Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται διεθνώς μία κλιμακούμενη συζήτηση γύρω από την αναγκαιότητα ύπαρξης μετρητών στις σύγχρονες οικονομίες. Στην Ελλάδα το θέμα ήρθε στην επικαιρότητα όταν εκδηλώθηκε η πρόθεση της κυβέρνησης για επιβολή πλαφόν σε πληρωμές με μετρητά οι οποίες θα υπερέβαιναν ένα προκαθορισμένο όριο. Αυτή η κίνηση φαίνεται να εντάσσεται σε ένα γενικότερο κλίμα, μέσα από το οποίο προωθείται η κατάργηση των μετρητών στον δυτικό, κυρίως, κόσμο. Μια σειρά από χώρες έχουν ήδη προχωρήσει σε κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση, επιβάλλοντας όρια στις συναλλαγές με μετρητά, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Δανία και η Σουηδία.
Το χρήμα, με τη μορφή νομισμάτων και χαρτονομισμάτων, χρησιμοποιείται από την ανθρωπότητα για σχεδόν 3.000 χρόνια. Ποιοι είναι, λοιπόν, οι λόγοι που συνηγορούν στην κατάργησή του και στην αντικατάστασή του, είτε εν μέρει είτε εξολοκλήρου, από τις ψηφιακές συναλλαγές και το πλαστικό χρήμα; Mία βασική αιτία είναι η φοροδιαφυγή και η εγκληματικότητα. Τα μετρητά έχουν σε μεγάλο βαθμό δαιμονοποιηθεί ως μέσο συναλλαγής και αποθήκευσης πλούτου από κακοποιούς οι οποίοι δεν έχουν πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα, ενώ θεωρείται ότι αποτελούν συχνά σημαντικό τμήμα της διαδικασίας ξεπλύματος χρήματος. Ο νορβηγικός επενδυτικός κολοσσός DNB εκτίμησε ότι το 60% των μετρητών στη χώρα χρησιμοποιείται στη μαύρη αγορά ή σε άλλες παράνομες δραστηριότητες. Η Τράπεζα της Αγγλίας τονίζει τον ρόλο που διαδραματίζουν στη σκιώδη οικονομία, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι τα μισά χαρτονομίσματα σε κυκλοφορία τροφοδοτούν την παραοικονομία μέσω της διαφυγής φόρων και εισφορών, ενώ επίσης εξυπηρετούν δραστηριότητες όπως η πορνεία και η διακίνηση ναρκωτικών. Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, όπου σύμφωνα με το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο σχεδόν το 1/4 της οικονομίας αποκρύπτεται, αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία.
Άλλα επιχειρήματα υπέρ της κατάργησης των μετρητών εστιάζουν σε πιο πρακτικά ζητήματα. Οι ληστείες φέρ’ ειπείν τόσο σε πολίτες όσο και σε τραπεζικά ιδρύματα θα εξέλιπαν με την παραδοσιακή τους μορφή. Παράλληλα, θα μειωνόταν σημαντικά η ανάγκη για μηχανήματα ΑΤΜ, αλλά και για διάφορα άλλα κόστη τα οποία σχετίζονται με τη διακίνηση μετρητών, όπως έξοδα φύλαξης, ειδικών μηχανημάτων αλλά και τραπεζικών ταμείων. Πρέπει να τονιστεί επίσης ότι θα εξαλειφόταν συλλήβδην και το φαινόμενο της παραχάραξης κυρίως των χαρτονομισμάτων, εξοικονομώντας σημαντικούς πόρους της αστυνομίας προς άλλες δραστηριότητες. Ακόμα όμως και προβλήματα της καθημερινότητας, όπως το να μεταφέρει κανείς «ψιλά», θα αποτελούσαν ιστορία του παρελθόντος.
Μία από τις κυριότερες αιτίες, ωστόσο, η οποία ανέδειξε εκ νέου αυτό το ζήτημα στην επικαιρότητα, σχετίζεται με τη νομισματική πολιτική πολλών χωρών. Αρχής γενομένης από την Ελβετική Κεντρική Τράπεζα, σημαντικές νομισματικές αρχές έχουν υιοθετήσει αρνητικά επιτόκια σε μια σειρά χρηματοδοτικών εργαλείων, με τελευταία παραδείγματα την Ευρωπαϊκή και την Ιαπωνική Κεντρική Τράπεζα. Οι κινήσεις αυτές στοχεύουν σε μεγάλο βαθμό στην τόνωση της οικονομίας και στην αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού. Η φιλοσοφία πίσω από αυτή την απόφαση είναι ότι αν η κεντρική τράπεζα αρχίσει να χρεώνει τα πιστωτικά ιδρύματα για τα ποσά που καταθέτουν σε αυτήν, οι τράπεζες θα προτιμήσουν να δανείσουν τα αποθεματικά τους σε επιχειρήσεις, νοικοκυριά, καθώς και σε άλλες επενδύσεις, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην επανεκκίνηση της οικονομίας. Σε αυτό το πνεύμα, οικονομολόγοι της JP Morgan εκτίμησαν ότι τα επιτόκια στην Ευρώπη θα μπορούσαν να φτάσουν στο -4,5%. Σημαντικό εμπόδιο σε μια τέτοια κίνηση των νομισματικών αρχών, ωστόσο, αποτελεί η ύπαρξη του φυσικού χρήματος. Η υπόθεση είναι ότι αν τα αρνητικά επιτόκια μετακυλιστούν στους καταθέτες, τότε αυτοί θα επιδιώξουν να «σηκώσουν» τα χρήματά τους από τις τράπεζες για να αποφύγουν τη μείωση των καταθέσεών τους. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε βεβαίως σε αποτυχία του μέτρου, αφού οι πολίτες θα αποθησαύριζαν τις καταθέσεις τους σε ιδιωτικές τοποθεσίες ή σε θυρίδες μέχρις ότου αναστραφεί η κατάσταση και τα επαναφέρουν στις τράπεζες. Το ακόμα δυσμενέστερο σενάριο αφορά την πανικόβλητη αντίδραση του κόσμου σε μια τέτοια κίνηση. Οι περισσότεροι καταθέτες έχουν συνδέσει την ύπαρξη των χρημάτων τους στην τράπεζα με κάποια, μικρή έστω, απόδοση. Κατ’ ελάχιστον, αντιλαμβάνονται την τοποθέτηση αυτή ως μια εξασφάλιση του πλούτου τους. Δεν είναι αδιανόητο ως εκ τούτου να φανταστεί κανείς ότι θα υπήρχαν μαζικές αποσύρσεις μετρητών και άρα το περίφημο «bank run». Αυτές οι ανησυχίες έχουν οδηγήσει σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας της Αγγλίας, να υποστηρίξουν ανοιχτά την κατάργηση του φυσικού χρήματος. Αλλά και εταιρείες, όπως η Apple, με την εφαρμογή Apple Pay, προσπαθούν με έμμεσο τρόπο να αποθαρρύνουν τη χρήση των μετρητών, ώστε να γίνονται όλες οι πληρωμές ηλεκτρονικά.
Αποτελεί όμως πράγματι η κατάργηση των μετρητών τη λύση σε όλους αυτούς τους προβληματισμούς; Η Interpol εκτιμά χαρακτηριστικά πως, παρά το γεγονός ότι τα μετρητά χρησιμοποιούνται για το 85% του όγκου συναλλαγών παγκοσμίως, αυτές οι συναλλαγές αντιπροσωπεύουν μόλις το 34% της συνολικής αξίας των αγορών, αποδεικνύοντας ότι χρησιμοποιούνται περισσότερο από τους φτωχότερους. Περαιτέρω ανάλυση δείχνει ότι στις πιο πλούσιες κοινωνίες η ποσότητα των χαρτονομισμάτων σε κυκλοφορία έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, κάτι το οποίο πιθανώς σχετίζεται με το γενικευμένο κλίμα αβεβαιότητας που κυριαρχεί στον δυτικό κόσμο λόγω της κρίσης. Χωρίς να παραγνωρίζει, λοιπόν, κανείς τα πλεονεκτήματα της απόσυρσης των μετρητών, τίθεται το ερώτημα κατά πόσον αυτή καθαυτή η ύπαρξή τους αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα. Ακόμα και σήμερα, άλλωστε, υπάρχει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας το οποίο δεν έχει πρόσβαση σε ηλεκτρονικά μέσα ή διστάζει να τα χρησιμοποιήσει. Παράλληλα, μια σειρά κοινωνικές ομάδες αντιμετωπίζουν παραδοσιακά δυσκολίες ακόμα και με το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών. Ποιες θα ήταν, αλήθεια, οι επιπτώσεις στην οικονομία από την αδυναμία λειτουργίας της «αναγκαστικής μαύρης εργασίας», αυτής δηλαδή που τροφοδοτείται από παράνομους κυρίως μετανάστες, οι οποίοι δεν μπορούν να εισέλθουν στη νόμιμη αγορά ακόμη κι αν θα το ήθελαν; Είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι οι πολίτες θα αναζητούσαν σύντομα έναν εναλλακτικό τρόπο συναλλαγών, έξω από το τραπεζικό σύστημα. Ήδη εικάζεται ότι το περίφημο Bitcoin χρησιμοποιείται για παράνομες δραστηριότητες. Παρεπόμενο, λοιπόν, μιας τέτοιας προσπάθειας θα ήταν η ανάδυση μιας ιδιότυπης παράλληλης αγοράς και η συνακόλουθη ανακατεύθυνση όλων αυτών των ανθρώπινων κινήτρων που δημιουργούν το πρόβλημα σε πρώτη φάση. Εν τω μεταξύ, το κράτος θα είχε την απόλυτη εποπτεία του πλούτου και θα καθίστατο άτυπος κηδεμόνας όλων των ανθρώπινων συναλλαγών. Είναι πολύ πιθανό, λοιπόν, οι κυβερνήσεις να διακινδυνεύσουν μία από τις θεμελιώδεις δυτικές ελευθερίες, το δικαίωμα του ανθρώπου στην κυριότητα της ατομικής του ζωής και της οικονομικής του δραστηριότητας.