Δεν είναι η πρώτη φορά που το θέμα τής αλλοπρόσαλλής, αψυχολόγητης και ακατάλληλης ένταξης ενός τραγουδιστή-σήμα κατατεθέν νυχτερινής πίστας, βουτηγμένου, χρόνια τώρα, στα νερά τής καταναλωτικής φθοράς, απασχολεί τη διοίκηση του Μεγάρου Μουσικής.
Βούτυρο στο… ψωμί μου είναι μια τέτοια είδηση, καθ’ ότι πάντα εμμένω στην άποψη πως, οι κεντρικές αίθουσες μουσικής Τέχνης, θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικές στο τι φιλοξενούν.
Έρχεται λοιπόν η είδηση από την Εφημερίδα των Συντακτών, πως υπάρχει πρόταση από τον Γιώργο Λιάνη να εμφανιστεί σε μια συναυλία ο… αρχιερέας τής τραγουδιστικής νύχτας, Τόλης Βοσκόπουλος, στο Μέγαρο Μουσικής! Επί πλέον, η είδηση αναφέρει πως η υπουργός Πολιτισμού κα Λυδία Κονιόρδου, είναι θετική σε μια τέτοια «ανανεωτική» για το ΜΜΑ παρουσία τού βάρδου.
Όχι, δεν είναι ετεροχρονισμένο πρωταπριλιάτικο καλαμπούρι. Δεν είναι της… αρρωστημένης φαντασίας μου, αλλά πραγματικότητα μιας νοσηρότατης κατάστασης που υπάρχει μέσα στους αντιφατικούς χώρους τού ελληνικού θεάματος.
Θα παρακολουθήσουμε με μεγάλο ενδιαφέρον την εξέλιξη αυτής τής πρότασης προς το Μέγαρο και το πώς ο καλλιτεχνικός διευθυντής του, ο Μίλτος Λογιάδης, θα ξεπεράσει έναν τέτοιο σκόπελο και θα παρακάμψει πολιτικούς παλαιάς κοπής (βλέπε Λιάνης) και την ίδια την υπουργό, σ’ αυτή την διάτρητη καλλιτεχνική πρόταση, η οποία δείχνει και το πολιτιστικό μπέρδεμα της ερμαφρόδιτης αισθητικής, γύρω από το ελληνικό τραγούδι…
Ο εν λόγω τραγουδιστής, είναι όντως αρεστός σε ένα ευρύτατο κοινό τής νυχτερινής πίστας. Από παλιά εξοπλισμένος με τραγούδια μιας λαϊκότροπης υφής, με δακρύβρεκτα στιχάκια, ελαφρολαϊκά… ασματίδια, αναγνωρισμένα και ως «καψουροτράγουδα», με έντονα στοιχεία ερωτικού πάθους να ξεχειλίζουν από λέξεις ελαφρότατων νοημάτων, που αναφέρονται σε χωρισμούς, ανεξέλεγκτο ερωτικό… πάθος και άλλα παρόμοια, τα οποία συχνά πυκνά φτιάχνουν τοπίο ενός τύπου «νταλκά» που αγγίζει εύκολα το πόπολο. Οι μουσικές φράσεις, εύκολες στροφές παρμένες από δω κι εκεί, δίχως καμία ιδιαίτερη έμπνευση, ούτε καν κάποια αναφορά σε εποχή, σε στιλ, σε… τεχνοτροπία. Ό,τι περιέχουν τα τραγούδια του είναι το αισθητικό περιεχόμενο του ιδίου. Κουστουμάτος βάρδος με ύφος… Κάρλος Γκαρντέλ, παρμένο στιλ από κοσμοπολίτικες συμπεριφορές, αλλά χωρίς κάποια φωνητική ιδιαιτερότητα, εκτός από την ένρινη χροιά, το υπερμέγεθες βιμπράτο του και τη λαϊκίστικη ηχητική-εκφραστική του συμπεριφορά ήδη από την εποχή τής Χούντας…
Δεν μπορώ να το ξεχάσω! Έχει ριζώσει μέσα μου απ’ όταν στα δίσεκτα χρόνια από το 1969, στα πήγαινε-έλα από Ιταλία-Ελλάδα, με το πλοίο, ήταν ο μόνιμος ηχητικός προάγγελος της χώρας μας, με τη φωνή και τα τραγούδια του από τα μεγάφωνα να συνδέονται εντός μου ως χουντικό ηχόχρωμα… Από το κλίμα των πολιτικών τραγουδιών τής εποχής, ο ήχος ενός τέτοιου διαφορετικού κλίματος τραγουδιού, ηχούσε αντιθετικά κι απορριπτικά στα αφτιά μου. Έτσι, δημιουργήθηκε μέσα μου ο… «ήχος της Χούντας» με τον Βοσκόπουλο, κυρίαρχη περσόνα, να με κατακλύζει αντιαισθητικά… Ήταν-τότε-η εποχή του, όταν τα λίγα ραδιόφωνα δεν παρέλειπαν να μεταδίδουν τέτοιου τύπου τραγούδια, ευνοώντας μια παρόμοια περίπτωση «αισθητικής».
Απ’ ό,τι όμως μου προκύπτει, αυτή η «αισθητική» τέτοιων τραγουδιών, μετά από μισό αιώνα (!!!), συνεχίζει να είναι μια πραγματικότητα αναμφισβήτητη. Ο και ονομαζόμενος «Πρίγκιπας» βάρδος των 80 χρόνων εξακολουθεί να απολαμβάνει τη δόξα και την προβολή, παρ’ όλο που δεν έχει αλλάξει τίποτα από τα εκφραστικά του μέσα.
Οι εποχές ναι, άλλαξαν. Ο Τόλης παραμένει ίδιος και απαράλλακτος! Ο κόσμος (του) δεν τον ξέχασε και σε κάθε ευκαιρία διψάει να τον βλέπει και να τον ακούει…
Ίσως αυτό το… σύμπτωμα δεν ανήκει αποκλειστικά στον καλλιτεχνικό χώρο και καλό θα ήταν να ψάξουμε, μέσω της κοινωνικής ψυχολογίας, το γεγονός πώς, ένα τόσο μεγάλο κομμάτι τού κόσμου, επιμένει σε τέτοια παλαιότερα φωνητικά και αισθητικά μοντέλα, παρ’ όλες τις κοινωνικές ανακατατάξεις των καιρών, οι οποίες, απ’ ό,τι λένε οι «ειδικοί», επηρεάζουν μέγιστα την λαϊκή αισθητική…
Το δίλλημα, ναι ή όχι στην παρουσία τού Βοσκόπουλου στο Μέγαρο Μουσικής, θεωρώ πως είναι αναχρονιστικό και αψυχολόγητο ακόμα και να τεθεί! Επειδή όμως όλα είναι πιθανά στη χώρα των αντιφάσεων, θα είναι, για άλλη μια φορά, μια δοκιμασία των θεσμών πάνω στο ζήτημα του… υπαρκτού λαϊκισμού. Οι σκέψεις των οργανωτών, απ’ ό,τι μαθαίνουμε, είναι να προταθεί συναυλία τού Βοσκόπουλου στο Καλλιμάρμαρο, ή ακόμα και στο… Ηρώδειο (!!!)
Τραγουδιστές που συνέβαλαν τα μέγιστα στην κακογουστιά και στην φθοροποιό εξέλιξη του ελληνικού τραγουδιού, μπορεί να μετράνε πολλά ή λίγα χρόνια πορείας και να τίθενται ως πρώτα ονόματα στο δισκογραφικό (και όχι μόνο) χώρο τής ελληνικής πραγματικότητας… Η εμφάνισή τους όμως σε έναν εμβληματικό χώρο, του οποίου ο προορισμός είναι ριζικά αντίθετος από αισθητικής άποψης, θα έλεγα πως είναι μια απαράδεκτη αποδοχή.
Ο περί ου ο λόγος τραγουδιστής, στο ενεργητικό του μετράει 75 προσωπικούς δίσκους, χώρια από πολλές συμμετοχές. Διέπρεψε στο ελαφρό θέατρο και απασχόλησε το ευρύ κοινό με τέσσερις γάμους και μια δίκη για φορολογικούς λόγους, αλλά αυτά δεν μας αφορούν και δεν θα μας απασχολήσουν σ’ αυτό το σημείωμα.
Θα μπορούσα να παραλείψω το όνομά του, αλλά η δημοσιότητά του με ξεπερνάει. Το γεγονός είναι πως ο Τόλης, εκπροσωπεί αυτό το «είδος» τραγουδοποι?ας, για το οποίο γίνεται αυτή η αναφορά. Αρμόζει ή όχι σε χώρους υψηλής Τέχνης;
Σε αυτήν ακριβώς την… λεπτομέρεια θα πρέπει να σταθούνε και οι δυο πλευρές. Είναι αυτές οι «λεπτομέρειες», οι οποίες κρίνουν την καλλιτεχνική πορεία, όχι μόνο ενός τραγουδιστή, αλλά μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Το θέμα είναι τεράστιο και δεν εξαντλείται σε ένα σημείωμα. Θα πρέπει να απασχολεί περισσότερο όλους μας, ώσπου να κατανοήσουμε τα «πρέπει» και τα «γιατί» μιας καλλιτεχνικής πράξης.