Κάθε άλλο παρά μόνο «κωλοτούμπα», όπως συνηθίζεται να λέγεται, συνιστούν οι απότομες, είναι γεγονός, αναδιπλώσεις και μεταστροφές του Αλέξη Τσίπρα και της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, με την πολυσυζητημένη επίσκεψη στην Αργεντινή και τη Βραζιλία, πριν από τις γιορτές, την ασθμαίνουσα επίσκεψη στη Γερμανία και τη συνάντηση με τον Βόλφαγκανγκ Σόιμπλε, πριν από δύο εβδομάδες, και την υπερβατική περιοδεία στην καρδιά του καπιταλισμού, στις ΗΠΑ, τις τελευταίες ημέρες, με αποκορύφωμα την αποθέωση της πολιτικής του Μπαράκ Ομπάμα!
Πρόκειται για γιγανταιώρημα, όπως λένε στη γυμναστική, που σημαίνει ότι βρίσκεται σε εξέλιξη σχέδιο συνολικής μεταστροφής 360Ο του ΣΥΡΙΖΑ, άγνωστο επί του παρόντος αν θα ολοκληρωθεί και με ποιον τρόπο. Κι αυτό, θαρρώ, δεν γίνεται τυχαία. Η διαφαινόμενη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ στον ρεαλισμό, όπως χαρακτηρίζεται, δεν προέκυψε εξ ανάγκης, ούτε είναι αυθόρμητη αντίδραση μπροστά στο φάσμα του πολιτικού απομονωτισμού, στο οποίο η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, κατά κύριο λόγο, προσπαθούν να επιβάλλουν στη Κουμουνδούρου, αναδεικνύοντας τα θέματα ανομίας και θεσμικής ασυνέπειας του χώρου. Συνιστά στρατηγική επιλογή, η οποία συνίσταται στο να καλυφθεί ο ενδιάμεσος χώρος από τον ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τη ΝΔ. Δηλαδή, ο κατακερματισμένος και ασυντόνιστος χώρος της Κεντροαριστεράς, πριν να προλάβει και να ανασυγκροτηθεί με οποιαδήποτε μορφή τους επόμενους μήνες, είτε ως επανίδρυση στο ΠΑΣΟΚ, είτε ως Ελιά, είτε μέσω ενός νέου κομματικού φορέα. Με άλλα λόγια, ο Αλέξης Τσίπρας και η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας έντονη την επιθυμία και την πίστη ότι μπορούν να κυβερνήσουν, διαμηνύουν σ’ όλο στο πολιτικό φάσμα ότι «Εμείς, ως η ηγετική δύναμη της Αριστεράς, είμαστε οι αντίπαλοι της Δεξιάς, της ΝΔ»… κι όλοι άλλοι δεν υπάρχουν πια.
Έτσι, νομίζω, εξηγείται και η επιλογή για ποινικοποίηση, όχι χωρίς αφορμή, για την λίστα Λαγκάρντ και τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής, καθώς, ανεξαρτήτως του τελικού κοινοβουλευτικού πορίσματος, το «στίγμα» θα παραμείνει κι άρα θα δυσκολέψει κατά πολύ την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς. Και οι δυνάμεις του χώρου, τι κάνουν; Πώς αντιδρούν;
Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες, ούτε μονοδιάστατες και κυρίως δεν θα πρέπει να επιδειχθεί σπουδή και άγχος να «κάνουμε κάτι βιαστικά». Γιατί μπορεί μεν οι επιδιώξεις της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να είναι οι παραπάνω, ωστόσο οι κοινοβουλευτικές εκκρεμότητες που άνοιξαν με την Προανακριτική, καθυστερούν τις πολιτικές διεργασίες στην κατεύθυνση αυτή. Το ενδεχόμενο να στηθούν σύντομα κάλπες, φαίνεται απομακρυσμένο αν δεν σημειωθεί κάποιο «ατύχημα» και συνεπώς υπάρχουν τα χρονικά περιθώρια για την εκδήλωση συγκροτημένων, αξιόπιστων και ελπιδοφόρων πρωτοβουλιών προς ένα νέο διπολικό και όχι δικομματικό σύστημα. Το άμεσο και εύλογο βεβαίως ερώτημα, είναι κατά πόσον αυτή η «βίαιη προσαρμογή» και η στόχευση του ΣΥΡΙΖΑ, θα γίνει με ομαλό τρόπο στο εσωτερικό του και ποιες ενστάσεις θα προκαλέσει, αφού εμφανίζεται το εν συγχύσει φαινόμενο, αφ’ ενός να επιδεικνύεται ρεαλισμός – κι αφ’ ετέρου, η αντιπολιτευτική πρακτική να είναι ισοπεδωτική εναντίον των πολιτικών του Μνημονίου. Αυτό, όμως, αφορά επί του παρόντος το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και θα πρέπει να περιμένουμε πώς θα εξελιχθούν εκεί τα πράγματα, με δεδομένο ότι το Αριστερό Ρεύμα, με το άρθρο του Παναγιώτη Λαφαζάνη, υπέδειξε στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να το «πάρει αλλιώς».