Η Ολλανδία παίζει χρόνια με τη φωτιά. Τώρα, με κάποια καθυστέρηση, ετοιμάζεται να καεί.
Ανέκαθεν σκληρά «ορθόδοξη» στον τομέα της δημοσιονομικής πειθαρχίας, η χώρα είχε μεταβληθεί, ιδίως επί της Πρωθυπουργίας του κεντροδεξιού Πρωθυπουργού Ρούτε και του Υπουργού Οικονομικών του με το μακρύ όνομα και την εξίσου μακριά γλώσσα, σε δάσκαλο που δίδασκε τους άτακτους μαθητές του Νότου. Οχυρωμένη πίσω από ένα σοβαρό κράτος, την πατροπαράδοτη «προτεσταντική ηθική» (που, στην οικονομία, λέγεται απλώς τσιγκουνιά) και ένα θεωρητικά ακλόνητο ΑΑ από τις διεθνείς αγορές, η Ολλανδία, σε όλη τη διάρκεια της κρίσης, τάχθηκε με την πλευρά της Γερμανίας, ήταν πολύ σκληρή έως απαξιωτική για την Ελλάδα και αντιτάχθηκε σε κάθε συζήτηση περί πιο «πολιτικής» οικονομικής διακυβέρνησης. Η κρίση αγγίζει τώρα και την ίδια. Όχι γιατί οι βάσεις της οικονομίας της έγιναν, σε μία μέρα, λιγότερο υγιείς, αλλά γιατί ξέχασε, ή προσπάθησε στην πλάτη άλλων χωρών και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αγνοήσει πως η κρίση δεν γνωρίζει σύνορα και πάντως σίγουρα ξεπερνά τα σύνορα της απόλυτης ακαμψίας: Περικοπές χρειάζονται και οι «ενάρετοι», το ΑΑΑ αποδεικνύεται, όπως ξέρουν όλοι, περισσότερο προϊόν ψυχολογίας παρά επιστήμης, η πολιτική εκδικείται όσους παραμελούν τους βασικούς κανόνες της. Μάθημα πρώτο για τον μέχρι χτες δάσκαλο: η αλληλεγγύη και η κοινή δράση δεν είναι κενές πολυτελείς λέξεις, αλλά προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση μιας εξαιρετικά δύσκολης διεθνούς κατάστασης.
Πρότυπο ουσιαστικά φιλελεύθερου και πραγματικά κοινωνικού κράτους, μέχρι πριν από λίγα χρόνια, η Ολλανδία μετατράπηκε σιγά – σιγά σε κοιτίδα ισχυρών εξτρεμιστικών δυνάμεων, ξενοφοβικών ρευμάτων και αντι-ευρωπαϊστικών τάσεων. Η ευθύνη των σοσιαλδημοκρατών που κυβέρνησαν, πάντα με συμμαχίες, τη χώρα επί δεκαετίες, είναι τεράστια: υπέρ-«κεντροποιήθηκαν», υπέρ-«οικονομοποιήθηκαν» κι έχασαν τη φυσιογνωμία, την πειστικότητα και τελικά, την ψυχή τους. Κι ο ίδιος ο ολλανδικός λαός, όμως, παρα-μαγεύτηκε από τις σειρήνες του λαϊκισμού. Τα βαρύτητα τραύματα της πολιτικής ανόδου και των δολοφονιών των ακραίων Φορτάουν και του Βαν Γκογκ, δεν έγινε προσπάθεια να γιατρευτούν (όπως στη Νορβηγία) με επιστροφή στις αξίες της δημοκρατίας και του αλληλοσεβασμού, αλλά μέσα από την ομοιοπαθητικού τύπου ενίσχυση άλλων, ακόμα πιο επικίνδυνων, ακραίων, όπως ο Βίλντερς. Οι οποίοι, όχι μόνο έφτασαν να στηρίζουν μια κυβέρνηση στην οποία επέβαλαν μεγάλο μέρος της ατζέντας τους, αλλά στην πρώτη ευκαιρία την έριξαν κιόλας. Γιατί, μάθημα δεύτερο, οι εξτρεμιστές δεν είναι, εκ φύσεως, ποτέ πιστοί σε τίποτα, εκτός από τον εξτρεμισμό τους.
Τριπλή ειρωνεία λοιπόν:
.
α) η δημοσιονομικά ενάρετη κυβέρνηση έπεσε γιατί οι εταίροι δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν σε περικοπές 16 δις ευρώ,
.
β) η πάντα στον πυρήνα της Ευρώπης χώρα, κλονίζει συθέμελα το ευρώ, δείχνοντας ότι, ακριβώς, είναι κοινό -και κοινά απειλούμενο- νόμισμα,
.
γ) η παραδοσιακά ανεκτική κοινωνία, πέφτει στην παγίδα μιας εθνικιστικής Δεξιάς, που στην πράξη αμφισβητεί και τη δημοσιονομική πειθαρχία και τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό.
Ακόμη μία φορά, τα μαθήματα που δεν γίνονται παθήματα, δεν είναι ευχάριστα για κανέναν.
.
.
Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος, πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς