχους, ώστε να ανακτήσει έτσι μερικά περιθώρια δικής της πρωτοβουλίας στην άσκηση και την εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής. Μερικές προτάσεις πολιτικής προς αυτήν την κατεύθυνση είναι οι εξής:
(α) Ενιαία αρχή πληρωμών
Να υπαχθούν όλες οι δαπάνες όλων των υπηρεσιών και οργανισμών σε μια και αποκλειστική ενιαία αρχή πληρωμών του υπουργείου Οικονομικών. Καμία νέα υποχρέωση να μη δημιουργείται για μισθούς, συντάξεις, επιχορηγήσεις και έργα, χωρίς τη ρητή έγκριση και διαχρονική πρόβλεψη της αρχής. Η αρχή θα μπορεί επίσης να χρησιμεύσει στη διασταύρωση και την ανάδειξη πολλών άχρηστων δαπανών, όπως πελατειακές επιχορηγήσεις σε εκλογικές περιφέρειες, διαφημίσεις μέσω εποπτευόμενων φορέων κ.λπ.
(β) Ενοποίηση εισπρακτικών μηχανισμών
Με την ίδια λογική μπορεί να γίνει ένα ενιαίο κέντρο εσόδων, όπου θα συγχωνευθούν οι εφορίες, τα ασφαλιστικά ταμεία και οι κάθε λογής κρατικές εισπράξεις. Η ενοποίηση των εισπρακτικών μηχανισμών είναι θεσμικά και διοικητικά εύκολη, αρκεί να συντονιστεί η απόδοση ΦΠΑ με τις εισφορές που θα καταβάλλονται πλέον από κοινού και ταυτοχρόνως. Αυτό θα εξοικονομούσε χρόνο και κόστος για τον ειλικρινή επιχειρηματία, ενώ θα μείωνε αισθητά την εισφοροδιαφυγή περίπου κατά ένα δισ. ευρώ ετησίως, γιατί η ταύτιση ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας θα ανάγκαζε πολλές επιχειρήσεις να καταβάλουν τις εισφορές που τώρα υπεξαιρούν.
Επιπλέον θα διέσωζε πολλά ασφαλιστικά ταμεία από τον κίνδυνο κατάρρευσης και θα δημιουργούσε ένα ισχυρό αποθεματικό κοινωνικής ασφάλισης στον προϋπολογισμό, θα ενίσχυε τα φτωχότερα Ταμεία σε μια βάση κοινωνικής δικαιοσύνης και τελικά θα διευκόλυνε την ενοποίηση και την ενιαία διαχείριση όλων των ασφαλιστικών φορέων.
(γ) Αναπτυξιακή παρέμβαση εκτάκτου ανάγκης
Παράλληλα χρειάζεται μια διαρθρωμένη πολιτική εξόδου από τη μακρά ύφεση σε συνδυασμό με άλλες πολιτικές σταδιακής επιστροφής στην ανάπτυξη. Η Ευρωπαϊκή Ενωση αποφάσισε τον Ιούλιο του 2011 να διαθέσει προς άμεση εκταμίευση 23 δισ. ευρώ που θα μπορούσαν να διοχετευτούν πάραυτα σε στήριξη μεγάλων επενδύσεων, χωρίς πλέον την υποχρέωση εγχώριας χρηματοδότησης.
Αυτό θα δημιουργήσει μία άμεση αναπτυξιακή ανάφλεξη μεγάλης κλίμακας, ικανή να ανατρέψει το καθεστώς παραίτησης και αποτροπής στην ανάληψη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών. Τότε θα μπορεί να συνδυαστεί γόνιμα με μεταρρυθμίσεις επαγγελμάτων και αποκρατικοποιήσεις δημοσίων επιχειρήσεων, ώστε να προσελκυστούν σοβαρές ιδιωτικές επενδύσεις και να αλλάξουν το κλίμα.
Επιπλέον θα διαμορφώσει καλύτερες προϋποθέσεις για τη μείωση του ελλείμματος, πράγμα που ποτέ δεν θα γίνει με όλο και περισσότερους νέους φόρους, ιδίως όταν αυτοί επιβάλλονται διαρκώς επί των ιδίων φορολογουμένων αγνοώντας τόσο απερίσκεπτα τις στοιχειώδεις αρχές φορολογικής κόπωσης.
Ο Νίκος Χριστοδουλάκης είναι καθηγητής Οικονομικών και πρώην υπουργός Εθνικής Οικονομίας