Στην Κουμουνδούρου προετοιμάζονται για την επικείμενη επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στην Θεσσαλονίκη.
Η καρδιά τους λέει πως ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πλειοδοτήσει σε σχέση με τα όσα εξήγγειλε ο πρωθυπουργός.
Η λογική, τους λέει πως το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του 2014 τους στοιχειώνει, οπότε οποιαδήποτε παροχολογία από τον Τσίπρα θα ξυπνήσει αρνητικές μνήμες.
Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι πως εδώ και καιρό ότι και να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ τα ποσοστά των δημοσκοπήσεων είναι κολλημένα στα αντίστοιχα των ευρωεκλογών του 2019, πέριξ του 24%.
Ο Αλέξης Τσίπρας έχει περάσει στην κατηγορία των πολιτικών που ότι και να κάνουν, ότι και να πουν, ακόμα και το πιο σωστό, η πλειονότητα των πολιτών δεν τους ακούει. Και αυτό έχει συμβεί με αποκλειστικά δική του ευθύνη. Διότι άφησε τον χρόνο να κυλήσει από της 7 Ιουλίου του 2019 χωρίς να κάνει το παραμικρό.
Απλώς ταλαντευόταν πολλές φορές για τα όρια της αντιπολίτευσης που θα ασκήσει λόγω της πανδημίας. Και η αλήθεια είναι πως το πρώτο διάστημα είχε αρκετά υπεύθυνη και συνάμα θεσμική στάση. Τώρα που τα πράγματα είναι προς το ξέφωτο, το κόμμα του δείχνει το χειρότερό του πρόσωπα. Που; Στο πιο κρίσιμο ζήτημα, αυτό των εμβολιασμών. Αντί να εναρμονιστεί με την κυβέρνηση και τις διεθνείς πρακτικές στο θέμα της υποχρεωτικότητας , ακολουθεί διπλή γλώσσα και σπεκουλάρει με τους ανεμβολίαστους, πιστεύοντας ότι μπορεί να τους εκφράσει. Ότι πιο αμοραλιστικό, δηλαδή.
Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν είναι (μόνο) αυτό. Το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι αφενός δεν κατάφερε αυτά τα δυο χρόνια να αξιοποιήσει την κυβερνητική του εμπειρία και να συγκροτήσει έναν ρεαλιστικό προγραμματικό λόγο, αφετέρου να φρεσκάρει την εικόνα του.
Σε επίπεδο προγραμματικού λόγου τρώει από τα έτοιμα, αναμασώντας την παιδική ρητορική περί νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς. Σε επίπεδο εικόνας, δεν έχει αλλάξει σχεδόν τίποτα σε σχέση με τα αποτυχημένα πρόσωπα που κυβέρνησε.
Αν ήταν πείραμα το άθροισμα του λόγου και της εικόνας του ΣΥΡΙΖΑ θα έβγαζε πολιτική μούχλα. Ενδεχομένως, να μην φταίει ούτε ο κ. Τσίπρας ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ. Και το πρόβλημα να είναι εργοστασιακό, που σημαίνει ότι δεν φτιάχνει, δεν διορθώνεται, δεν αλλάζει. Απλώς αν δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις μπορεί να επιστρέψει στα μονοψήφια ποσοστά του.
Συνεπώς πολλαπλασιάζεται το πολιτικό κενό και ενισχύονται οι λόγοι ύπαρξης ενός πραγματικού κεντροαριστερού κόμματος, που μπορεί να προκύψει μόνο από την επικείμενη εκλογή ηγεσίας στο Κίνημα Αλλαγής…