Η βία σε ελεύθερη τηλεοπτική μετάδοση. Και θύματά της δύο κυρίες των δύο παρατάξεων της παραδοσιακής Αριστεράς. Σημαντικός συμβολισμός.
Το πρόβλημα της βίας στη χώρα μας σχετίζεται με την ίδια την ποιότητα της μεταπολιτευτικής Δημοκρατίας μας. Στην μεταπολίτευση λοιπόν το δημοκρατικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα ξεκίνησε με τις καλύτερες προϋποθέσεις χωρίς τους περιορισμούς που το σκίαζαν στην νεότερή μας ιστορία (Βασιλεία, στρατός, ξένες επεμβάσεις ακόμα και εκκλησία). Νομιμοποιήθηκε χωρίς κανένα περιορισμό το ΚΚΕ και γενικότερα η πολιτική δράση.
Στην Ευρώπη – επτά μόλις χρόνια αργότερα συμμετείχε ως δέκατο μέλος η χώρα μας – είχαν εμπεδωθεί και ήταν αποδεκτοί από το σύνολο του πολιτικού φάσματος οι όροι λειτουργίας της σύγχρονης δημοκρατίας. Κοινοβουλευτική νομιμότητα και κράτος δικαίου.
Στην Ελλάδα αντίθετα το ΚΚΕ και γενικώς η άκρα Αριστερά (με εξαίρεση την Ανανεωτική) εισήλθε στο πολιτικό παιγνίδι φέρνοντας αποσκευές από το προδικτατορικό και προπολεμικό της παρελθόν. Σύμφωνα μ αυτές η κοινοβουλευτική Δημοκρατία και το κράτος δικαίου είναι διαρκή εργαλεία ταξικής κυριαρχίας και για την Αριστερά είναι απλά μια τακτική επιλογή στην «ανεπίστρεπτη» πορεία προς το σοσιαλισμό.
Αυτή η επιλογή δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ παρά το γεγονός ότι στην ακμάζουσα, μέχρι χτες, Ευρώπη τα ζητήματα αυτά έγιναν ακόμα πιο καθαρά. Δεν εγκαταλείφθηκε ακόμα κι όταν έπεφτε ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Το ΚΚΕ επιμένοντας στις αρχειακές απόψεις του Λένιν συνέχιζε να στηρίζει θεωρητικά και πρακτικά την αμφισβήτηση της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου (ως μονοπωλίου της νόμιμης βίας).
Μ αυτό τον τρόπο στην ελληνική πολιτική ζωή εμπεδώθηκε αξιωματικά η πρακτική να κρατά η Αριστερά για τον εαυτό της το δικαίωμα να κινείται εντός εκτός του δημοκρατικού μας πολιτικού συστήματος.
Το ΚΚΕ ήταν πιο προσεκτικό στις συνέπειες αυτής της θέσης. Βέβαια επί εποχής Παπαρήγα ακούγονταν περισσότερο ότι τους νόμους (της πλειοψηφίας της βουλής) θα τους «καταργήσει στους δρόμους», οι καταλήψεις από μειοψηφίες του ΠΑΜΕ εντάθηκαν και σε κάποιους χώρους υπάρχει η απόλυτη εξουσία του ΚΚΕ.
Όμως περισσότερο κι από το ΚΚΕ, την αρχική θεωρητική του επιλογή την χρησιμοποίησαν δυνάμεις της Άκρας Αριστεράς και την τελευταία δεκαετία δυνάμεις του Συνασπισμού, του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ, με σταθμό τα γεγονότα του Δεκεμβρίου 2008. Κι έτσι πλέον η αμφισβήτηση του πολιτεύματος έφερε καθημερινές πρακτικές βίας η οποία έγινε παρακολούθημα της πολιτικής μας ζωής.
Ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη, ακόμα και με την κρίση, οι πρακτικές βίας αποτελούν την εξαίρεση στην χώρα μας το σύνολο των πολιτικών και συνδικαλιστικών δυνάμεων της μεταπολίτευσης λειτουργεί πλέον στο πλαίσιο που καθόρισε το ΚΚΕ με αποτέλεσμα να κυριαρχεί η βία των μειοψηφιών και η χώρα να είναι σχεδόν ακυβέρνητη.
Στις αρχές και την ακμή της μεταπολίτευσης η ακροδεξιά βία έχοντας το άγος της δικτατορίας «λούφαζε» στα περιθώρια που της άνοιγε η δράση της Αριστεράς.
Με την κρίση και την ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση, την αποτυχία διαχείρισης τους επί Παπανδρέου, τις καθημερινές πρακτικές κοινής και αδιαφοροποίητης βίας στην οποία πρωταγωνιστούσε η Αριστερά, η εντός πλαισίων ακροδεξιά του Καρατζαφέρη υποκαταστάθηκε από την φασιστική Χρυσή Αυγή. Και έλαβε και κοινοβουλευτική νομιμοποίηση. Μαζί με το ΣΥΡΙΖΑ (και τον ακροδεξιό Καμένο)ήταν, τηρουμένων των αναλογιών, οι νικητές των πρόσφατων εκλογών. Οι λεγόμενες αντιμνημονιακές δυνάμεις έχουν ήδη διαμορφώσει ένα αδιέξοδο πλαίσιο εμφυλίου χαμηλής, προς το παρόν, έντασης…
Με το επεισόδιο του ποτηριού ακούσαμε πολλές και βροντώδεις καταδίκες της φασιστικής βίας από όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος. Ιδιαίτερα από το ΚΚΕ και το ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτοκριτική αυτών που διαμόρφωσαν και εμμένουν στο πλαίσιο της μεταπολιτευτικής βίας δεν ακούστηκε.