Τα τείχη κάποτε ήταν κάτι συνηθισμένο. Από τα παλιά χρόνια όταν οι οργανωμένες κοινωνίες ήθελαν να προστατευθούν ύψωναν τείχη.
Κι ενώ τα τείχη εμπόδιζαν πάντα τους εχθρούς να μπουν μέσα, μοναδική περίπτωση τείχους που εμπόδιζε την έξοδο προς τα έξω ήταν το τείχος του Βερολίνου. Κάθε προσπάθεια να το περάσουν οι λίγοι παράτολμοι κάτοικοι του ανατολικού Βερολίνου κατέληγε στον θάνατο τους.
Ονομάστηκε Τείχος του Αίσχους από τους Δυτικούς.Γιατίαίσχους; Οι φωτογραφίες με τις χωρισμένες οικογένειες που χαιρετιόντουσαν πάνω από το τείχος το εξηγούσανχωρίςλόγια
Το τείχος του Βερολίνου χώρισε μια πόλη ενιαία μέχρι την κατασκευή του. Και μπορεί μεν να είχε χωριστεί σε τομείς ευθύνης από τις νικήτριες δυνάμεις η πόλις όμως ήταν μια. Οι άνθρωποι επικοινωνούσαν, συναντιόντουσαν, είχανε σχέσεις. Όλα αυτά σταμάτησαν βίαια τον Αύγουστο του 1961.
Τα πάντα άλλαξαν όμως με μια ειρηνική έκρηξη στις 9 Νοεμβρίου του 1989 όταν η ηγεσία της Ανατολικής Γερμανίας κάτω από την πίεση των διεθνών εξελίξεων επέτρεψε τα ταξίδια στην Δυτική Γερμανία. Η αντίδραση του κόσμου ήταν αστραπιαία. Οι φρουροί βρέθηκαν μπροστά σε ένα κύμα που ζητούσε να περάσει. Όλα τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Δεν θα έκανα αυτή την αναδρομή αν δεν διάβαζα πριν λίγες ημέρες μια είδηση από το μακρινό Περού.
«Την κατεδάφιση του λεγόμενου «τείχους της ντροπής», το οποίο χώριζε φτωχογειτονιές από πολυτελείς κατοικίες στην πρωτεύουσα Λίμα, ξεκίνησαν οι αρχές του Περού».
Στο λόφο πάνω, οι απόκληροι σε ετοιμόρροπα τσίγκινα σπίτια , με χωματόδρομους, χωρίς καν τις βασικές υπηρεσίες (ρεύμα και νερό) και κάτω μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα οι κάτοικοι μιας ασφαλτοστρωμένης, περίκλειστης συνοικίας με πολυτελείς επαύλεις. Κλασική εικόνα της Λατινικής Αμερικής με τις τεράστιεςανισότητες.
Ο κόσμος όμως αλλάζει.
Το τείχος, έχει πια αναδειχθεί σε σύμβολο των ανισοτήτων στο Περού.Το τείχος που ορισμένα τμήματα του οποίου φτάνουν σε ύψος τα τρία μέτρα και άλλα είναι ενισχυμένα με συρματοπλέγματα άρχισε να χτίζεται τη δεκαετία του 1980, με την επίκληση λόγων ασφαλείας λόγω της δράσης του «Φωτεινού Μονοπατιού», των μαοϊκών ανταρτών που επιδίωκαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση.
Η όποια νομιμοποιητική βάση της δεκαετίας του 80 έχει πλέον εξανεμισθεί. Χρειάστηκε όμως τετραετής δικαστικόςκαι όχι ένοπλος αγώνας που κατέληξε σε μια σημαντική απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Εδώ βρίσκεται η σημασία τηςείδησης
Γιατί όμως της ονομάστηκε της ντροπής;
Ο δικαστής Γκουστάβο Γκουτιέρες αναφέρει στην απόφασή του: «Εμποδίζει την ελεύθερη διάβαση αλλά πλήττει επίσης την αξιοπρέπεια των γειτόνων χαρακτηρίζοντας το τείχος «σύμβολο διαίρεσης που χωρίζει δύο κοινωνικές ομάδες και δεν θα έπρεπε να υπάρχει».
Οι αντάρτες όμως ηττήθηκαν και η κοινωνία προχωράει. Και έτσι φτάσαμε στην σημαδιακή αυτή απόφαση χωρίς ένοπλη βία αλλά με λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών.Ηυπεράσπισήτους όμως , όσο ισχνοί κι αν είναι αυτοί, λειτουργεί υπέρ των αδυνάτων.Προφανώς δεν θα αμβλυνθεί αμέσως η κοινωνική ανισότητα. Θα χρειαστεί πολύ δουλειά. Κι ούτε είναι εύκολο.Κάποιοι θα ενοχληθούν και θα αντιδράσουν. Η κοινωνία όμως προχωράει.
Η απόφαση αυτή πιστεύω θα περάσει στην Ιστορία. Θα υπενθυμίζει ότι η αποδοχή της κοινωνικής διαίρεσης ιδίως με τον ακραίο αυτό τρόπο δεν είναι πλέον αποδεκτή. Και γι αυτό είναι πολύ σημαντική κι ας αφορά μια χώρα στην άλλη πλευρά του πλανήτη.