Τώρα που τελείωσαν τα ψέματα…

Ευάγγελος Βενιζέλος 18 Σεπ 2015

Η ιστορία δεν γράφεται με «αν». Όταν όμως μπορούμε να καταλάβουμε και να ομολογήσουμε την αλήθεια, όταν έχουμε την ψυχραιμία και την ικανότητα να θυμόμαστε και να επαναπροσδιορίζουμε το παρελθόν, μπορούμε και να σχεδιάσουμε το μέλλον, αλλιώς θα επαναλάβουμε τα ίδια λάθη.

Το 2012 έλεγα πως είναι δύσκολο, αν όχι ακατόρθωτο, να πείσεις μια κοινωνία να αποτιμήσει θετικά τις προσπάθειες που έκανες για κάτι που δεν έζησε, για ένα κακό που απέφυγε, για ένα βίωμα που δεν απέκτησε. Ήταν δύσκολο να πεις σε μια κοινωνία η οποία – ας πάρουμε τα τελευταία 40 χρόνια από τη μεταπολίτευση και μετά, από το 1974 – πήγαινε κάθε χρόνο από το καλό στο καλύτερο, είχε μια ευθύγραμμη πορεία ανάπτυξης, προόδου, βελτίωσης των εισοδημάτων, «ξέρεις τώρα θα πας πίσω για να γλιτώσεις ένα μέρος του κεκτημένου που έχεις διαμορφώσει, για να αποφύγεις το μεγαλύτερο κακό». Γιατί κάθε πολίτης ζει το δικό του δράμα, σε παρόντα χρόνο, και δεν θα μπορούσε να κάνει προβολή σε ένα υποθετικό παρόν και να το συγκρίνει με το πραγματικό παρόν.

 

Και φυσικά αυτή η προβολή καθίστατο ακόμα πιο δύσκολη όταν όλες οι άλλες πολιτικές δυνάμεις του τόπου, κοινωνικοί φορείς και διαμορφωτές της κοινής γνώμης, προσπαθούσαν να πείσουν τους πολίτες πως ο μόνος λόγος των δυσκολιών που αντιμετώπιζαν ήταν το «άθλιο», «δωσίλογο», «εθελόδουλο», «πουλημένο», «διαπλεκόμενο», «διεφθαρμένο» πολιτικό προσωπικό που έτσι για να διασκεδάσει την πλήξη του, θέλησε να βλάψει τους πολίτες! Κι όμως αυτό το παράλογο σχήμα έγινε πιστευτό από την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, μαζί με την πεποίθηση ότι υπήρχε μια άλλη ανώδυνη λύση που η αριστερά του κ. Τσίπρα μπορούσε να την εξασφαλίσει εύκολα και με δεδομένη της επιτυχία.

Τον Μάρτιο του 2014 απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου είχα πει πως « δημιουργείται η αφελής και επικίνδυνη εικόνα πως ένα «παλικαράκι» από την Ελλάδα, συγκαλεί Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «τσακίζει» τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων με την επιχειρηματολογία του ή με τα εκβιαστικά του διλήμματα και λύνει σε μια συνεδρίαση αυτά τα οποία εμείς οι «πουλημένοι», οι «ανήμποροι», οι «δωσίλογοι», δε μπορέσαμε ν’ αντιμετωπίσουμε όλα αυτά τα χρόνια, αγωνιζόμενοι με την ψυχή στο στόμα. Όποιος πιστεύει στην ιστορία αυτή και θέλει να την «αγοράσει» για να δει πώς παίζεται, μπορεί να το κάνει». Και δυστυχώς είδαμε.

Πλέον η υπόθεση έγινε βίωμα. Έγινε; Όχι. Δεν φτάσαμε στην απόλυτη καταστροφή. Η ζημιά που έχει γίνει στη χώρα, όχι μόνο στην οικονομία, αλλά και στην κοινωνία, στους θεσμούς, στην κουλτούρα μας, είναι πολύ μεγάλη κι ακόμα δεν έχει αποτιμηθεί στα πραγματικά της μεγέθη. Όμως, όχι, δεν επήλθε η απόλυτη καταστροφή. Την τελευταία στιγμή ο κ. Τσίπρας – ως ένας αναβλέψας Νέρων – επέλεξε να μην «πατήσει την σκανδάλη» ίσως γιατί αντιλήφθηκε ότι θα είναι ο ολετήρας της οικονομίας αλλά και των δημοκρατικών θεσμών.

Την 15η Ιουλίου 2015 όμως, ο ιστορικός του μέλλοντος θα την καταγράψει ως ημέρα τομή, την ημέρα αυτή που ο εκφραστής  της επί 5 χρόνια  αντιμνημονιακής προπαγάνδας, εμφανίστηκε στο βήμα της Βουλής και δήλωσε: «ή ψηφίζουμε το μνημόνιο ή οδηγούμαστε σε ασύντακτη χρεοκοπία», αφού πρώτα έσυρε την χώρα σε ένα παραπλανητικό και αντισυνταγματικό δημοψήφισμα, για να υποκλέψει ένα ΟΧΙ πανηγυρικό και να το μετατρέψει σε ΝΑΙ σ’ ένα μνημόνιο πολύ χειρότερο από αυτό το οποίο είχε προταθεί αρχικά από  την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και βέβαια σε κάτι πολύ χειρότερο απ’ αυτό στο οποίο θα πήγαινε η χώρα κανονικά το Φεβρουάριο του 2015, εάν δεν είχε μεσολαβήσει η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα και του κ. Βαρουφάκη.

 

Την 15η Ιουλίου 2015 κατέρρευσε με τον πιο οδυνηρό τρόπο η μυθολογία της αντι-μνημονιακής αντίληψης. Ότι δήθεν υπήρχε μία άλλη πολιτική. Την ημέρα εκείνη επανατοποθετήθηκε ο άξονας της πολιτικής και δημόσιας ζωής της χώρας. Περάσαμε από τη μυθολογία στην πραγματικότητα. Από τα ψέματα στην αλήθεια.

 

Το κόστος της άρσης το πέπλου της οργανωμένης και χυδαίας δημαγωγίας είναι δυστυχώς πολύ μεγάλο. Ίσως όμως και να ήταν αναπόφευκτο. Εάν δεν μεσολαβούσε τον επτάμηνο Τσίπρα/Καμμένου η κατάσταση της οικονομίας θα ήταν – το ξαναλέω – προφανώς πολύ καλύτερη. Η κατάσταση όμως στους κόλπους της κοινωνίας θα ήταν εκρηκτική, με γόμωση συνωμοσιολογική και δημαγωγική υψηλού κινδύνου.

 

Ο κ. Τσίπρας στο debate της Δευτέρας δήλωσε με έναν  προκλητικό κυνισμό πως ναι έκανε λάθη, ναι έβλαψε ανεπανόρθωτα τη χώρα, ναι τα έκανε μαντάρα όλα, αλλά …απέκτησε εμπειρία! Και στο όνομα αυτής της αποκτηθείσας «εμπειρίας» που την πλήρωσε φυσικά ο ελληνικός λαός, διεκδικεί εκ νέου την ψήφο του λαού για να σχηματίσει κυβέρνηση κατά προτίμηση πανομοιότυπη με την κυβέρνηση του ολέθριου επταμήνου! Με οριακές μάλιστα πλειοψηφίες παριστάνοντας και ο ίδιος ότι δεν βλέπει πως επίκειται νέα διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ.

 

Προφανώς ο κ. Τσίπρας τίποτα δεν κατάλαβε. Διότι αν είχε καταλάβει δεν θα αναφωνούσε παραμονές εκλογών το εμφυλιακό «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» (ποιοι; ο ελληνικός λαός που δεν εμπιστεύεται τον κ. Τσιπρα;) ούτε θα οργάνωνε μια προεκλογική εκστρατεία βασιζόμενη σε κατάφωρα ψέματα («το δικό μου μνημόνιο είναι καλύτερο»), εκστρατείες λάσπης κατά των πολιτικών αντιπάλων, απατηλές υποσχέσεις για παράλληλα προγράμματα όμοια με το παράλληλο νόμισμα, και νέους διχασμούς- το παλαιό και το νέο, όπου το «παλαιό» είναι το πολιτικό προσωπικό της μεταπολίτευσης και το «νέο» το πολιτικό προσωπικό  που προέρχεται από τη μήτρα του Κομμουνιστικού Κόμματος, από τις διαστάσεις  του ΚΚΕ .

 

Τώρα που τα ψέματα τελείωσαν και όλοι ξέρουμε πως δεν υπήρχε άλλος δρόμος, ούτε είχε βάση ο βίαιος διαχωρισμός σε αντιμνημονιακούς και μνημονικούς. Το κατάλαβε αυτό με καθυστέρηση η Νέα Δημοκρατία, όταν προσήλθε στο μέτωπο της ευθύνης, με μεγάλη καθυστέρηση το Νοέμβριο του 2011, παρότι ακόμη τότε διατηρούσε την ψευδαίσθηση της αυτοδυναμίας και προκάλεσε τις διπλές εκλογές του 2012. Τώρα βλέπουμε να υιοθετεί όλη την προσπάθειά μας, να μιλάει για κυβέρνηση με τη συμμετοχή όλων των ευρωπαϊκών δυνάμεων, να αποδέχεται την αλλαγή στο μπόνους των 50 εδρών που αλλοιώνει τις πολιτικές επιλογές της κοινωνίας. Δεν αρκούν όμως οι δηλώσεις. Χρειάζονται πρακτικές εγγυήσεις. Η σημαντικότερη εγγύηση είναι η ενίσχυση του τρίτου πόλου, της δημοκρατικής συμπαράταξης ΠΑΣΟΚ/ ΔΗΜΑΡ/ Κινήσεις Πολιτών. Του πολιτικού χώρου που με συνέπεια και σταθερότητα σήκωσε  το δυσανάλογο βάρος της αλήθειας.

 

Ο τόπος λοιπόν πρέπει να κυβερνηθεί με τη συνευθύνη όλων όσοι αυτή τη στιγμή λένε ότι πιστεύουν σε μια κοινή γραμμή.

 

Ο τόπος χρειάζεται ευρύτατη συνεργασία όλων των δημοκρατικών ευρωπαϊκών δυνάμεων. Χρειάζεται εθνική ομάδα, όχι πλέον διαπραγμάτευσης, αλλά προετοιμασίας και εφαρμογής του εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης. Και για να συμβεί αυτό, πρέπει να είναι η κατανομή των δυνάμεων τέτοια, ώστε κανείς να μην μπορεί να αντιδράσει με πολιτικό εγωισμό και αλαζονεία την επομένη των εκλογών.

Έχει πολύ μεγάλη σημασία να ακυρωθεί η  αλαζονεία του μικρομεσαίου  δικομματισμού ώστε να εξαναγκαστούν όλοι να συνεργαστούν σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Κανείς δεν πρέπει να απόσχει της ευθύνης του.

 

Τώρα που τα ψέματα τελείωσαν, ήρθε η ώρα να ξαναγνωριστούμε, ήρθε η ώρα να ξαναβρεθούμε.