Παρακολουθώντας, τα χρόνια της κρίσης, τους διάφορους αστέρες της βουλής, των κυβερνήσεων, της TV, της τελευταίας παρακμιακής φάσης πιστεύαμε ότι κάπου υπάρχει ένα τέλος. Όμως η παρέλαση των αστέρων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ δεν έχει προηγούμενο. Η χώρα, εδώ και χρόνια, όπως δεν παράγει αρκετά προϊόντα έτσι δεν παράγει και τον ικανό αριθμό πολιτικού προσωπικού. Είναι πολλές οι αιτίες. Και όταν «καταναλώνει» περισσότερους από όσους μπορεί να παραγάγει είναι φυσικό η ποιότητα να πέφτει κατακόρυφα.
Στον αντίποδα της πολιτικής ηγεσίας υπάρχουν πάντα οι εκτιμήσεις για την ποιότητα της κοινωνίας μας στην σύγχρονής της διαδρομή. Η χώρα μας επηρεάζεται από το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί μας από της συστάσεως του ελληνικού κράτους μας έχουν κακομάθει «Τα κακομαθημένα παιδιά της ιστορίας» (βλέπε ο αντίστοιχο βιβλίο του καθηγητή Κώστα Κωστή). Ο Στέλιος Ράμφος έχει αφιερώσει το μεγαλύτερο τμήμα της τεράστιας φιλοσοφικο-ιστορικής συμβολής του στην ερμηνεία της ελληνικής κακοδαιμονίας. Ποιος θα διαφωνούσε. Αλλά και ποιος δεν θα θεωρούσε ότι, για να μπορέσει να λειτουργεί ως σύγχρονη χώρα και όχι να ανεβαίνει κάθε φορά (αλλά έως πότε;) στο τελευταίο καλό βαγόνι της ιστορίας (Γ. Βούλγαρης), πρέπει να δει κατάματα την ίδια την διαδρομή της .
Όμως και τώρα μιλάμε για την δυνατότητα να προλάβουμε και πάλι αυτό το έρημο τελευταίο βαγόνι. Εδώ μόνο η πολιτική μπορεί να δώσει απάντηση, να υπερκεράσει την ιστορική μας κακοδαιμονία και να συνενώσει και πάλι τα «κακομαθημένα παιδιά της ιστορίας». Όταν μάλιστα η μεγάλη πλειοψηφία δείχνει, σαν έτοιμη από καιρό, να προϋπαντεί αν όχι να αποδέχεται αυτό τον έσχατο λαϊκισμό που εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο ηγέτης του. Το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος είναι κραυγαλέο. Αλλά και τόσο εκκρεμές.
Ο πρωθυπουργός βλέποντας μπροστά του το απόλυτο χάος, αναγκάστηκε να αγνοήσει το μήνυμα του δημοψηφίσματος που ο ίδιος προκάλεσε, κράτησε ανοικτή την πόρτα του έρημου τελευταίου βαγονιού αλλά δεν ανεβήκαμε ακόμη.
Έκανε την τελευταία στροφή πριν το χάος αλλά δεν έχει την ικανότητα να το φτάσει ως την άνοδο και κυρίως την παραμονή στο βαγόνι. Η κρίση θα επανέλθει οξύτερη. Δραματοποιώ αλλά τα πράγματα είναι πιο απαισιόδοξα.
Ο κ. Τσίπρας και η ομάδα του στο ΣΥΡΙΖΑ δεν διέθεταν δική τους ανάγνωση. Πορεύονταν με την αντιευρωπαϊκή γραμμή Λαφαζάνη και υιοθέτησαν το «διαπραγματευτικό σχέδιο» Βαρουφάκη που τους έφερε ένα βήμα πριν την καταστροφή. Ο πρωθυπουργός είναι συνυπεύθυνος της απίστευτης προσπάθειας Βαρουφάκη για ανίχνευση ατραπών έξω από τους πάγιους στρατηγικούς προσανατολισμούς της χώρας.
Μετά και τις ψηφοφορίες στη βουλή, φαίνεται πως αποφάσισε να αντιδράσει στην διαρκή αποδόμηση του που επιχειρούν πλέον ο Βαρουφάκης (ξεπερνώντας κάθε όριο αξιοπρέπειας αλλά και εθνικής ευθύνης) και οι Λαφαζάνης Κωνσταντοπούλου οι οποίοι του υπενθυμίζουν συνεχώς το κοινό τους αντιευρωπαϊκό αφήγημα. Η αντίδρασή του όμως εξαντλείται σε μια πολεμική για την διαχείριση της κομματικής πελατείας. Ο ανασχηματισμός αλλά κυρίως ο πολιτικός του λόγος δείχνει, ότι παρά ταύτα, παραμένει εντός των ορίων της γραμμής που τον έφερε( και μας έφερε) ως εδώ.
Πολλοί ισχυρίζονται πως η έξοδος του κ. Τσίπρα από το αφήγημα Λαφαζάνη είναι εκ των ων ουκ άνευ για την επιβίωση και του ίδιου. Δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει αυτή την πλευρά αλλά οι προσδοκίες είναι εκ των πραγμάτων ελάχιστες. Ο πρωθυπουργός δεν μπορεί να διαμορφώσει προσωπικό αφήγημα ικανό να επιβιώσει στις δυσκολίες που ο ίδιος δημιούργησε. Άλλωστε το στελεχικό δυναμικό του δεν έχει την ελάχιστη διαχειριστική ικανότητα τόσο απαραίτητη για στοιχειώδη διακυβέρνηση. Στην καλλίτερη περίπτωση θα προσπαθήσει, διατηρώντας λίγο πολύ τα ίδια στελέχη, να διαμορφώσει ένα ανεύθυνο-υπεύθυνο, ηττοπαθές, ίσως πιο ήπιο από αυτό των κομμουνιστογενών του Λαφαζάνη, εθνικό- λαϊκιστικό αφήγημα, μια συνηθισμένη πολιτικολογία, που δεν αντέχει σε ένα περιβάλλον τέτοιας οικονομικής στενότητας. Η Ευρώπη ως σύνολο δεν διαθέτει πια εκείνη την αφθονία πόρων, που επέτρεπε τη σπατάλη εισοδήματος, και στο Νότο, των προηγουμένων δεκαετιών. Το βέβαιο άλλωστε είναι πως ο κ Τσίπρας παραμένει ένας αριστερός του είδους που μόνο στην Ελλάδα επιβιώνει(;) ακόμα. Στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο τελεύτησε την διετία 1989-90 εικοσιπέντε ολόκληρα χρόνια πριν.
Βέβαια διαθέτει μια ηγεμονική κυριαρχία στο εκλογικό σώμα, ανανεωμένη με το δημοψήφισμα. Είναι μια κυριαρχία που του παρέχει την αυταπάτη της πρωτοβουλίας στους τακτικούς ελιγμούς (εκλογές, συνέδρια κλπ). Είναι μια κυριαρχία που στηρίζεται στην παγίδευση του ίδιου αλλά και των πολιτών . Είναι μια κυριαρχία στο κενό και δεν έχει τις προϋποθέσεις να διαρκέσει.
Τούτων δοθέντων και παρά την δυσκολία της συγκυρίας χρειαζόμαστε άμεσα νέα ηγεσία που θα έχει τα κότσια να αντιπαρατεθεί στο ΣΥΡΙΖΑ και να κρατήσει τη χώρα στο τελευταίο βαγόνι του ευρωπαϊκού τραίνου, λέγοντας την αλήθεια. Πρέπει, χωρίς φόβο αλλά με πάθος, να εξηγήσουμε στους πολίτες ότι τα μνημόνια δηλαδή οι συμφωνίες με τους εταίρους μας είναι αναγκαιότητα για την χώρα. Και ότι οι κοινές προσπάθειες όλου του συστήματος να μην θιγεί ο σκληρός πυρήνας της κακοδαιμονίας μας (πολιτικό και διοικητικό σύστημα ή αλλιώς πελατειακό κράτος) συνεχίζει να μας οδηγεί στο αδιέξοδο . ¨Ότι το πραγματικό δίλλημα μας σήμερα είναι: Λιτότητα με δικαιοσύνη και Δημοκρατία στην Ευρώπη ή αυταρχισμός και πραγματική φτώχεια έξω από αυτή. Αυτό το δίλλημα οι πολίτες, παρά τις λαϊκιστικές σειρήνες, έρχεται η ώρα να το κατανοήσουν. Όταν μάλιστα επανέλθουν, μετά από επτάμηνη διακοπή, στις πληρωμές προς τα δημόσια ταμεία.
Έχουν παρέλθει αρκετά χρόνια από τις διάφορες απόπειρες αναμόρφωσης και ενοποίησης του φιλοευρωπαϊκού χώρου οι οποίες απέτυχαν. Το σίγουρο είναι πως αυτό δεν μπορεί να γίνει με διακομματικές συνομιλίες των τριών υπαρχόντων φορέων (ΝΔ, Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ) οι οποίοι άλλωστε δεν χαίρουν αξιοπιστίας στο εκλογικό ακροατήριο, σε διαφορετικό βέβαια βαθμό ο καθένας. Είναι θετικό που αποχώρησαν οι ηγεσίες της προηγούμενης περιόδου. Άνοιξε κάποια ελπίδα με την προσπάθεια του «Μένουμε Ευρώπη». Μόνο μια ενωτική πρωτοβουλία, σ αυτή τη βάση, μπορεί να διαμορφώσει καινούργια δυναμική. Με την έννοια ότι η ενωτική ηγεσία ενός σχεδίου έκτακτης ανάγκης θα έλθει έξω από τις δομές των σημερινών κομμάτων, χωρίς να τα αγνοεί.
Μια τέτοια ηγεσία, για να γυρίσουμε εκεί που ξεκινήσαμε, δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς να κάνει χειρονομίες οι οποίες θα αποδεικνύουν ότι είναι αποφασισμένη να αρχίσει από τον εαυτό της, δηλαδή το πολιτικό σύστημα. Μια τέτοια χειρονομία είναι η επιδίωξη για δραστική μείωση του πολιτικού προσωπικού (των βουλευτών σε διακόσιους και κατ επέκταση όλων τον πολλών και πολυπρόσωπων πολιτικών σωμάτων ). Αυτή η χειρονομία είναι ένα σοβαρό μήνυμα στους πολίτες ότι η χώρα δεν χρειάζεται τόσους πολλούς να ασχολούνται περί την παραγωγή (διάφορους πολυπρόσωπους φορείς και περί αυτούς αργόμισθους) αλλά με την παραγωγή. Θα είναι άλλωστε μια προσαρμογή στα ευρωπαϊκά δεδομένα. Θα είναι ένα μήνυμα ως προϋπόθεση: Με αυτό το πολυπρόσωπο και ακριβό πολιτικό σύστημα καμιά αλλαγή, στο αναποτελεσματικό, πολυπρόσωπο και διεφθαρμένο διοικητικό σύστημα δεν είναι δυνατή.
( Και βέβαια αλλαγή του εκλογικού συστήματος με κατάργηση ή περιορισμό του περίφημου μπόνους. Όπως το θέτουν άλλωστε το Ποτάμι και τα άλλα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης, χωρίς όμως να θέτουν και τον περιορισμό του αριθμού του πολιτικού προσωπικού. Εννοείται ότι υπάρχει το έτοιμο Νομοσχέδιο Ραγκούση από το 2009 για πιο σημαντικές βελτιώσεις του εκλογικού νόμου).
Υ.Γ. Έχει ενδιαφέρον αυτή η ιστορία με τις 950 σελίδες επί 300 (για κάθε βουλευτή) της Κωνσταντοπούλου και το στικάκι του Γ. Αμυρά. Η απλή σκέψη απέναντι στην τυπολατρία που καταντά φουνταμενταλισμός.