Μέσα στην πελαγωμένη κυβέρνηση οι μόνοι που μοιάζει να υπηρετούν με συνέπεια μια συγκεκριμένη στρατηγική είναι τα στελέχη του Αριστερού Ρεύματος. Στόχος τους είναι η έξοδος από το ευρώ. Κι ακόμα κι αν επιτευχθεί η συμφωνία με τους δανειστές, έχουν καλές πιθανότητες να το επιτύχουν. Γιατί η υλοποίηση της συμφωνίας και η λήψη των αναγκαίων μέτρων θα είναι μια μεγάλη πρόκληση για τον ΣΥΡΙΖΑ, που δεν είναι βέβαιο ότι θα την αντέξει.
Η επιχειρηματολογία του «ρεύματος» στηρίζεται σε δύο προτάσεις. Μια πολιτική και μια οικονομική. Την πρώτη την ανέπτυξε πρόσφατα ο κ. Στρατούλης. Το να μην πληρώσουμε τη δόση στο ΔΝΤ, υποστήριξε, είναι κορυφαία πράξη «εθνικής αξιοπρέπειας». Κάτι ανάλογο υποστήριξε και η κ. Κωνσταντοπούλου λέγοντας ότι η διαπραγμάτευση είναι υπόθεση «δημοκρατίας», όχι οικονομίας.
Δυστυχώς αυτού του είδους οι προσεγγίσεις δημιουργούν περισσότερα ερωτηματικά από απαντήσεις. Ο,τι είναι αξιοπρεπές για ορισμένους μπορεί να είναι εξευτελιστικό για άλλους. Ας πούμε η πληρωμή της δόσης. Τι πιο ταπεινωτικό για μια χώρα από το να μην είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της και να τιμήσει τις συμφωνίες που έχει κάνει; Οσο για τη δημοκρατία, είναι προφανές ότι η δική μας «δημοκρατική βούληση» έρχεται σε σύγκρουση με τη «δημοκρατική βούληση» άλλων Ευρωπαίων. Κατά συνέπεια, αν θέλουμε συμφωνία, λίγος ρεαλισμός είναι αναγκαίος.
Αλλά και στα πλαίσια μιας γενικότερης οπτικής τι είναι αξιοπρεπές; Να πηγαίνουμε από Μνημόνιο σε Μνημόνιο -η μόνη χώρα στην Ευρωζώνη- ή με βάση τη συμφωνία που είχαμε, καλή ή κακή, να επιδιώξουμε την έξοδο όσο πιο γρήγορα μπορούμε αντί να ζητάμε κάθε τόσο κι άλλα χρήματα;
Η αξιοπρέπεια όμως σε τελευταία ανάλυση έχει υλική βάση. Οταν μετά τη μικρασιατική καταστροφή, για παράδειγμα, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να αποδεχθεί την ανταλλαγή των πληθυσμών, υπήρξαν πολιτικοί που υποστήριξαν να πάμε ξανά σε πόλεμο με την Τουρκία. Χρειάστηκε η παρέμβαση του Βενιζέλου για να σοβαρευτούμε και να αποφύγουμε ακόμα χειρότερες λύσεις. Κι επειδή πολλοί συγκρίνουν -οικονομικά μόνο- την έξοδο από το ευρώ με τη μικρασιατική καταστροφή, το τι είναι αξιοπρεπές εθνικά σχετίζεται άμεσα με τις οικονομικές συνέπειες κάθε απόφασης.
Εδώ τον ρόλο του συνηγόρου της δραχμής ανέλαβε ο κ. Λαφαζάνης. Η Ελλάδα, είπε, είναι η μόνη χώρα που θεωρεί το εθνικό νόμισμα καταστροφή. Στο ίδιο μήκος κύματος πολλοί βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν, όλο αθωότητα, ότι τα λεφτά που έχουμε φτάνουν και περισσεύουν για την πληρωμή μισθών και συντάξεων. Δανειζόμαστε μόνο για να πληρώνουμε τους πιστωτές.
Πρόκειται για μισή αλήθεια, που ισοδυναμεί με ένα μεγάλο ψέμα. Γιατί αυτή τη στιγμή η οικονομία της Ελλάδας εξαρτάται από τα 80 δισεκατομμύρια ευρώ που μας δανείζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Αν σταματήσει αυτός ο δανεισμός, δεν θα υπάρχουν χρήματα ούτε για μισθούς ούτε για φάρμακα. Η μόνη λύση θα είναι οι υποσχετικές ώσπου να τυπωθούν οι δραχμές. Πριν από τη δραχμή, με άλλα λόγια, θα περάσουμε ένα διάστημα τρόμου -το έχει περιγράψει πολύ καλά ο κ. Λαπαβίτσας- με μια οιονεί κατοχική οικονομία με ελλείψεις ακόμα και σε βασικά αγαθά. Κανείς δεν γνωρίζει τις συνέπειες. Στην Αργεντινή, ωστόσο, που αρχικά υποδέχθηκε με ενθουσιασμό την αναστολή των πληρωμών για το χρέος, οι ελλείψεις είχαν ως αποτέλεσμα κοινωνική αναταραχή, λεηλασίες και το περίφημο ελικόπτερο με το οποίο διέφυγε ο πρόεδρος. Και δεν είχαν Χρυσή Αυγή.
Εξίσου δύσκολο είναι να προβλέψει κανείς τι θα συμβεί όταν περάσουμε κανονικά στο εθνικό νόμισμα. Ολοι θεωρούν δεδομένο ότι θα μιλάμε για μια υποτιμημένη δραχμή και για ένα ανάλογα υποτιμημένο επίπεδο διαβίωσης. Με μειωμένους δηλαδή μισθούς και συντάξεις και υποτιμημένες καταθέσεις. Αν επιχειρηθεί να καλυφθούν οι απώλειες με τύπωμα χρήματος θα έχουμε και πληθωρισμό. Θα έρθει τουλάχιστον η ανάπτυξη;
Οι υποστηρικτές της δραχμής ισχυρίζονται ότι η υποτίμηση του νομίσματος θα έχει ως συνέπεια την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και άρα την αύξηση των εξαγωγών. Ομως ακόμα κι αυτό αμφισβητείται. Οπως έδειξε και η εσωτερική υποτίμηση της τελευταίας πενταετίας, η αύξηση των εξαγωγών ήταν σχετικά μικρή. Για τον απλούστατο λόγο ότι ο εξαγωγικός τομέας στην Ελλαδα είναι μικρός. Για να υπάρξει ανάπτυξη, με άλλα λόγια, χρειάζεται να έρθουν κεφάλαια για επενδύσεις. Ο καθένας μπορεί να καταλάβει αν αυτό είναι πιο εύκολο με την Ελλάδα μέλος της Ευρωζώνης ή με μια Ελλάδα νομισματικής και οικονομικής αβεβαιότητας. Εκτός και αν ορισμένοι θεωρούν ότι θα μας σώσει το λόμπι της δραχμής: αυτοί που περιμένουν να αγοράσουν κοψοχρονιά, σε δραχμές, ό,τι χτίσαμε σε ευρώ.