Μια χαρά είναι όταν οι άνθρωποι κατέχουν πλούτη, ούτως ή άλλως εμείς εχθρό μας έχουμε την φτώχεια, όχι τον πλούτο, το δυστύχημα, όμως, είναι όταν τα πλούτη κατέχουν τους ανθρώπους, με τέτοιο τρόπο και σε τέτοιο βαθμό, που χάνουν την αίσθηση του χώρου, του χρόνου και κυρίως του κόσμου. Είναι αλήθεια, που την ξέρουν και οι πιο πλούσιοι, ότι οι άνθρωποι ζουν δουλεύοντας αλλά δεν πλουτίζουν παρά μόνο όταν βάλουν κάποιους άλλους να δουλεύουν γι αυτούς. Μου φαίνεται ότι οι πιο συμπαθητικοί πλούσιοι είναι αυτοί, που κάποια στιγμή, με χάρη και στυλ δημιούργησαν μια μικρή περιουσία, ενώ ξεκίνησαν με μια πολύ μεγάλη. Οι πιο αντιπαθητικοί είναι αυτοί που βουλιάζουν μέσα στα πλούτη τους και δεν έχουν καμιά επαφή με την εποχή, τον τόπο και την κοινωνία γιατί κάποιες φορές ο πλούτος από μέσω ελευθερίας, γίνεται μια ασφαλής οδός προς απόλυτη υποταγή, την αφόρητη σκλαβιά και τη μανιώδη ανάγκη επίδειξής του. Μην ξεχνάμε ότι ο πλούτος που περιφέρεται δίπλα μας, αυτός και μόνον αυτός, μπορεί να γιατρέψει μια βαριά κοινωνική αρρώστια, τη φτώχεια και οφείλει ο άνθρωπος να εφεύρει τρόπους αυτή η ασθένεια να γιατρευτεί.
Σε ένα υπερπολυτελές γιοτ στο «Τρίγωνο της θλίψης» συναντιούνται μια ομάδα από πολύ πλούσιους ανθρώπους, έναν ολιγάρχη από τη Ρωσία, μερικούς εμπόρους όπλων με βρετανική καταγωγή, έναν αλκοολικό μυστήριο καπετάνιο, ο οποίος κάθε τρεις και λίγο αναφέρεται στο Μαρξ, όπως ο φανατικός πιστός στον ηγέτη της πίστης του. Παρέα σ’ αυτόν τον συρφετό τους κάνουν τα διάσημα μοντέλα ο Καρλ (Χάρις Ντίκινσον) και Γιάγια (Σάρλμπι Ντιν) τα οποία είναι προσκεκλημένα να διανθίσουν και να εμπλουτίσουν την πολυτελή κρουαζιέρα. Μερικοί σύζυγοι, κάποιες μετρέσες, νεόπλουτοι και παλιά τζάκια, λοστρόμοι, το προσωπικό του πλοίου και νάτος ο μικρόκοσμος της χλιδής, της αυταρέσκειας και της άκρατης αυτοϊκανοποίησης. Όλα στην αρχή βαίνουν «καταστροφικά ήσυχα» με τη Γιάγια να ποστάρει στο Instagram εξεζητημένες μακαρονάδες, τον Καρλ να λοξοκοιτάζει τον Έλληνα λοστρόμο, μια πάμπλουτη να χρησιμοποιεί το προσωπικό για να περάσει την ώρα της διασκεδαστικά, κάποιοι να κουβεντιάζουν τον τρόπο που κέρδισαν πολλά χρήματα, έχουμε ένα σύνολο από σεκάνς που συμπτύσσονται, όπως το συνηθίζει ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας ο Ρούμπεν Έστλουντ, πριν αρχίσουν μία μία να εκρήγνυνται στο πρόσωπο του αφόρητου εφησυχασμού μας. Μια θύελλα είναι αρκετή να κάνει όλον αυτό τον μικρόκοσμο, τον αγγελικά πλασμένο, να ξεράσει τις βεβαιότητές του, την αυτάρκεια του και την μακάρια και αιώνια σιγουριά ότι όλα βαίνουν καλώς όχι μόνο για τους ίδιους αλλά και για τους πάντες γύρω τους. Και σαν να μη έφτανε όλη αυτή η «βιολογική εξομολόγηση» μετά από μια αναπάντεχη επίθεση, το σκάφος των λαμπερών προσωπικοτήτων και των σκοτεινών διαδρομών ανατινάζεται και πλούσιοι και όμορφοι βρίσκονται στην άκρη της επιβίωσης χωρίς ούτε τα πλούτη τους να μπορούν να τους προστατέψουν ούτε η ομορφιά τους να τους ανοίξει διάδρομο προς την επιβίωση. Γιατί όταν τα πράγματα ζορίζουν, όλοι αντιλαμβάνονται ότι το να μην πεθάνεις είναι το άπαν. Έτσι ο Ρώσος ολιγάρχης, η καμαρότος, μια κυρία που τη συντροφεύει ένα εγκεφαλικό, κάποιος Δανός που έπιασε πρόσφατα την καλή, ένας νέος και οι influencers μας να ναυαγήσουν στη μέση του πουθενά και κυρίως του «τίποτα δεν έχει αξία παρά μόνο η επιβίωση». Και εκεί που όλα είχαν πάρει το δρόμο προς ένα περίλαμπρο «ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα…» εμφανίζεται η Φιλιππινέζα καθαρίστρια των αποχωρητηρίων του γιοτ (Ντόλι ντε Λεόν) μέσα στη σωστική κλειστή λέμβο, έχει μαζί της τρόφιμα και νερά που μπορούν να ταΐσουν και να ξεδιψάσουν τους ανίκανους να επιβιώσουν έξω από το χρυσό κλουβί τους ζάμπλουτους επιβάτες της κρουαζιέρας, αλλά το σημαντικότερο, αυτή η ταπεινή καθαρίστρια ξέρει να ψαρεύει και ν’ ανάβει φωτιά, δηλαδή ξέρει να επιβιώνει στις πιο άγονες γωνιές του κόσμου, εκεί που τα πλούτη, οι τίτλοι και η ομορφιά δεν έχουν καμιά αξία. Ποιος δίνει εντολές, ποιος είναι ισχυρός και ποιος διατάζει σε αυτόν τον κολπίσκο της αβεβαιότητας και την νήσο της επιβίωσης; Πριν βρεθεί κανείς σε κάποια άγονη νήσο της απελπισίας, καλό είναι να σκεφτεί τα λόγια της Γερτρούδη Στάιν «Σίγουρα θέλω να είμαι πλούσια, αλλά δεν είμαι διατεθειμένη να κάνω ό,τι χρειάζεται για να γίνω πλούσια».
Το Τρίγωνο της Θλίψης (Triangle of Sadness). Κωμωδία, σουηδικής γαλλικής, γερμανικής, βρετανικής, αμερικανικής και ελληνικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Ρούμπεν Έστλουντ, με τους Χάρις Ντίκινσον, Τσάρλμπι Ντιν, Ντόλι ντε Λεόν, Βίκι Μπερλίν, Γούντι Χάρελσον κ.ά. Πρόκειται για τελευταία ταινία του Σουηδού σκηνοθέτη, Ρούμπεν Έστλουντ (“Ανωτέρα Βία”, “Τετράγωνο”), που το τρίτο κομμάτι της γυρίστηκε στην παραλία της Χιλιαδούς στην Εύβοια και κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ των Καννών.
Ο σκηνοθέτης Ρούμπεν Έστλουντ λέει για τα κινηματογραφικά είδη και τα πράγματα που τον απασχολούν: «Ποτέ δεν με ενδιέφεραν οι ταινίες είδους, ούτε προσπάθησα να γυρίσω ταινία είδους. Υπάρχουν πολλοί σκηνοθέτες που είναι καλοί σε αυτό. Και θα έλεγα ότι οι ταινίες που σκηνοθετώ προέρχονται από την ευρωπαϊκή παράδοση, όπου προσπαθείς να είσαι δημιουργός, να βρεις το δικό σου στυλ… Αργότερα συνειδητοποίησα ότι με ενδιέφερε η κοινωνιολογία και η ανθρώπινη συμπεριφορά. Κύριος στόχος μου ήταν να συλλαμβάνω την ανθρώπινη συμπεριφορά και να την εντάσσω σε καταστάσεις με τις οποίες μπορούμε να ταυτιστούμε. Όπως κάνει η κοινωνιολογία. Η κοινωνιολογία είναι ενδιαφέρουσα επειδή καταφέρνει να με κάνει να σκέφτομαι τον εαυτό μου. Τι θα έκανα εγώ αν βρισκόμουν σε αυτή την κατάσταση».
Η σατιρική προσέγγιση του Ρούμπεν Έστλουντ χαράζει σαν ξυράφι. Ο Σουηδός σκηνοθέτης σε κάθε του ταινία παρουσιάζεται σαν ένας αιχμηρός παρατηρητής της κοινωνίας του κέρδους, των ανέσεων, του πλούτου και της υποκρισίας. Η ματιά του ψυχρή όσο είναι αναγκαία για να μοιάζει ψύχραιμη, επεξεργασμένη και επινοητική και ειρωνική για να μην χάνεται μέσα στην κοινοτοπία, τον διδακτισμό και την επανάληψη. Όταν το πλοίο του αρχίζει να μπάζει νερά κυριολεκτικά και μεταφορικά όλα ανατρέπονται, οι κοινωνικές συμβάσεις, οι ιεραρχίες, οι δομές που συγκροτούν τον μικρόκοσμο του πλοίου αλλά και της κοινωνίας παρά έξω, μια θαλασσοταραχή κι όλα παίρνουν άλλη σημασία, άλλη διάσταση, το παιχνίδι ανοίγει κι όλοι ξανακοιτούν τον εαυτό τους και τις δυνάμεις τους, εξετάζουν τους διπλανούς τους και τις δυνατότητές τους. Όλα επανεκτιμούνται. Κι αν στο πλοίο διασαλεύονται τα πάντα, στην ερημική ακροθαλασσιά η κοινωνική πυραμίδα διαλύεται στην αμμώδη παραλία των κοινωνικών συμβάσεων και στη σκληρή πραγματικότητα που καίει σαν την καυτή άμμο των ανθρωπίνων αναγκών.
Η πρόωρα και πρόσφατα θανούσα Σάρλμπι Ντιν, πρωταγωνίστρια στο «Τρίγωνο της Θλίψης» του Ρούμπεν Εστλουντ είπε για τη διαδικασία των γυρισμάτων της ταινίας. «Στην αρχή, δεν υπήρχε σενάριο, ο Ρούμπεν μας είπε την ιδέα και τη βασική πλοκή της ταινίας, ναι. Κάναμε πάρα πολλές πρόβες, πολλούς αυτοσχεδιασμούς, δουλέψαμε ιδέες και αλλάζαμε πράγματα. Στο τέλος αυτής της διαδικασίας, μάς έδωσε το σενάριο, ένα σενάριο που κι αυτός έγραψε μετά από όλους αυτούς τους πειραματισμούς. Βέβαια, ακόμα και τότε, δεν ήθελε να το ακολουθήσουμε ακριβώς. Μας έλεγε “ξεχάστε τους διαλόγους που έχω γράψει, παίξτε ελεύθερα».
Ο ρεαλισμός, διασταυρώνεται με τον συμβολισμό και οι μεταλλάξεις τους διασχίζουν όλο το «Τρίγωνο» προκαλώντας «Θλίψη» στους βολεμένους και άκρατη ευθυμία στους δυσαρεστημένους. Ο Ρούμπεν Έστλουντ θέλει να είναι η αλογόμυγα της εποχής μας και τα καταφέρνει μια χαρά. Όπως κάθε περίοδο, έχει ανάγκη την αλογόμυγα της, πιο παλιά υπήρχε ο Ζακ Τατί με τον κ. Ιλό του, ο Λουίς Μπονιουέλ με τις αγγελικά βλάσφημες ταινίες του, έτσι και σήμερα ο δαιμόνιος Έστλουντ τσιμπάει με το κεντρί του το παχύδερμο της καθεστηκυίας τάξης, λογχίζει την βολή και την αδιαφορία, στήνει σάτιρες που διαρρηγνύουν τον ιστό που έχει απλωθεί παντού γύρω μας και όλα αυτά τα κάνει με το ακανθώδες χιούμορ του, γιατί όπως έλεγε ο Εβραίος διώκτης των Ναζί Σιμόν Βίζενταλ, «Το χιούμορ είναι το όπλο των άοπλων ανθρώπων. Βοηθάει ανθρώπους που καταπιέζονται να χαμογελούν με την κατάσταση που τους κάνει να υποφέρουν».