Δεν έχει νόημα να θυμίζει κανείς πόσο επιζήμια για την οικονομία ήταν η πολύμηνη διαπραγμάτευση που προηγήθηκε με τους πιστωτές και πόσο ακριβά πληρώνει η χώρα τα προεκλογικά ψέματα του ΣΥΡΙΖΑ και τη δυσκολία του να προσαρμοστεί στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Αυτό που έχει πραγματικά αξία είναι να αναδειχθεί η ευθύνη του εγχώριου δημοκρατικού πολιτικού συστήματος για την απουσία εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης που θα περιλάμβανε πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που τώρα έρχονται ως όροι του τρίτου μνημονίου.
Γιατί να αποτελεί μνημονιακό καταναγκασμό η αυστηροποίηση του ορισμού του αγρότη, η αύξηση του φόρου χωρητικότητας στη ναυτιλία, η μείωση των τιμών των γενόσημων φαρμάκων, η κατάργηση των προνομίων στο αγροτικό πετρέλαιο, η αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης, η αντιμετώπιση των αστοχιών στην είσπραξη φορολογικών εσόδων, η εξαίρεση από τη ρύθμιση των 100 δόσεων των κακοπληρωτών. Γιατί να μας υποδεικνύουν οι πιστωτές τον περιορισμό των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, το άνοιγμα επαγγελμάτων, την κατάργηση των φόρων υπέρ τρίτων, τη μείωση της γραφειοκρατίας και την επιτάχυνση αδειοδοτήσεων για επενδύσεις χαμηλού ρίσκου, τη μείωση των καθυστερήσεων στις δικαστικές αποφάσεις.
Το τρίτο μνημόνο περιλαμβάνει πλήθος διαρθρωτικών αλλαγών που θα έπρεπε ήδη να έχουν γίνει. Το πρώτο λάθος είναι ότι η συμφωνία με τους πιστωτές καταγγέλλεται στο σύνολό της, τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την αντιπολίτευση, αντί να διαχωριστεί και να αναδειχθεί ως θετικό το μεταρρυθμιστικό της περιεχόμενο.
Επειδή αυτό δεν συμβαίνει, είναι μικρές οι πιθανότητες επιτυχίας του νέου προγράμματος (ευτυχώς που συμφωνήθηκε γιατί οποιαδήποτε εναλλακτική θα ήταν καταστροφική) και είναι ορατός ο κίνδυνος επιστροφής στα σενάρια της χρεοκοπίας μετά από κάποιους μήνες πολιτικής αβεβαιότητας και διαχειριστικής αφασίας.