Τόσος είναι…

Νικηφόρος Αντωνόπουλος 01 Μαρ 2018

Τελικά, τίποτε δεν μπορεί να εμποδίσει κάποιον να εξευτελιστεί. Αρκεί να το θέλει πολύ. Και για τον Φώτη Κουβέλη, η επιμονή του στον εξευτελισμό χρειάστηκε 3 χρόνια και 2 μήνες – ή 1.158 ημέρες – για να επιβραβευτεί..

 Αν επρόκειτο απλώς για έναν κάποιο πολιτικό, δεν θα είχε και καμία ιδιαίτερη σημασία – τόσοι και τόσοι, στα πάνω από 50 χρόνια που παρακολουθώ ως δημοσιογράφος την πολιτική και τους πολιτικούς…

Ο Φώτης Κουβέλης, όμως, είναι ιδιαίτερη περίπτωση, γιατί είναι ο άνθρωπος που δυο φορές συνέβαλλε αποφασιστικά στην ανάδειξη του Σύριζα στην κυβέρνηση.

* Πρώτα, με την υπαναχώρησή του να είναι υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όπως του είχε προταθεί από το καλοκαίρι του 2014 με κάθε επισημότητα από τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ και είχε αρχικά  αποδεχτεί – γι αυτό άλλωστε και είχαν γίνει συζητήσεις του Σπύρου Λυκούδη με τον Ευάγγελο Βενιζέλο και του υπεύθυνου Τύπου Ανδρέα Παπαδόπουλου  με τον στενό συνεργάτη του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, Χρύσανθου Λαζαρίδη

* Δεύτερο, με την εμμονή του στις 29 Δεκεμβρίου 2014, να μη ψηφίσει, όπως και οι άλλοι 8 βουλευτές του κόμματός του που τον ακολούθησαν, την υποψηφιότητα του Σταύρου Δήμα για την Προεδρεία της Δημοκρατίας.

Ασφαλώς με τα «αν» δεν γράφεται η ιστορία. Είναι δεδομένο όμως, ότι αν ο Κουβέλης δεν υπαναχωρούσε και αποδεχόταν την πρόταση για την Προεδρεία της Δημοκρατίας, η εκλογή του θα μπορούσε να θεωρηθεί βέβαιη, όπως τουλάχιστον είχαν δείξει οι βολιδοσκοπήσεις που είχαν γίνει τόσο από την πλευρά του τότε πρωθυπουργού όσο και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ με ανεξάρτητους βουλευτές, που μετά την υπαναχώρηση Κουβέλη ψήφισαν κι αυτοί «παρών».

Αυτές οι δυο αρνήσεις του Φώτη Κουβέλη είναι που βοήθησαν αποφασιστικά στις πρόωρες εκλογές του Ιανουαρίου 2015, με τα όσα καταστροφικά για τη χώρα ακολούθησαν εξαιτίας της διακυβέρνησης Συριζα – Ανελ.

Αλλά και πριν από τον Δεκέμβρη του 2014, ο Κουβέλης είχε σταθεί μοιραίος άνθρωπος για τις εξελίξεις που ακολούθησαν, με την απόφασή του στις 21 Ιουνίου 2013 να αποχωρήσει από την κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ με πρόσχημα το κλείσιμο της ΕΡΤ, παρά το γεγονός ότι και ο Ευάγγελος Βενιζέλος και ο Αντώνης Σαμαράς είχαν αποδεχτεί τις προτάσεις του για ομαλή διέξοδο από την κρίση που προκάλεσε το κλείσιμο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης.

Αυτή η αιφνίδια, προσωπική απόφαση του Κουβέλη είναι που οδήγησε στον εκφυλισμό, τη διάσπαση και εξαφάνιση εν τέλει της ΔΗΜΑΡ από το πολιτικό προσκήνιο – κι αυτό, άσχετα με την «συμβολή»  και κάποιων στελεχών της, που ενώ στήριξαν με κάθε τρόπο τις ενέργειες του Κουβέλη, διαβάλλοντας και εξουδετερώνοντας τα στελέχη εκείνα, όπως ο Σπύρος Λυκούδης υποδείκνυαν άλλη πορεία, επιβίωσαν προσωπικά, βρίσκοντας στέγη στη Συμπαράταξη με το ΠΑΣΟΚ, που δήθεν «επεδίωκαν» ο Λυκούδης και τα στελέχη που συμφωνούσαν μαζί του! (Αλλά, αυτή είναι μια άλλη ιστορία…)

Όπως βέβαια, δεν μπορεί παρά να χρεωθεί καθαρά στον Κουβέλη και η άρνησή του να υποστηρίξει την Κίνηση των 58 για την δημιουργία ενός μεγάλου, νέου φορέα των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς που είχε γίνει δεκτή με μεγάλες προσδοκίες και ελπίδες. Άλλη μια «συμβολή» κι αυτή του Φώτη Κουβέλη στην ενίσχυση του Σύριζα, στον οποίο, από τότε, πρόσβλεπε ως τον «κύριο φορέα της αριστεράς», στον οποίο όφειλαν να προσχωρήσουν όλες οι άλλες δυνάμεις της αριστεράς…

Το ερώτημα που εύλογα μπορεί να προκύψει μετά από όλα αυτά, είναι πώς ένας άνθρωπος με τόσες ανακολουθίες και παλινωδίες θα μπορούσε να αποτελεί πρόσωπο ικανό για την ανάληψη των ευθυνών και υποχρεώσεων που συνεπάγεται η ανάδειξη στο ύψιστη αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπως ήθελαν τότε οι Σαμαράς – Βενιζέλος.

Η απάντηση έχει δοθεί πλέον και την έχει δώσει και ο ίδιος με τη δημόσια στάση του όλα αυτά τα χρόνια. Ιστορικά κρίνοντας από τα όσα συνέβησαν από εκείνο το Δεκέμβρη του 2014, θα ήταν πολύτιμη η συμβολή του στο να αποφευχθούν οι καταστροφικές συνέπειες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Δεν το θέλησε, δεν το μπορούσε, δεν το άντεχε. Τόσος ήταν.

Το δεύτερο ερώτημα είναι, τι μπορεί να προσδοκά ο Τσίπρας βάζοντας στην κυβέρνηση τον Κουβέλη και μάλιστα στη μόνη ίσως θέση που δεν θα ανέμενε κανείς, σ’ έναν κάτι σαν ανασχηματισμό, που προκάλεσε η κρίση του επιδοτούμενου ενοικίου του ζεύγους Παπαδημητρίου – Αντωνοπούλου.

Η πιο εύλογη απάντηση είναι ήθελε στο νέο σχήμα κάποιον άχρωμο και άοσμο, που δεν θα διατάρασσε τις εύθραυστες κομματικές ισορροπίες και θα είχε και κάποιο πρόσημο «διεύρυνσης» από τον ευρύτερο χώρο της αριστεράς.

Το κύμα καγχασμού, ειρωνείας, ακόμη και χοντροκομμένης πλάκας με την οποία έγινε δεχτή από την κοινή γνώμη η είσοδος του Κουβέλη στην κυβέρνηση, όχι απλώς ακύρωσε τις όποιες προσδοκίες στήριξε σ’ αυτήν ο Τσίπρας, αλλά τη προσέδωσε ανεξίτηλα το χαρακτηρισμό, «Ανασχηματισμός Κουβέλη», με τον οποίο και θα αναφέρεται πλέον, ως συνώνυμο του «Ανασχηματισμός της πλάκας».

Δεν χρειάζεται, βέβαια, να τεθεί ως ερώτημα το γιατί δέχτηκε ο Κουβέλης να μπει στην κυβέρνηση, ως τσόντα, στη θέση αναπληρωτή του Πάνου Καμμένου. Για τον  οποίο έγραφε στις 3 Μαίου 2012 στο τουίτερ:

«Συμμαχία της Αριστεράς με στήριξη του Κου Καμμένου, δεν την νοούμαι και δεν         την συζητάμε»!

Το είπαμε και πιο πάνω: Τόσος είναι.