Οι οικονομικές θεωρίες της ψήφου ερμηνεύουν την εκλογική επιλογή στη βάση των εκτιμήσεων των ψηφοφόρων για την πορεία της οικονομίας της χώρας ή των συνθηκών διαβίωσης του νοικοκυριού τους. Η αξιολόγηση έχει συνηθέστερα αναδρομικό χαρακτήρα, ή, με άλλα λόγια, ως χρονικό σημείο αναφοράς για την αξιολόγηση χρησιμοποιείται η περίοδος διακυβέρνησης της χώρας από την κυβέρνηση που αποχωρεί. Είναι προφανές ότι μια αρνητική αξιολόγηση των οικονομικών συνθηκών μαρτυρά μια ανεπαρκή διαχείριση της οικονομίας από την κυβέρνηση που κρατούσε τα ηνία της οικονομικής πολιτικής και ωθεί τους ψηφοφόρους προς την εναλλακτική της αντιπολίτευσης. Η πρόσφατη και καθαρή εντολή αλλαγής κυβέρνησης στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 σαφώς σχετίζεται με την εμφατικά καταγεγραμμένη στην κοινή γνώμη απογοήτευση για την κατάσταση της εθνικής οικονομίας και των μεμονωμένων νοικοκυριών. Η αιτιώδης σχέση μεταξύ της αίσθησης επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών και της ψήφου υπέρ της αντιπολίτευσης μοιάζει καθαρή. Όμως ποιον βαραίνει, σύμφωνα πάντα με την κοινή γνώμη, η ευθύνη της κακής οικονομικής κατάστασης;
Η απάντηση δεν είναι η προφανής. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Μονάδας Ερευνών Κοινής Γνώμης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, η κυβέρνηση Σαμαρά, δηλαδή η κρινόμενη στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 κυβέρνηση, δεν είναι εκείνη που συγκεντρώνει τις περισσότερες απαντήσεις στο ερώτημα απόδοσης ευθύνης για την πανθομολογούμενη κακή οικονομική κατάσταση της χώρας. Η μεγάλη πλειοψηφία καταψήφισε την κυβέρνηση Σαμαρά, αλλά δεν αποδίδει σε εκείνη τις επιδεινούμενες οικονομικές συνθήκες. Αυτή δεν είναι η περιγραφόμενη από τη θεωρία συνθήκη. Ποιου λοιπόν το βάρος ευθύνης φαίνεται να σήκωσε η κυβέρνηση Σαμαρά;
Σύμφωνα με τα ευρήματα της εν λόγω έρευνας, το 54,5% του δείγματος απάντησε ότι τη μέγιστη ευθύνη (οι ερωτώμενοι κλήθηκαν να επιλέξουν μόνο μία από τις προτεινόμενες απαντήσεις) για την κακή οικονομική κατάσταση της χώρας φέρουν οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, ποσοστό κατά πολύ υψηλότερο από αυτό που συγκέντρωσαν η κυβέρνηση Σαμαρά (17%), η τρέχουσα κυβέρνηση Τσίπρα (μόλις 7,5%), αλλά και οι εταίροι (10%). Η κατανομή των απαντήσεων αποκαλύπτει μειωμένη αποδοχή του επιχειρήματος απόδοσης της ευθύνης της οικονομικής κρίσης της χώρας στον τρόπο με τον οποίο αυτή διαχειρίστηκε από τους Ευρωπαίους, αλλά το πιο απροσδόκητο εύρημα σχετίζεται με τη μειωμένη απόδοση ευθύνης στην κυβέρνηση που ανέλαβε ουσιαστικά την εφαρμογή των μνημονιακών μέτρων. Αντιθέτως, η κοινή γνώμη βρίσκεται να αποδίδει το μεγαλύτερο βάρος των ευθυνών σε παρελθούσες κυβερνήσεις, κυρίως του ΠΑΣΟΚ, τις οποίες σχετίζει με τις αιτίες που οδήγησαν τη χώρα στην ανάγκη δανεισμού από τους σημερινούς πιστωτές της. Η εξακρίβωση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ στην οποία αποδίδεται το μέγιστο βάρος θα εμφάνιζε το δικό της ενδιαφέρον, καθώς μάλιστα άλλες ποιοτικές έρευνες της Μονάδας δείχνουν ότι οι κυβερνήσεις Ανδρέα Παπανδρέου μάλλον εξαιρούνται από το βάρος της ευθύνης. Όμως, επί του παρόντος, αξίζει να υπογραμμιστεί η σχέση βαρών μεταξύ της κυβέρνησης Σαμαρά και κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ.
Το διαχειριστικό παρελθόν του ΠΑΣΟΚ φαίνεται λοιπόν να στοίχειωσε και την κυβέρνηση Σαμαρά, στην οποία άλλωστε συμμετείχε κομβικά. Οι αρνητικές αξιολογήσεις της κοινής γνώμης για τις επιδόσεις της κυβέρνησης Σαμαρά προφανώς ερμηνεύουν τη μεταστροφή σημαντικού τμήματος εκλογέων προς την τότε αντιπολίτευση. Όμως πίσω από τις αρνητικές αξιολογήσεις φαίνεται να βρίσκεται μια σαφώς αρνητική αξιολόγηση του έργου και των επιλογών του πάλαι ποτέ κυρίαρχου κόμματος. Και η μακρά κυριαρχία του πιθανώς να στοιχειώνει τις εναλλακτικές προτάσεις της σημερινής αντιπολίτευσης, και αυτής πέραν από το ΠΑΣΟΚ, επί μακρόν.