Τοπία και βλέμμα

Κώστας Καρακώτιας 29 Ιουλ 2014

Aλήθεια, οι εκδρομείς του καλοκαιριού, πώς αντικρίζουν το τοπίο που απλώνεται στα μάτια τους; Περνά σαν μια φευγαλέα καρτποσταλική εικόνα ή εγγράφεται στο βλέμμα τους ως μέρος του πολιτισμού, του τρόπου ζωής, των ανθρώπινων πρακτικών, των χρονικών μεταβολών και τελικά της ιστορίας της χώρας; Εναν ξεχωριστό τρόπο του βλέπειν, αντιτουριστικό και ουσιωδώς στοχαστικό δείχνει ο πασίγνωστος Γάλλος νεοελληνιστής συγγραφέας Ζακ Λακαριέρ στο κλασικό πλέον βιβλίο του «Ελληνικό καλοκαίρι» (μτφ. Ιωάννα Χατζηνικολή, εκδόσεις Ι. Χατζηνικολή).

Το βιβλίο είναι το απόσταγμα των περιηγήσεων του συγγραφέα στην Ελλάδα τις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Ο Λακαριέρ διασχίζει τη χώρα και παρατηρεί τα τοπία και τους ανθρώπους της, καταγράφει τις ασχολίες και διάφορες συμπεριφορές τους, επιστρέφει συχνά στους μύθους και στην ιστορία του κάθε τόπου, συνδέει το παρελθόν με το παρόν και προσπαθεί να συλλάβει το αποτύπωμα της Ελλάδας σε μια μεταιχμιακή συγκυρία, ανάμεσα στην ισχυρή ακόμα παραδοσιοκρατία και στον επερχόμενο εκσυχρονισμό. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα απλά γράφει για τη δόμηση των αιγαιοπελαγίτικων νησιών που αναδεικνύουν και την οπτική του: «… Ολα τα σπίτια, στα πιο πολλά απ? αυτά τα νησιά, έχουν χτιστεί χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο, χωρίς αρχιτέκτονα, από το αισθητήριο και τους ανθρώπους που τα κατοικούν. Αλλά τίποτα δεν είναι καμωμένο στην τύχη. Αν υπάρχουν κλειστές αυλές, περιτοιχισμένες από ψηλούς τοίχους, είναι για να προστατεύουν από τον άνεμο.

Αν οι τοίχοι και τα δωμάτια είναι περασμένα και ξαναπερασμένα ασβέστη, είναι για να διώχνουν την κάψα του ήλιου και να κρατάνε την ημέρα τη δροσιά της νύχτας. Αν υπάρχουν ταράτσες αντί για γερτές στέγες, είναι για να μαζεύουν το νερό της βροχής και να γεμίζουν τις στέρνες στα μέρη όπου οι πηγές είναι σπάνιες ή και ανύπαρκτες. Οχι, τίποτα δεν έχει γίνει εδώ στην τύχη κι όμως όλα φαίνονται να ?χουνε γεννηθεί από τη φαντασία της τύχης, σύμφωνα με δυσδιάκριτους νόμους που δίνουνε την εντύπωση πως το κάθε χωριό είναι το συνειδητό έργο κάποιου λησμονημένου αρχιτέκτονα».

O Λακαριέρ δεν μένει μόνο στην αναμφισβήτητη ομορφιά του τοπίου αλλά διεισδύει στο πώς και το γιατί της δημιουργίας του. Διαπιστώνει δε ότι όλα είναι φτιαγμένα σε ανθρώπινη κλίμακα. Δηλαδή με μια «αναλογία ανάμεσα στη διάσταση του ανθρώπου και τη διάσταση των πραγμάτων, συμπεριλαμβανομένου και του τοπίου». Δυστυχώς, σήμερα, στα μάτια όσων θέλουν να δούν, η αρμονία που διακρίνει ο Λακαριέρ δεν υπάρχει πια. Αλώθηκε από την άναρχη τουριστική ανάπτυξη. Ενα σύγχρονο αναστοχαστικό βλέμμα λοιπόν μάλλον θα ήταν πένθιμο.