Η Δημοκρατική Συμπαράταξη αποφάσισε να υπερψηφίσει επί της αρχής το Σχέδιο Νόμου για τα ΜΜΕ αρκεί να υπάρξουν αλλαγές όσον αφορά τρία ουσιώδη σημεία όπως είναι η προσαρμογή των διατάξεων του νομοσχεδίου στο πλαίσιο που θέτει το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, η προσαρμογή των διατάξεων στις νέες τεχνολογικές εξελίξεις και η προστασία του κύρους των ανεξάρτητων αρχών από τη δυνατότητα αυθαίρετων παρεμβάσεων και «υπόγειας» καθοδήγησης της πολιτικής εξουσίας». Το δε Ποτάμι θα το ψηφίσει άνευ προϋποθέσεων.
Δεν είμαι ειδικός, αλλά διαβάζοντας την “αιτιολογική έκθεση” τα έχασα. Είναι δυνατόν να προτείνεται για ψήφιση κάτι τέτοιο σε μια δημοκρατική κοινωνία; Και είναι δυνατόν η υπαρκτή ή η δυνητική Σοσιαλδημοκρατία της χώρας και ο φιλελεύθερος χώρος όπως το Ποτάμι να σκέπτονται να το ψηφίσουν;
Αυτό το νομοσχέδιο είναι ένα αντιδημοκρατικό και αντιδιαφωτιστικό τερατούργημα
Ενδεικτικά αναφέρω:
Πρώτον, προβλέπεται ο αριθμός των αδειών να θεσμοθετείται με κανονιστικές διοικητικές πράξεις. Αυτό θα ήταν σωστό, αν το σήμα ήταν αναλογικό και όχι ψηφιακό. Στην περίπτωση του ψηφιακού τοπίου, όπου δεν υπάρχει τεχνικό πρόβλημα, κανένα δημοκρατικό και φιλελεύθερο κράτος δεν μπορεί να θέτει όρια στον αριθμό των καναλιών. Εκτός αν δεν μιλάμε για δημοκρατίες. Μπορεί βεβαίως και πρέπει να ελέγχει τους όρους λειτουργίας των καναλιών και να ανακαλεί άδειες, αν αυτοί οι όροι παραβιάζονται, αλλά μόνο αυτό.
Δεύτερον, προβλέπεται συγκεκριμένος αριθμός εργαζομένων στους τηλεοπτικούς σταθμούς. Κανένα δημοκρατικό και φιλελεύθερο κράτος δεν ορίζει στις επιχειρήσεις, πόσους εργαζόμενους θα έχουν. Υποχρεούται βεβαίως να ελέγχει τις συνθήκες και τους όρους απασχόλησης των εργαζόμενων σ’ αυτές και να τιμωρεί όσους παραβιάζουν του κανόνες του Εργατικού Δικαίου. Αυτό όμως διαφέρει από το να ορίζει το κράτος τον αριθμό των εργαζόμενων σε μια επιχείρηση. Αν μάλιστα θέλει κανείς να προχωρήσει στα άκρα αυτή τη θέση, θα πρέπει στην ΕΡΤ να αρχίσουν ήδη απολύσεις για να εναρμονιστεί με το κατώτατο όριο των 400 εργαζόμενων, που τίθεται ως όρος για την αδειοδότηση καναλιών εθνικής εμβέλειας ενημερωτικού χαρακτήρα γενικού περιεχομένου. Γλέντια για τους “σαμαροβενιζέλους” που έκλεισαν την ΕΡΤ.
Τρίτον, θεσπίζεται συγκεκριμένος χρόνος για τον πολιτισμό (10 ώρες sic μηνιαίως). Γιατί όχι και για τα Μαθηματικά ή για το σκάκι; Κανένας κράτος, εκτός από ένα, το σταλινικό, δεν μπορεί να ορίζει με λεπτομέρειες το τηλεοπτικό πρόγραμμα και ιδιαίτερα να ορίζει τι είναι Πολιτισμός και τι όχι. Μπορεί μόνο να δίνει κατευθύνσεις, οι οποίες δεν θα παραβιάζουν τα όρια της ελευθερίας του λόγου. Αν θέλει το κράτος οι τηλεθεατές να βλέπουν ποιοτικές πολιτιστικές εκπομπές, τότε ας φροντίσει να ανεβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών εκπαίδευσης που παρέχει. Γιατί οι τηλεθεατές των τηλεσκουπιδιών δεν τα επιλέγουν, επειδή δεν υπάρχουν πολιτιστικές εκπομπές στα κανάλια, αλλά επειδή στα «σχολειά» μας, τα παιδιά δεν διάβασαν ούτε μια φορά ένα ολόκληρο έργο του Μπαλζάκ ή του Ντίκενς, δεν κάθισαν ούτε μια φορά να μελετήσουν και να αναλύσουν το περιεχόμενο και την αρθρογραφία μιας εφημερίδας γνώμης και θέσεων.
Τέταρτον, ο διαχωρισμός παρόχου δικτύου από τον πάροχο περιεχομένου είναι σωστός. Αλλά όταν ο πάροχος δικτύου εκτός από τις αναγκαίες τεχνικές και κτηριακές προδιαγραφές επιβάλλει και όρους περιεχομένου για την αδειοδότηση, τότε μιλάμε για ένα ανελεύθερο κράτος.
Θα μπορούσα να συνεχίσω, αλλά νομίζω πως μόνο αυτοί οι λόγοι αρκούν για να πουν ένα ισχυρό όχι σ’ αυτό το Νομοσχέδιο, όχι μόνο τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά και κάθε δημοκρατικός πολίτης. Βεβαίως η κατάσταση θα ήταν τέλεια αν όχι σ’ αυτό το σχέδιο Νόμου έλεγαν όχι και πολλοί βουλευτές της συμπολίτευσης, οι οποίοι σε άλλους καιρούς είχαν δώσει μεγάλες μάχες για τη Δημοκρατία. Κανείς όμως δεν είναι τέλειος.
Γιατί σε τελική ανάλυση, που θα έλεγε και ο Μαρξ, είναι θέμα εποικοδομήματος, είναι θέμα αρχών και αξιών, είναι θέμα Διαφωτισμού.