Ο κόσμος πάει μπροστά –όπως πάντα- αλλά οι απειλές αυξάνονται και ενισχύονται μπροστά τα μάτια μας.
Η πρώτη και πιο εμφανής σχετίζεται με την ειρήνη και τη δημοκρατία, αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «καλοήθης τάξη του κόσμου». Ο πόλεμος στην Ουκρανία όχι μόνο δεν τελειώνει, αλλά τείνει να «ανοίξει την όρεξη» για τέτοιου είδους «επίλυση» των διαφορών. Ρωσία, Κίνα και Ινδία προετοιμάζονται διαρκώς, ενώ συμβαίνει όλο και πιο συχνά επί του πεδίου, όπως έδειξε η πρόσφατη ανάφλεξη στο ΝαγκόρνοΚαραμπάχ. Η Ευρώπη εξοπλίζεται, η πυρηνική κούρσα ξαναρχίζει, οι γεωπολιτικές συμμαχίες κινούνται όλοι και πιο πολύ στον άξονα του αυταρχισμού: Ρωσία-Βόρεια Κορέα, Κίνα-«αναπτυσσόμενες χώρες», «Παγκόσμιος Νότος» εναντίον «καταπιεστικής Δύσης». Η εισδοχή του πολεμικού πνεύματος στο μεδούλι των παγκόσμιων σχέσεωνέχει και δυο κρίσιμες άμεσες συνέπειες. Αφενός διασπά σιγά-σιγά το «αρραγές» μέτωπο υπέρ της Ουκρανίας: εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης από Πολωνία, Ουγγαρία, εντός G-20 από την άτυπη αλλά εμφανή «συμμαχία» Ινδίας, Βραζιλίας, Νότιας Αφρικής, εντός ΗΠΑ ως απότοκο του νέου βαθέοςδιχασμού υπό το φάσμα του Τραμπ. Αφετέρου αποδυναμώνει το «στρατόπεδο της δημοκρατίας» με άνοδο των ακραίων και των μισαλλόδοξων: μέσα στην Ευρώπη –Μελόνι, Όρμπαν, τώρα και Φίτσο-, στις «ξεχασμένες ηπείρους» -πραξικοπήματα στην Αφρική, μπότα της Κίνας στην Ασία, φτώχεια και ακρότητες στη Λατινική Αμερική. Πρόκειται για μια γεωπολιτική όχι του χάους αλλά της βίας.
Η δεύτερη απειλή, η κλιματική αλλαγή, που τόσο τη νιώσαμε στο πετσί μας αυτό το καλοκαίρι, ενδυναμώνεται υπό την επιρροή ενός τριπλού φαύλου κύκλου: διάστασημεταξύ συμφωνιών και πράξεων, εμπλοκή της πολιτικής «ιδεολογίας», μεγάλη συζήτηση που οδηγεί σε «κανονικοποίηση» του προβλήματος και σε τάσεις εφησυχασμού και πάντως αναβλητικότητας. Δεν είναι τυχαίο που, στην πρόσφατη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, η κλιματική αλλαγή ήταν, μαζί με το ουκρανικό, το βασικό θέμα, με επίκεντρο,όμως, όχι την πρόοδο που έχει επιτευχθεί, αλλά την καθυστέρηση σε σχέση με τους στόχους και με την ένταση της απειλής. Ούτε είναι τυχαίο ότι η απανταχού Δεξιά -με εξαιρέσεις, στις οποίες ανήκει και η κυβέρνηση της χώρας μας- φλερτάρει με την ιδέα να συγκροτήσει γύρω από το «φρενάρισμα» της «πράσινης ατζέντας» μια νέα διαχωριστική γραμμή με τις αποκαλούμενες «προοδευτικές δυνάμεις»: το τόλμησε ήδη ο Σούνακ στη Βρετανία, το παλεύει το Λαϊκό Κόμμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είναι βέβαιο ότι έτσι θα πορευθεί ο Τραμπ στον προεκλογικό του αγώνα. Ακόμα πιο ανησυχητική είναι η διεθνής τάση αποκλιμάκωσης της μείωσης των εκπομπών και γενικά της χρήσης «βρώμικης ενέργειας», υπό το πρόσχημα των κρίσεων και των οικονομικών αναγκών που έχουν δημιουργήσει. Οι «στόχοι του Παρισιού» μοιάζουν κάθε μέρα και πιο ανέφικτοι, κάτι που σημαίνει πως η ανθρωπότητα τρέχει προς την καταστροφή.
Η τρίτη απειλή, η πιο ύπουλη, έρχεται από το μέτωπο της τεχνολογίας. Ενώ η εξέλιξη της προκαλεί θαυμασμό και για το ανθρώπινο μυαλό και για τις δυνητικά θετικές επιπτώσεις -ιατρική και μακροζωία, καταπολέμηση της φτώχειας και των ανισοτήτων, πρόσβαση στη γνώση-, η ανθρωπότητα βρίσκεται σε τροχιά απώλειας του ελέγχου. Πριν από έξι μήνες, το σύνολο σχεδόν των «ηγετών» στο χώρο της τεχνολογίας -συμπεριλαμβανομένου του «Τραμπ των αγορών», του ΕλονΜασκ- υπέγραψε μια ανοιχτή επιστολή με την οποία προειδοποιούσε για τους κινδύνους και ζητούσε μια «άμεση κατάπαυση» κάθε νέου πειραματισμού με την τεχνητή νοημοσύνη, πριν βρεθεί τρόπος ρύθμισης. Οι κίνδυνοι είναι πλέον γνωστοί: αυτονόμηση των μηχανών, πρόκληση πυρηνικού επεισοδίου ή πυροδότησης πολέμου, επηρεασμός του 80% των παγκόσμιων θέσεων εργασίας, γενίκευση της νόθευσης εκλογών και γενικώς αποφάσεων που λαμβάνονται από οργανισμούς και κυβερνήσεις. Ελάχιστα όμως γίνονται: σε κάποιο βαθμό είναι λογικό, αφού ο αγώνας δρόμου μεταξύ τεχνολογίας και ρύθμισης είναι όχι απλώς άνισος αλλά άλλης κλίμακας, όμως αυτό δεν καθιστά λιγότερο επίφοβο το μπλοκάρισμα της ανθρωπότητας μπροστά σε έναν κίνδυνο που η ίδια δημιούργησε. Ο «θαυμαστός καινούργιος κόσμος» δεν είναι η πρώτη φορά που μάς φοβίζει, αλλά ίσως αυτή τη φορά να μάς λέει ότι η δυστοπία ετοιμάζεται να γίνει πραγματικότητα.