Το τέλος της ενοποίησης;

Παναγιώτης Ιωακειμίδης 13 Σεπ 2013

Φθάνουμε λοιπόν στο τέλος της ευρωπαϊκής ενοποίησης; Ισως. Η διαδικασία που διαμόρφωσε τη μεταπολεμική Ευρώπη φαίνεται ότι για αρκετές χώρες-μέλη πρέπει να τερματισθεί, ενώ για άλλες ίσως αναστραφεί. Το επίπεδο της ενοποίησης/ολοκλήρωσης, δηλαδή, πρέπει να συρρικνωθεί με την επιστροφή εξουσιών από την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) πίσω στα κράτη-μέλη.

Πρώτα απ? όλα υπάρχει η περίπτωση της Βρετανίας. Ο Πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον έχει θέσει βασικό στόχο της ευρωπαϊκής πολιτικής του τον «επαναπατρισμό εξουσιών» από τις Βρυξέλλες στο Λονδίνο. Υποκύπτοντας στον δηλητηριώδη ευρωσκεπτικισμό του Συντηρητικού Κόμματος, ο Κάμερον έχει δεσμευθεί να διαπραγματευθεί την ανάκληση δέσμης αρμοδιοτήτων από την ΕΕ διαμορφώνοντας μια νέα σχέση («new settlement») με την Ενωση. Η νέα αυτή σχέση θα τεθεί σε δημοψήφισμα το 2017 και εάν απορριφθεί, όπως φαίνεται πιθανόν, ίσως η Βρετανία αποχωρήσει από την ΕΕ.

Γενικά στη Βρετανία φαίνεται να αναπτύσσεται η λογική της «εσώκλειστης χώρας», όπως μαρτυρεί και η αρνητική ψήφος στη Βουλή των Κοινοτήτων για την εμπλοκή στις στρατιωτικές επιχειρήσεις ενάντια στη Συρία για τη χρήση των χημικών όπλων. Εάν τελικά αποχωρήσει η Βρετανία από την ΕΕ, θα είναι η πρώτη απώλεια χώρας-μέλους στα περίπου εξήντα χρόνια λειτουργίας του συστήματος (ώς σήμερα έχουμε την αποχώρηση μιας μόνο περιοχής – της Γροιλανδίας – το 1984). Η περίπτωση ωστόσο της Βρετανίας θα μπορούσε να παρακαμφθεί ως εκκεντρική εξέλιξη από μια χώρα που ουδέποτε υπήρξε ενθουσιώδης για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Το αντίθετο. Ανέκαθεν ήταν ο «απρόθυμος Ευρωπαίος». Η εκτίμηση για το επικείμενο τέλος της ενοποιητικής διαδικασίας προέρχεται από τις τοποθετήσεις άλλων κρατών-μελών, ιδιαίτερα της Ολλανδίας και της Γερμανίας, κεντρικών ιδρυτικών χωρών-μελών της ΕΕ.

Η Ολλανδία, από χώρα φανατικά φιλοευρωπαϊκή, έχει μετεξελιχθεί σε οιονεί ευρωσκεπτικιστική περίπτωση ως αποτέλεσμα πρωτίστως των συνεπειών της οικονομικής κρίσης αλλά και άλλων θεμάτων (κυρίως της ελεύθερης διακίνησης προσώπων στο εσωτερικό της Ενωσης, μετανάστευσης κ.λπ.). Τώρα η Ολλανδία εκτιμά ότι η ενοποίηση έχει προχωρήσει «πέραν του δέοντος» ερήμην των ευρωπαίων πολιτών. Αλλά πηγαίνει ένα θεαματικό βήμα πιο πέρα: καταγράφει πενήντα τέσσερις τομείς πολιτικής που ουδέποτε πρέπει να μεταφερθούν στις Βρυξέλλες, ενώ ζητά να διαγραφεί από τη Συνθήκη η αναφορά για «διαρκώς στενότερη Ενωση μεταξύ των λαών της Ευρώπης», υποστηρίζοντας ότι η ενοποίηση έφθασε στα όριά της και πρέπει να αναστραφεί. Το σύνθημα που έχει υιοθετήσει είναι: «Η Ευρώπη όπου είναι αναγκαία, το έθνος κράτος όπου είναι δυνατό»!

Ακόμη πιο σημαντική και απειλητική για το μέλλον της ενοποίησης είναι η τοποθέτηση της Γερμανίας. Η Καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ – που αναμένεται να επανεκλεγεί σε ελάχιστες ημέρες – τόνισε σε πρόσφατη συνέντευξή της την ανάγκη «να επιστρέψουν ορισμένες εξουσίες από τις Βρυξέλλες στις εθνικές πρωτεύουσες» και δεσμεύθηκε να ανοίξει τη σχετική συζήτηση μετά την επανεκλογή της. Προς την ίδια κατεύθυνση φαίνεται να κινούνται και άλλες χώρες-μέλη (π.χ. Σουηδία). Βεβαίως υπάρχει ισχυρή ομάδα χωρών (Ιταλία, Πολωνία, Ισπανία) που πλειοδοτεί υπέρ της βαθύτερης ενοποίησης, με τη Γαλλία του Φρανσουά Ολάντ να παραμένει σε αμφίθυμη θέση (όπως πάντα σχεδόν). Θεσμοί όπως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πολιτικές δυνάμεις στηρίζουν επίσης τη λογική της βαθύτερης ενοποίησης. Αλλά η ευρύτερη ευρωπαϊκή κοινωνία, οι ευρωπαίοι πολίτες, καταγράφει σοβαρές αντιρρήσεις για βαθύτερη ενοποίηση. Είτε έτσι είτε αλλιώς, η ενοποιητική διαδικασία φαίνεται ότι έχει φθάσει σε κομβικό σημείο – και αυτό πιθανότατα θα καταγραφεί τον ερχόμενο Μάιο στις ευρωεκλογές.

Αποτελεί όμως η επιστροφή στο εθνικό κράτος την απάντηση στις σημερινές προκλήσεις; Οχι! Αλλά δεν μπορεί παρά να ληφθεί υπόψη η γνώμη των ευρωπαίων πολιτών. Διαφορετικά, το δημοκρατικό έλλειμμα και το χάσμα νομιμοποίησης θα διευρυνθούν. Χώρες-μέλη, θεσμοί, πολιτικές δυνάμεις πρέπει να αναζητήσουν πρακτικούς τρόπους για να γεφυρώσουν την απόσταση που φαίνεται να χωρίζει την ΕΕ από την ευρωπαϊκή κοινωνία. Τα μεγάλα λόγια που ακούγονται δεν αρκούν. Ενα πράγμα έχει καταστεί σαφές: η ενοποίηση δεν μπορεί να προχωρήσει ερήμην της κοινωνίας. Πρέπει να προχωρήσει, αλλά με την ενεργό σύμπραξη της κοινωνίας.