Στο αναμεταξύ, μας προέκυψε και η συνάντηση με τον Πούτιν, λες και δεν την περιμέναμε, αφού ούτως ή άλλως, η προπαρασκευή έγινε αρκετά πριν, από το πραξικόπημα.
Και άρα, την περιμέναμε να έρθει, κατά πως είθισται σε αυτές στις περιπτώσεις.
Στην περίπτωσή μας, εκείνο που θα έπρεπε να μας απασχολεί, πολύ περισσότερο, είναι, κυρίως, το ποιες είναι οι δυνατότητες της Ελλάδας, για άσκηση σοβαρής εξωτερικής πολιτικής, στις συγκεκριμένες συνθήκες ή ακόμη χειρότερα, του γιατί δεν ασκήσαμε συγκεκριμένες πολιτικές, παρά το τι φαινόταν καθαρά, το τι πρόκειται να συμβεί.
Εδώ, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο και ο τρόπος που ενημερωνόμαστε.
Δηλαδή, για παράδειγμα, στο συλλαλητήριο της 7ης Αυγούστου, παρευρίσκονταν ο αρχηγός του CHP και του MHP, ο αρχηγός των Ενόπλων δυνάμεων. Ενώ ήταν απών γιατί δεν προσκλήθηκε, πρώτα και κύρια, ο αρχηγός του HDP .
Στην άχαρη κουβέντα, για τη δημοκρατία στη Τουρκία, γενικά θεωρώ άσκοπο το να μπλέξω τη σημερινή μας κουβέντα.
Θα έχουμε αρκετό καιρό, στην πορεία να το συζητήσουμε.
Αυτό που μας αφορά όμως, είναι το ποιον δρόμο παίρνει η Τουρκία, σήμερα.
Αυτό που φαίνεται σίγουρο, είναι πως η μεθεπόμενη μέρα, γιατί η επόμενη έφυγε και πέρασε, θα είναι τελείως διαφορετική.
Ο Ερντογάν, δεν θα δώσει μάχη χαρακωμάτων, κατά τη γνώμη μου, για να επιβεβαιώσει την κυριαρχία του, δια του καινούριου Συντάγματος.
Έχει πολλές διαφορετικές ευκαιρίες, για να το πετύχει.
Αυτό που σήμερα ενδιαφέρει, κυρίως τον Ερντογάν, είναι το αν μπορεί να παίξει τον ρόλο του «νέου πατέρα» του έθνους.
Και χωρίς διασφαλισμένη εθνική ενότητα, δεν πρόκειται να το πετύχει. Αυτή είναι η εγγύηση την οποία του παρέχει, σήμερα, η προσέγγιση με το κόμμα του Κεμάλ.
Που έντρομοι, μήπως και τους φορτώσουν αμαρτίες παρελθόντων ετών, καταδίκασαν απερίφραστα, και πολύ καλά έκαναν, το πραξικόπημα. Από εκεί και ύστερα όμως, πολύ νερό έβαλαν στο κρασί τους και αυτό δεν βοηθάει στις εξελίξεις.
Αυτό που ονομάζουν δηλαδή, οι πολλοί, «νέα Τουρκία», δεν κουβαλάει επάνω του κανένα νεωτερισμό. Και όπως λέει, ο φίλος μας Μπουράκ Μπεγκτίλ , φανατικός βέβαια στο παρελθόν του CHP και του ρόλου των αξιωματικών, στην υποτιθέμενη εγγύηση του δημοκρατικού πολιτεύματος, συγκρούστηκαν οι δύο κάστες. Δεν κατάφερε η μια να επιβληθεί απολύτως επάνω στην άλλη. Διαπίστωσαν όμως, ότι είναι και αδύνατον να μην συνυπάρξουν, γιατί τότε οι συνέπειες θα είναι απρόβλεπτες.
Κι έτσι, η μεγάλη σύμπραξη, που φαινόταν αναπόφευκτη, μετά τις εκλογές του προηγούμενου Ιουνίου και ο Ερντογάν κατέφερε να την τορπιλίσει επαναπροκηρύσσοντας εκλογές, για τον Νοέμβριο, εντείνοντας τον εμφύλιο και αφήνοντας μένουσες πληγές στο σώμα της Τουρκίας, έρχεται εκ των πραγμάτων σήμερα να υλοποιηθεί, σε τελείως όμως διαφορετική στιγμή και φυσικά, με τελείως διαφορετικούς όρους.
Αλλά μάλλον δεν είναι ακόμη, πολύ αργά.
Ένα γεγονός είναι, πιστεύω αυτό, που υπαγορεύει αυτή τη στιγμή, αυτή την ενότητα. Ότι έχουν συνειδητοποιήσει όλοι, πως ένα κουρδικό κράτος, που καιρό πολύ πριν αποφασίστηκε, τώρα δημιουργείται στα νότια της Τουρκίας. Ο Ερντογάν προσπαθεί να διασφαλίσει τις συμφωνίες του με τον Μπαρτζανί, σε σχέση με τα πετρέλαια, οι οποίες συνεχίζουν να είναι ενεργές και κανείς δεν τις έχει αγγίξει και είναι αυτές, για τις οποίες ο Πούτιν, είχε απειλήσει να εξαφανίσει από προσώπου γης, τον Ερντογάν και την οικογένειά του, πριν από λίγους μήνες.
Τώρα, είναι πλέον φανερό, ότι θα δώσουν τα χέρια για το διαμελισμό της Συρίας. Ο Πούτιν θα κρατήσει τις βάσεις του, ο Ερντογάν θα χαλαρώσει από την πίεση των Κούρδων στο Νότο, παρά τις προσπάθειές του μάλιστα, κατάφερε το αντίθετο από το αποτέλεσμα που επιθυμούσε…Να πείσει την πλειοψηφία των Κούρδων, να μη ζητήσει αυτονομία, και ξεχωριστό κράτος κι έτσι, αναγκαστικά, θα συνεχίσουν να συνυπάρχουν, στη ΝΑ Τουρκία Κούρδοι, και η ιστορία συνεχίζεται.
Εδώ είναι που έχασε η Ευρώπη το παιχνίδι και είναι μάλλον αργά, για να μπορέσει να αναπληρώσει το κενό.
Οι Πράσινοι στη Γερμανία, ζήτησαν, αρκετές φορές, κοινοβουλευτικά, να υπάρξει έλεγχος, για το κατά πόσον οι πρακτικές του Φετουλάχ Γκιουλέν, στη Γερμανία, ήταν σύννομες και προβλέπονταν από το Σύνταγμα.
Και από ότι καταλαβαίνω, δεν ήταν ερωτήματα, που έμπαιναν μόνο, λόγω της εκλεκτικιστικής συγγένειας, του Κόμματος με τους Τούρκους.
Αλλά, είναι φανερό ότι ακολουθούσαν πρακτικές, στη Γερμανία, στα όρια της νομιμότητας. Και φυσικά δρούσαν ανενόχλητοι.
Είχαμε πει, δυο, τρία χρόνια πριν, πως ο Ερντογάν είχε κάνει το πελώριο σφάλμα, να ταράξει τις θρησκευτικές ισορροπίες στη Τουρκία, κάτι που τελικά το βρήκε μπροστά του.
Η εξέγερση στο Γκεζί, που επί της ουσίας, είναι η εξέγερση των Αλεβιτών, έδειξε και τα πελώρια κενά της Τούρκικης Τσουμχουριγετ. Τις πραγματικές ανάγκες εκσυγχρονισμού ενός πολιτεύματος, που χρόνια πριν, είχε αρχίσει να δείχνει σημεία κόπωσης. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Οζάλ, εκείνα τα χρόνια, βρήκε πολύ μεγάλη απήχηση, σε δυνάμεις και κοινωνικά στρώματα, που είχαν αρχίσει ήδη να αποκτούν μιαν άλλη συνείδηση, για τη Νέα Τουρκία .
Το πρόβλημα του Ερντογάν, τα τελευταία τρία χρόνια, που συγκρούεται ανοικτά με το Τζεμαάτ και τους Γκιουλενίστες, στη χώρα του, είναι ότι έχασε εν πολλοίς το μέτρο.
Το σημαντικότερο δε, όλων, ότι λησμόνησε πως μια από τις βασικές αιτίες που εκτόξευσαν τη δημοτικότητα του στα ύψη, ήταν ότι επιτέθηκε με σφοδρότητα, στο ήδη εξαθλιωμένο ηθικά και πολιτικά, πολιτικό προσωπικό του παρελθόντος, που βούλιαζε στα σκάνδαλα και τη διαφθορά.
Μάλλον και σήμερα φαίνεται ότι οι Τούρκοι πολίτες, δεν θα ανεχθούν την «καλή διαφθορά» και θα την αντιμετωπίσουν, με εξίσου επιθετικούς όρους. Γι αυτό και ο έλεγχος του υιού Ερντογάν, στην Ιταλία, καθώς και η άρνηση του να τον υποστεί, δεν φάνηκε να έχει την παραμικρή υποστήριξη και από τους πλέον φανατικούς οπαδούς του Σουλτάνου.
Να επιμείνω εδώ, για άλλη μια φορά, πως η Ευρώπη χρειάζεται την Τουρκία και να ευχηθώ, κάποια στιγμή να αρχίσουμε να συζητάμε σοβαρά, για το τι γίνεται γύρω μας.
Τουλάχιστον, όσοι έχουν πρόθεση να το κάνουν αυτό, χωρίς παρωπίδες και κυρίως εύκολους χαρακτηρισμούς.