Όπως πολλοί, έτσι κι εγώ παρακολουθώ – μερικές φορές, όπως εδώ – την κουβέντα που γίνεται για την σταδιακή μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε κάτι υγιέστερο, που αυτό το υγιέστερο πάλι αρκετοί το βαφτίζουν Σ/δημοκρατία και αρκετοί επίσης αλλιώς.
Οι συζητήσεις περί τα ιδεολογήματα και τις εκφορές τους αιώνες τώρα ταράσσουν λίμνες μα σπανίως κουνάνε έστω και μια πέτρα.
Όχι πως είναι αδιάφορες, τουναντίον …απλώς μετατοπίζουν προσομοιάζοντας αυθαίρετα σε συνθήκες εργαστηρίου αναζητήσεις, που ελάχιστη επαφή έχουν με την πραγματικότητα. Αφότου αποκαταστάθηκε – όσο αποκαταστάθηκε η μεταπολιτευτική πολιτική δημοκρατία – κι αφότου ο επιλεγόμενος υπαρκτός σοσιαλισμός κατέπεσε γκρεμισμένος, τα θέσφατα των ιδεολογιών του 19ου αιώνα, όπως μορφοποιήθηκαν μετά και τους δύο πολέμους του 20ου άρχισαν να μπάζουν νερά.
Τα σημαίνοντα μείνανε μεν ίδια οι σημασίες άλλαξαν. Η αντοχή σε μερικά και η αναζήτηση σε άλλα περιέπλεξαν τα πράγματα. Κι αυτό έχει μια τεράστια έδραση , από την στιγμή που επιχειρείς να μιλάς για διακυβεύσεις της 4ης Βιομ.Επανάστασης με αλληλουχίες που μετά βίας αγγίζουν και την απερχόμενη – απελθούσα τρίτη Επανάσταση.
Συνεπώς αναλόγως των αιτημάτων περί διαβίωσης και προκοπής, οφείλουν οι ελιτ – κυρίως οι πολιτικές – να απαντήσουν με κατάλληλη αντιστοιχία αποφεύγοντας τα κλισέ.
Αν δεχθούμε ως κοινό μέσο τόπο την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, την διεύρυνση των υπαρχόντων θεσμών αρχικά και την συμπλήρωσή τους με άλλους μετά, την προσδοκία σε μια αυτονόητη φιλεργατικότητα, την ανάπτυξη του νού προς την μεριά δημιουργικότερων κοινωνιών τότε μικρή σημασία έχουν οι διαξιφισμοί περί του ολιγότερον ή περισσότερον Σ/δημοκράτη με βάση τα στερεοτυπικά αρχέγονα της ανάδειξης κομμάτων ή του περισσότερον ή ολιγότερο Συντηρητικού.
Η προσαρμογή στην αντίληψη της ρέουσας πραγματικότητας, οι τρόποι – όπου δυνατόν – υπερβάσεως των αδυναμιών , οι αλήθειες δια της αυτογνωσίας είναι μερικά μόνον από τα ιάματα των κοινωνιών.
Συνεπώς δεν νομίζω πως απασχολεί πολλούς περισσότερους από τους συνήθεις υπόπτους – στους οποίους συγκαταλέγομαι – μια αέναη και ατέρμων κουβέντα σχετικά με την μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ – κι όλα τα κόμματα άλλωστε – δεν εκλέγονται από το διευρυμένο κοινό στην βάση του αυτοορισμού του μα στην προσδοκία επιλύσεως ή δρομολογήσεως των λύσεων για τα ζέοντα προβλήματα της Οικονομίας, των Θεσμών, της Παιδείας και της εθνικής ισχύος. Άλλωστε η λεγόμενη Αριστερή Κυβέρνηση της Πορτογαλίας στηρίζεται κατά μείζονα λόγο στους προγραμματισμούς του Μ. Σεντένο, κεντρώου πολιτικοποιημένου τεχνοκράτη – κάτι σαν τους εγχώριους Παπαδήμο ή Στουρνάρα – καθ’όλα εκλεκτό της Ευρωπαϊκής νομενκλατούρας και των μετριοπαθών συντηρητικών κυβερνήσεων.
Η επιλεγόμενη Αριστερά στην Ελλάδα, ειδικότερα το τελευταίο μοντέλο της ο ΣΥΡΙΖΑ, προφανώς και δεν είναι ακριβώς ο ίδιος με αυτόν του 2015. Είναι όμως περίπου ίδιος και το πιθανότερο μάλλον δεν θέλει μια ουσιώδη ρεφορμιστική αντίληψη γιατί ποτέ δεν την έμαθε, δεν την σκέφθηκε, δεν την αναζήτησε. Υπό τον μανδύα της αναγκαστικής ψεύτικης αναδοχής αναπότρεπτων διλημμάτων – που πολλά κατασκεύασε ο ίδιος μέσα σε εντελώς απλουστευτικά πεδία – με το προσωπείο της δυτικής ταυτότητας, επιχειρεί να καταδολιεύσει τις μόνιμες αξίες των φιλελεύθερων ιδεών της.
Καταλαβαίνεις – λένε – πολύ εύκολα κάποιον που κάνει κάτι αναγκαστικά και δεν το ‘θελε από κάποιον που το κάνει από επιλογή. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει ο ΣΥΡΙΖΑ. Θα περάσουν αρκετά χρόνια – έτσι συμβαίνει – ώστε η ριζοσπαστική Αριστερά να γίνει μια καινοτόμα συστημική ύπαρξη κι όχι ασκέρι λυσσασμένων ατάκτων, που βγήκαν μόλις από τις πλαστές αλήθειες του Πλατωνικού Σπηλαίου και πρέπει να αντικρύσουν κατάματα τον κανονικό λάμποντα Ήλιο.
Τούτων δοθέντων – σε αδρές γραμμές – η άναρχη πολυφωνία του ΚΙΝΑΛ, υπερβαίνει κατά πολύ τις συνήθεις ελευθεροστομίες εντός των δομημένων μετανεωτερικών σχηματισμών του 21ου αιώνα και περισσότερο στο όνομα μιας αυτονομίας χωρίς όνομα, που δηλοί και τον αχαλίνωτο τακτικισμό επιβιώσεων δυνάμει πολιτευτών, φτιάχνει νοητικές – κατασκευές αντιλήψεις, που ακουμπούν στην ρηχότητα, στην επιφάνεια ώστε αυτή να ’ναι επίπεδη και να γλιστρούν.
Προπολιτικές αντιλήψεις του χτες μου κάνουν, της ΕΚ του Γέρου, του Τσιριμώκου, του Γαρουφαλιά χωρίς το όποιο θετικό ή και αρνητικό διαμέτρημά τους. Το ΚΙΝΑΛ φθίνει κατά την άποψή μου – φυσικά – διολισθαίνοντας σε ένα ιδιότυπο μείγμα πολιτευόμενων δημιουργών και πολιτευτών της κάλπικης δημιουργίας, που βασίζεται στην πολιτική επιβίωση.
Η πολιτική, μα κυρίως η μετά κανονικότητα θέλει πολιτικούς και δυνάμεις που θα αντιλαμβάνονται τις ωθήσεις των τεκτονικών οικονομικών εργασιακών πλακών και τις εκπλήξεις του πολιτικού φιλελευθερισμού.
Και οι συναινέσεις θα αφορούν διαδραστικές οσμώσεις στα μείζονα, που οι δυνάμεις ομονοούν μα και στην έντιμη διαφωνία εκαί που δεν συμφωνούν.
Βασική προϋπόθεση είναι η ιεράρχηση στόχων και προτεραιοτήτων στο συντομότερο δυνατό χρόνο.
Α…και η παραλαβή του έργου ….μόνο που εδώ το έργο είναι κάκιστης ποιότητας και είναι ένας καραμπινάτος εθνικολαϊκισμός και πρέπει ως έτσι – τόσο βαριά – να καταχωριστεί η εν αποδρομή εγκαταβιούσα ριζοσπαστική εξουσία.
Η κανονικότητα κινείται πια στο Κέντρο όπως κι αν αυτό λέγεται . Και είναι περισσότερο από ποτέ η ανάδειξη ενός αμιγούς πολιτικού φορέα του Κέντρου στον δημιουργικό ρεαλισμό του κανονικού.
Κατά συνέπεια – χωρίς να κάνω δίκη προθέσεων – οι αναλύσεις για την μετεξέλιξη του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ εντός 3 χρόνων μόνον σε έναν γκρίζο ορίζοντα χωρίς διάρκεια , αν δεν είναι επικίνδυνες είναι εξόχως αυτιστικές και περιοριστικές…προσώρας τουλάχιστον.
«Ο αγώνας της μνήμης κατά της λήθης , είναι η μάχη του ανθρώπου κατά της εξουσίας , που μπορεί φορές φορές νάναι ολοκληρωτική» ….ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ..