Το σταδιακό ξήλωμα του νόμου Διαμαντοπούλου

Διονύσης Γουσέτης 19 Μαρ 2014

Αφού πέτυχε την παράταση της θητείας των πρυτάνεων, αφού στέρησε από τα Συμβούλια Ιδρυμάτων τη δυνατότητα ορισμού κοσμητόρων, το πανεπιστημιακό κατεστημένο προχωράει στο παραπέρα ροκάνισμα του νόμου 4009. Τώρα παίζεται μια άλλη κατάκτηση: το άνοιγμα των κλειστών διαδικασιών εκλογής μελών ΔΕΠ στα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας. Αφορμή γι’ αυτό είναι η προσφυγή μιας αναπληρώτριας καθηγήτριας στο Συμβούλιο της Επικρατείας για ακύρωση της εκλογής άλλης καθηγήτριας στην πρώτη βαθμίδα, στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Το θέμα που αφορά τη στήλη δεν είναι η ουσία της διαφοράς. Είναι το δικαίωμα ή μη στην προσφυγή. Η αναπληρώτρια καθηγήτρια προσέφυγε κάνοντας χρήση της διατάξεως του Νόμου 4009 (άρθρο 20, παρ. 2) ότι δικαίωμα προσφυγής στις εκλογές καθηγητών κάθε βαθμίδας έχει «οποιοδήποτε μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας του Ιδρύματος». Η εκλεγείσα καθηγήτρια αρνείται το δικαίωμα της αναπληρώτριας να προσφύγει, διότι «δεν έχει έννομο συμφέρον». Προσπαθεί δηλαδή να καταργήσει το άνοιγμα του νόμου. Γιατί όμως υπήρξε αυτό το άνοιγμα στον νόμο; Μήπως πρόκειται για λαϊκισμό; Πρόκειται για το αντίθετο. Ο νόμος κατήργησε το καθεστώς του λαϊκισμού, όπου η εκλογή καθηγητών γινόταν σε γενικές συνελεύσεις των Τμημάτων, όπου αλώνιζαν οι φοιτητές (διάβαζε φοιτητοπατέρες), όπου δηλαδή επαναλαμβανόταν σε μικρογραφία το πελατειακό σύστημα των πρυτανικών εκλογών. Τώρα, οι επιτροπές επιλογής που προβλέπει ο νέος νόμος είναι ολιγομελείς (7 μέλη). Πρόκειται για θετική ρύθμιση, όμως έτσι στενεύει υπερβολικά ο κύκλος όσων έχουν «έννομο συμφέρον» να προσφύγουν κατά τυχόν παρανομιών σε μια διαδικασία εκλογής. Ιδιαίτερα σε συνθήκες όπου δεν υπάρχει συνυποψήφιος και όπου ο μοναδικός υποψήφιος συμμετέχει στην προκήρυξη της θέσης, κανένας δε από τους εισηγητές δεν γνωρίζει τη γλώσσα που γράφτηκε το έργο του υποψηφίου, τότε είναι ορατός ο κίνδυνος να μη φθάσουν ποτέ μέχρι το υπουργείο Παιδείας ή μέχρι τα δικαστήρια τυχόν «στημένες» επιτροπές ή άλλες παρανομίες, λόγω έλλειψης «έννομου συμφέροντος». Τέτοιες συνθήκες υπάρχουν π.χ. στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Για να αποτρέψει τις κλειστές καταστάσεις, που εγκυμονούν ατιμώρητες παρανομίες, ο νομοθέτης άνοιξε το δικαίωμα προσφυγής. Θεώρησε σημαντικό το θέμα διαφάνειας στην εκλογή των μελών ΔΕΠ. Σημαντικό το θεώρησε και το ΣτΕ, αφού το παρέπεμψε απευθείας στην αυξημένη σύνθεση του αρμοδίου Τμήματος. Οσο για τη σημασία που του αποδίδει το πανεπιστημιακό κατεστημένο, είναι χαρακτηριστικό ότι συνήγορος της καθηγήτριας της οποίας προσβάλλεται η εκλογή ανέλαβε ο κ. Αντώνης Αργυρός, αναπληρωτής νομικός σύμβουλος του Πανεπιστημίου Αθηνών και γνωστό στήριγμα του κ. Πελεγρίνη. Η δε δικηγόρος που εκπροσωπούσε το πανεπιστήμιο είναι υφισταμένη του, ενδεικτικό της «αμεροληψίας» του ΕΚΠΑ. Το υπ. Παιδείας ένιψε τας χείρας του, υποβαθμίζοντας το όλο θέμα. Ελπίζω ότι το ΣτΕ θα βάλει φρένο στο ροκάνισμα της μεταρρύθμισης και της εύρυθμης λειτουργίας των ΑΕΙ.