Η συμπλήρωση ενός έτους συνεργασίας με τη «Free Sunday» έφερε στη μνήμη μου κείμενο της 7ης Μαρτίου 2015 με το οποίο επιχειρούσα την ερμηνεία των μετατοπίσεων ψήφου από τη ΝΔ στον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015. Η ανάλυση κατέληγε στο συμπέρασμα ότι «η ΝΔ είχε απολέσει στις εκλογές εκείνες τη στήριξη κεντρώων ψηφοφόρων που την είχαν επιλέξει υπό τις έντονες και πρωτόγνωρες συνθήκες πόλωσης των εκλογών του Ιουνίου 2012» και υπογράμμιζε το γεγονός ότι «οι ψήφοι αυτές ήταν κατά μία έννοια “δανεικές”, κάτι που καθιστούσε ευκολότερη την απώλειά τους, όταν η συνεχιζόμενη οικονομική αδυναμία των νοικοκυριών πρόσφερε τεκμήρια μειωμένης επίδοσης της κυβέρνησης Σαμαρά». Έναν χρόνο μετά, η ανάγνωση του κειμένου εκπλήσσει με την έκταση της ισχύος των παραπάνω εκτιμήσεων στην περίπτωση που στη διατύπωση το κόμμα της ΝΔ αντικατασταθεί από το σημερινό πλειοψηφούν κόμμα στη Βουλή, τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι έρευνες κοινής γνώμης του τελευταίου έτους έχουν καταγράψει μετατοπίσεις ψήφου από τον ΣΥΡΙΖΑ στη ΝΔ της τάξης του 5% έως 6% στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, 7% έως 8% στις μετρήσεις του Δεκεμβρίου και ακόμα πιο μεγάλες μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων. Πρόκειται αναμφίβολα για μια αναστροφή –και μάλιστα συμμετρική ως προς τον όγκο της– των τάσεων που καταγράφονταν πριν από έναν και πλέον χρόνο. Πρόκειται όμως για τους ίδιους ψηφοφόρους που τον Ιανουάριο του 2015 είχαν αποφασίσει να «περάσουν στην απέναντι όχθη» και σήμερα «προετοιμάζουν το ταξίδι της επιστροφής»;
Θα πρέπει κατά πρώτον να σημειώσουμε ότι ένα τέτοιο ερώτημα μεθοδολογικά απαιτεί την ύπαρξη δεδομένων επαναλαμβανόμενων ερευνών (panel surveys) με τις οποίες να καταγράφονται σε τακτικά χρονικά διαστήματα οι στάσεις, οι αντιδράσεις και η πρόθεση ψήφου των ίδιων κάθε φορά εκλογέων. Μόνο η μελέτη μιας τέτοιας πηγής δεδομένων θα μπορούσε να διαπιστώσει με τρόπο κατηγορηματικό αν οι σημερινοί μετακινούμενοι από τον ΣΥΡΙΖΑ προς τη ΝΔ είναι οι ίδιοι ψηφοφόροι που μετακινήθηκαν από τη ΝΔ προς τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015. Ελλείψει μιας τέτοιας μελέτης, η ανίχνευση των ροών ψήφου από το ένα προς το άλλο κόμμα ενέχει έναν βαθμό αβεβαιότητας, καθώς ακόμα και αν το προφίλ των θέσεων των μετακινουμένων στη μία και στην άλλη περίπτωση ομοιάζει, είναι πιθανό να πρόκειται για διαφορετικούς εκλογείς. Με αυτή την επισήμανση κατά νου πάντως, τα ερευνητικά δεδομένα αποκαλύπτουν πως οι μετακινούμενοι στις δύο χρονικές στιγμές μοιράζονται πολλά κοινά στοιχεία: εξαιρετικά απαισιόδοξες εκτιμήσεις για τη μελλοντική κατάσταση του νοικοκυριού τους, χαμηλές αξιολογήσεις της εκάστοτε κυβέρνησης και κεντρώα τοποθέτηση στον άξονα «αριστερά-δεξιά». Εν συντομία, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να χάνει σήμερα μέρος των δυνάμεών του για τους ίδιους λόγους που και η ΝΔ απώλεσε σημαντικό αριθμό ψηφοφόρων της τον Ιανουάριο του 2015, ακόμα και αν δεν είναι τεχνικά εφικτό να αποδείξουμε ότι πρόκειται για τους ίδιους ψηφοφόρους.
Τα ευρήματα μιας συγκεκριμένης ερώτησης πρόσφατης έρευνας της εταιρείας ProRata αναδεικνύουν με τρόπο χαρακτηριστικό τις αιτίες για τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ δυσκολεύεται να συγκρατήσει μεγάλο μέρος της δύναμής του. Στην έρευνα ζητήθηκε από τους ερωτώμενους να τοποθετηθούν έναντι συγκεκριμένων απόψεων για την εικόνα της κυβέρνησης Τσίπρα με στόχο να καταγραφεί ο βαθμός σύγκλισης μεταξύ των πολιτικών προσδοκιών που είχαν καλλιεργηθεί γύρω από την εκλογή μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και της προσλαμβανόμενης από το εκλογικό σώμα σημερινής πραγματικότητας. Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων εντόπισε σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των δύο, καθώς τοποθετήθηκε:
- Θετικά στην άποψη ότι «η κυβέρνηση δεν εφαρμόζει αποτελεσματικά τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις».
- Αρνητικά στην άποψη ότι «η κυβέρνηση αντιστέκεται στις απαιτήσεις των Ευρωπαίων».
- Αρνητικά στην άποψη ότι «η κυβέρνηση είναι μια “αριστερή” κυβέρνηση».
- Θετικά στην άποψη ότι «η κυβέρνηση είναι μια κυβέρνηση του συστήματος».
Ανεξαρτήτως της φύσης των προσδοκιών, η πορεία της κυβέρνησης Τσίπρα εκλαμβάνεται ως αποκλίνουσα από την προβλεφθείσα τροχιά της, εκτίμηση η οποία λειτουργεί μοιραία σε βάρος της συσπείρωσης του ΣΥΡΙΖΑ. Αξίζει να σημειωθεί ότι εκείνοι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ του Σεπτεμβρίου 2015 που σήμερα δεν διευκρινίζουν την επιλογή τους, αλλά κι εκείνοι που δηλώνουν ότι σήμερα θα επέλεγαν τη ΝΔ, ενοχλούνται περισσότερο με την αναποτελεσματικότητα εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων παρά με τη διάψευση των προσδοκιών για αντίσταση κατά της Ε.Ε., για αλλαγή του ιδεολογικού πρόσημου της κυβέρνησης ή για ανατροπή του πολιτικού κατεστημένου. Υπό αυτή την έννοια, ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να κρίνεται σήμερα με το ίδιο κριτήριο με το οποίο αξιολογήθηκε και η κυβέρνηση Σαμαρά έναν χρόνο πριν: τη διαχειριστική (αν)επάρκεια. Η χρήση του ίδιου κριτηρίου οδηγεί ένα τμήμα των ψηφοφόρων, πιθανώς το ίδιο τμήμα των ψηφοφόρων, από τη μία όχθη του δικομματισμού στην απέναντι. Βρισκόμενος στη μία ή στην άλλη όχθη, κάποιος μπορεί να βλέπει την κίνηση αυτή ως «έλευση» ή «επιστροφή».