Μετά από το φιάσκο της δήθεν σκληρής και δήθεν υπερήφανης διαπραγμάτευσης, ο ΣΥΡΙΖΑ μετέτρεψε το κομματικό του αδιέξοδο σε απειλή εθνικής καταστροφής. Κανείς δεν θα πίστευε, πριν από μερικές εβδομάδες, πως θα υπήρχε πρωθυπουργός ευρωπαϊκής χώρας που θα έκλεινε με δική του πρωτοβουλία τις τράπεζες ενός σύγχρονου κράτους, πως θα «έπλεκε το εγκώμιο της αξιοπρέπειας» —εμπνευσμένος προφανώς από τις ουρές εξουθενωμένων ανθρώπων μπροστά στα ATM—, και πως θα μετέτρεπε τον ιδεασμό της πολιτικής αυτοκτονίας της χώρας του σε απαρχή διάλυσης της Ευρωζώνης. Από την Παρασκευή το βράδυ και μετά, οι μάσκες πέσανε. Ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε το πραγματικό αντιευρωπαϊκό του πρόσωπο, με τα αποκρουστικά σημάδια μιας συνταγματικής εκτροπής.
Ακολουθώντας τη ματαιωμένη φαντασίωση του ΓΑΠ, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας υιοθέτησε τη λογική ενός ακατανόητου δημοψηφίσματος με τον αιφνίδιο εκβιασμό ενός διλήμματος, που έχει όλα τα χαρακτηριστικά του «τέλειου εγκλήματος». Το κίνητρο παραπέμπει ήδη και πάντα σε κάποιον άλλον: στους «κακούς ξένους» που δεν κατανόησαν το μήνυμα του ελληνικού λαού. Κανείς δεν μπορεί ακόμη με βεβαιότητα να πει αν πρόκειται για την πρώτη πράξη μιας τραγωδίας ή για το τελευταίο μέρος μιας φάρσας. Εδώ και πολλούς μήνες, άλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ επιστρατεύει τη χαοτική πολυφωνία του, υπηρετώντας ταυτόχρονα ένα διπλό σχέδιο: «ένα ευρώ με ολίγη δραχμή», για να χωράει όλους τους ψηφοφόρους του.
Παράλληλα, ο ανεύθυνος λαϊκισμός και ο πολιτικός τυχοδιωκτισμός της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ οδηγεί την κοινωνία σε ένα νέο διχασμό, προκειμένου να κρύψει τις ευθύνες της αποτυχίας ενός ανύπαρκτου σχεδίου και ενός κενού στρατηγικής. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, και με παράτυπες διαδικασίες, οι πολίτες καλούνται να πάρουν πολωτικές αποφάσεις που δεσμεύουν το μέλλον της χώρας, χωρίς να γνωρίζουν καν τις λεπτομέρειες αλλά και τις συνέπειες αυτής της θυμικής ψήφου. Εντωμεταξύ, συνεχίζεται η κοινοβουλευτική παρακμή και η «πολιτισμική λουμπενοποίηση» της δημοκρατίας. Οι νεανικές πολιτοφυλακές του ΣΥΡΙΖΑ που «κάνουν βάρδια» δίπλα στα ΑΤΜ αποτελούν ίσως την καλύτερη απόδειξη πως το κυβερνητικό καθεστώς έχει ήδη μπει στον πειρασμό της αυταρχοποίησής του, με έκδηλα πλέον τα σημάδια μιας ολοκληρωτικής νοοτροπίας. Το ίδιο το ερώτημα του νομοσχεδίου άλλωστε μοιράζει προκαταβολικά τους πολίτες σε εθνοπροδότες και πατριώτες, χωρίς να αφήνει περιθώρια για μια σύνθεση της επόμενης μέρας.
Μικρή σημασία έχει όμως αν ο ΣΥΡΙΖΑ εννοεί αυτά που λέει, ή απλώς σκηνοθετεί τον εαυτό του σε έναν ακόμη ρόλο, μέσα στο λαϊκό «θέατρο της αξιοπρέπειας». Αυτό που έχει σημασία τούτη την ώρα είναι οι πρωτοβουλίες όλων των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων και των δημοκρατικών πολιτών, που πιστεύουν στην αταλάντευτη ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, προκειμένου να υπερασπιστούν το πολιτικό και πολιτισμικό κεκτημένο της μεταπολεμικής και μεταπολιτευτικής μας ιστορίας. Η Ευρώπη είναι το κοινό μας σπίτι. Δεν είναι ένα τυχαίο πανδοχείο με περαστικούς επισκέπτες, εξαρτημένους επαίτες και περιφερειακούς τζογαδόρους. Η ΕΕ είναι η κοινή συνισταμένη όλων εκείνων των δυνάμεων που επιμένουν να βρίσκουν λύσεις για τα επιμέρους προβλήματα μέσα από τις υπαρκτές ζώνες του συμβιβασμού. Η κυβέρνηση αποφάσισε ότι αυτή η « τέχνη του εφικτού» δεν είναι μέσα στους δικούς της ορίζοντες. Αποφάσισε ξαφνικά ότι θα παίξει στα ζάρια τις τύχες της χώρας για να επιβεβαιώσει τη διολίσθηση προς τη χαοτική χρεοκοπία. Τελικά δεν χρειαζόταν ένα Plan B. Το Plan B είναι ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εξελέγη με την υπόσχεση ότι θα φέρει μια καλή συμφωνία εντός του πλαισίου των δανειακών συμβάσεων και του ευρώ. Λίγους μήνες μετά, δεν υπάρχει καμία συμφωνία, οι δανειακές συμβάσεις παγώνουν μονομερώς, και ήδη μιλάμε για την επιστροφή στη δραχμή. Την επόμενη Κυριακή, εκατομμύρια πολίτες αυτής της χώρας θα πρέπει να αποφασίσουν αν αυτή άξιζε να είναι η πραγματική τύχη της ψήφου τους. Η ελπίδα έγινε φόβος. Το θέμα είναι να μην αφήσουμε το φόβο να ρηγματώσει περαιτέρω τη συνοχή της κοινωνίας μας. Ψηφίζουμε ΝΑΙ, όχι για να επικυρώσουμε την πρόταση των δανειστών αλλά για να διασώσουμε το συμβολικό κύρος της ανανεωτικής αριστεράς, που κάποτε πίστεψε ότι το μέλλον μας δεν μπορεί παρά να είναι οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης.