Τα χρόνια της κρίσης επανέκαμψε ένα παμπάλαιο φαινόμενο. Άνδρες στα 40 τους να πίνουν καφέ και να κουβεντιάζουν τα πρωινά, με αμήχανη ένταση. Πρόσωπα οικεία, έμποροι, μηχανικοί, βιοτέχνες, τεχνικοί, με τις δουλειές τους να παραπαίουν, μιλούν για τον τάδε που το’κλεισε και για τον δείνα που έφυγε στο εξωτερικό. Μοιράζονται ενοχικά τις πιθανές διεξόδους τους, αναλύουν τα πολιτικά σα να είναι ποδοσφαιρικά, και ενίοτε αρπάζονται μεταξύ τους για το που πέφτει η μεγάλη ευθύνη γι αυτό το χάλι. Οι άνδρες αυτοί, μελαγχολικοί, με το ηθικό τους τσακισμένο, δεν έβλαψαν ποτέ κανέναν. Δεν έκλεισαν ποτέ δρόμους, δεν διεκδίκησαν τίποτε «δυναμικά», δεν παροικούσαν σε πολιτικά γραφεία. Ότι κι αν λέγεται, και φόρους πλήρωναν μέσω μύριων οδών, και τα κεφάλαια τους ρίσκαραν , και πολύ προσωπική εργασία έβαζαν επειδή πίστευαν οι αφελείς στις δυνατότητες και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Και τα πάλευαν όλα αυτά με το κράτος πάντα κόντρα, είτε αυτό παρουσιαζόταν ως εφορία, είτε ως ταμεία, είτε ως υπηρεσίες αδειοδοτήσεων, είτε ως δικαστήρια. Κάτι επιχορηγήσεις του Αναπτυξιακού και η δήθεν ανοχή στη φοροδιαφυγή ήταν οι τετριμμένες προφάσεις για να αιτιολογείται(όχι να δικαιολογείται) η ακατάπαυστη αφαίμαξη αυτής της μερίδας του πληθυσμού, αφαίμαξη που έφτασε σε επίπεδο στεγνού στραγγίσματος μετά το 2010. Όλοι αυτοί οι επαγγελματίες χαρακτηρίζονταν από πλείστους διανοούμενους , δημοσιογράφους και οικονομολόγους ως μικρός παρασιτισμός, ως τροχοπέδη για την συνολική οικονομική πρόοδο λόγω της υποτιθέμενης φοροδιαφυγής τους και του κατακερματισμού παραγωγικών πόρων που προκαλούν.
Την περασμένη Κυριακή στην Καθημερινή ο κ.Τάκης Αθανασόπουλος συνέκρινε λίγο-πολύ τον Αλέξη Τσίπρα με τον Νέλσον Μαντέλα. Για όσους δε τον θυμούνται, ο Τάκης Αθανασόπουλος είναι ο παλιός πρόεδρος της ΔΕΗ επί ΝΔ, με τον οποίο σχεδόν πιανόταν στα χέρια ο Φωτόπουλος & Σια, και ο οποίος σήμερα προΐσταται του «έγκυρου» ΙΟΒΕ, του ινστιτούτου εκείνου το οποίο διεύθυνε επί σειρά ετών ο Γιάννης Στουρνάρας. Έλεγε ανέκαθεν πολλά σωστά το ΙΟΒΕ, ακόμη και στην ανέμελη εποχή, αναφερόταν συχνά στο μεγάλο ζήτημα του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, στην ανυπαρξία ελληνικής καινοτομίας, στα θετικά των ιδιωτικοποιήσεων, ακόμη και στην ωρολογιακή βόμβα του ασφαλιστικού. Δε θυμάμαι βέβαια να είχε τότε ασχοληθεί ούτε με τις μεθόδους που ακολουθούνταν στις τραπεζικές χρηματοδοτήσεις, ούτε φυσικά με την φούσκα των ακινήτων και την επίδραση της στην κεφαλαιακή τους επάρκεια. Πάνω στις διαπιστώσεις του ΙΟΒΕ λοιπόν, τις οποίες όπως ανέφερα υιοθετούν σημαντικοί διαμορφωτές γνώμης, έχει βασιστεί κατά κύριο λόγο η αντίληψη πως η εθνική οικονομία θα έχει καλύτερη τύχη αν φύγουν απ’ τη μέση αυτοί οι άνδρες που χασομερούν το πρωί στις καφετέριες, και οι επιχειρήσεις τους αντικατασταθούν από μεγαλύτερα, υγιεστέρα σχήματα, τα οποία θεωρητικά θα χαρακτηρίζονται από εξωστρέφεια και διάθεση καινοτομίας. Καλό είναι όμως να δούμε τα πράγματα κι από άλλη σκοπιά. Κατ αρχήν, όποιος ταξιδεύει στο εξωτερικό διαπιστώνει πως δεν υπάρχει χώρα όπου όλες οι επιχειρήσεις να είναι εξωστρεφείς. Ισα ισα , στις μητροπόλεις του παγκόσμιου καπιταλισμού συναντούμε εκατομμύρια μαγαζάκια, mom&pop shops, τα οποία εμπορεύονται τα πάντα και παρέχουν κάθε φύσεως υπηρεσίες, με σχεδόν αποκλειστική πελατεία τους κατοίκους αυτών των πόλεων. Ακόμη και η γερμανική βιομηχανική ατμομηχανή, τοποθετημένη γεωγραφικά στο μέσον μιας αρκετά ομοιογενούς αγοράς, έχει εμπορικό πλεόνασμα της τάξεως του 8%, ποσό σίγουρα μεγάλο, αλλά ένα δωδέκατο του συνολικού μεγέθους της οικονομίας της χώρας. Αυτοί οι συμπολίτες μας λοιπόν κατευθύνθηκαν στην εσωστρεφή δραστηριότητα απλώς επειδή εκεί υπήρχε το χρήμα, οι γρήγορες αποδόσεις, ενίοτε λαμβάνοντας και κεφάλαια του ΕΣΠΑ. Κοινώς σκέφτηκαν έξυπνα, τσακαλίστικα. Δεν ήταν υποχρέωση τους η δράση σύμφωνα με κάποια ολοκληρωμένη εθνικής στρατηγικής. Γνώριζαν καλά το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας , ειδικά στη συγκεκριμένη γεωγραφική ζώνη, διαπίστωναν πως το κράτος είναι ανύπαρκτο εκεί που είναι αναγκαίο, δηλαδή στην συνδρομή μικρών εξωστρεφών προσπαθειών, και επέλεγαν το αυτονόητο: τοποθετούνταν σχεδόν αποκλειστικά στην εγχώρια αγορά, η οποία ήταν πλημυρισμένη από δανεικό χρήμα, των τραπεζών και του Δημοσίου. Κι όταν , μετά το ’08, μας πήρε η κατρακύλα οι επιχειρηματίες αυτοί στοχοποιήθηκαν ανελέητα, καθώς θεωρήθηκε πως «λεφτά υπάρχουν» στις τσέπες τους, και πως είχε έρθει η ώρα να επιστρέψουν στην πατρίδα τα…μεγάλα οφέλη που αυτή τους είχε παράσχει. Φυσικά η πατρίδα, μέσα στην ανοησία της, φρόντισε να εξαϋλωθούν και οι τιμές των ακινήτων, στερώντας από όλους αυτούς τους μικροεπενδυτές και την κύρια αποθεματική τους βάση, ενώ ταυτόχρονα τους φορολόγησε αδυσώπητα. Όλο αυτό το κατακλυσμιαίο γεγονός συνεπήρε κάποιους φιλελεύθερους ιδεολόγους, πιστούς του ΙΟΒΕ, που θεώρησαν πως μέσα από την ύφεση θα ερχόταν και η πολυπόθητη δημιουργική καταστροφή, αυτή που θα γεννούσε το νέο, το ανταγωνιστικό. Το πρόβλημα όμως με την δημιουργική καταστροφή είναι πως δεν συμβαίνει ποτέ σε εργαστηριακές συνθήκες, άρα το αποτέλεσμα της δεν είναι προβλέψιμο, ειδικά μέσα σε ένα αρνητικό περιβάλλον όπως το δικό μας. Σκεφτείτε ας πούμε ένα πυκνό, γερασμένο, άρρωστο πευκοδάσος. Αν καεί, υπάρχει όντως η πιθανότητα να αναγεννηθεί πιο δυνατό, να ξαναβασιλέψει φρέσκο και υγιές. Υπάρχει όμως και η μεγάλη πιθανότητα να καταντήσει ένα ταλαίπωρο λιβάδι, στο μόνιμο έλεος κάποιου κοπαδιού από κατσίκια. Η εξόντωση των σημερινών μικρομεσαίων, μέσω της χρηματοδοτικής ασφυξίας, της κατακρήμνισης των τζίρων, της ακαμψίας του ΥΠΟΙΚ και των ταμείων, μέσω όλων των αρνητικών παραγόντων που έρχονται να προστεθούν στα διαχρονικά προβλήματα της οικονομίας μας, σίγουρα θα επιφέρει σημαντικές αντιαναπτυξιακές επιπτώσεις. Θα ρημάξει εξοπλισμός, θα χαθεί know how, θα συρρικνωθεί περαιτέρω το ΑΕΠ, θα απαξιωθεί εκτελεσμένο R&D, θα λιγοστέψουν όσοι τολμούν να αναλάβουν κινδύνους, θα αδυνατίσουν κι άλλο οι τράπεζες, θα κατρακυλήσουν πιο χαμηλά οι τιμές των ακινήτων. Κι εκτός από αυτές τις ορατές οικονομικές ζημιές, θα υπάρξει και μια κοινωνική. Όλα αυτά τα θύματα, τα πραγματικά αθώα, θα στραφούν νομοτελειακά στα άκρα του πολιτικού φάσματος, ζητώντας εκδίκηση και μόνο. Κι όποιοι έχουν παιδιά στα 18 θα τους δώσουν όσα χρήματα μπορούν κι ένα διαβατήριο και θα τα στείλουν αλλού, εκεί όπου η επιχειρηματικότητα, μικρή η μεγάλη, λαμβάνει τον σεβασμό που της αξίζει, υποσκάπτοντας έτσι άθελα τους το εθνικό μας μέλλον.
Το Ποτάμι, στην πρόσφατη ολοκληρωμένη εισήγηση του για τους επιχειρηματίες της γης, τους αγρότες, προτείνει σοφά την παροχή γενναίων κινήτρων, που θα οδηγήσουν σε ομαδοποιήσεις κλήρων, οικονομίες κλίμακας, ποιοτικότερα προϊόντα και τελικά ανταγωνιστικότερη γεωργία. Μια παραλλαγή αυτής της πρότασης θα μπορούσε να είναι η λύση και για την αναπόφευκτη μετάβαση της πολύ μικρής επιχειρηματικότητας σε νέες μορφές, πιο κατάλληλα προσαρμοσμένες στο διεθνοποιημένο σήμερα και αύριο. Αλλιώς, το προϊόν της τρέχουσας μετεξέλιξης δε θα είναι απλά άδικο, μα και φτωχό, όπως ένα ξερολίβαδο όπου βοσκούν κατσίκια…