Το πρόβλημα της χώρας σήμερα, δεν είναι το δημόσιο χρέος

Κώστας Χαϊνάς 03 Ιουν 2017

(Ούτε βέβαια αν θα φορέσει ή όχι γραβάτα ο κος Τσίπρας)

 

Παρακολουθούμε το τελευταίο διάστημα ένα θέατρο του παραλόγου, για το θέμα της βιώσιμης εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, με πρωταγωνιστή τον Πρωθυπουργό της χώρας και κορυφαία στελέχη της Κυβέρνησης.

Σύμφωνα με τα νούμερα που δεν σηκώνουν αμφισβήτηση, η χώρα δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους άμεσα, μετά τις ρυθμίσεις που έγιναν το 2012. Τουλάχιστον μέχρι την λήξη του τρέχοντος προγράμματος, δεν έχουμε κάποιο πιεστικό πρόβλημα, αφού ότι τοκοχρεολύσια προκύψουν το διάστημα αυτό, καλύπτονται από το 3ο μνημόνιο του 2015. Οι ρυθμίσεις αυτές του 2012 ήταν σημαντικές,  αφού μείωσαν τα επιτόκια, δηλαδή το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και επέκτειναν τις λήξεις των δόσεων, μέχρι το έτος 2059. Πιο συγκεκριμένα:

  1. Το μέσο σταθμικό επιτόκιο εξυπηρέτησης είναι πλέον στο 2%, από 4%-5% που ήταν, δηλαδή λιγότερο από αυτό που δανείζεται η Γερμανία (Διάγραμμα 3).
  2. Η μέση σταθμική διάρκεια της λήξης του χρέους αυξήθηκε στα 18,2 έτη από 7,1 έτη που ήταν το 2010 (Διάγραμμα 2).
  3. Το κόστος εξυπηρέτησης (τόκοι) μειώθηκε στο 3,8% του ΑΕΠ δηλαδή στα 6,7 δις. ετησίως, όταν η Ιταλία έχει 4,7%, η Πορτογαλία 4,9% και η Ιρλανδία 4,1%.

(Δεν αναφέρομαι στο PSI, γιατί ενώ προέκυψε ονομαστική μείωση του χρέους κατά 100 δις. ευρώ περίπου, οι πολιτικές δυσμενείς επιπτώσεις της εφαρμογής του ήταν περισσότερες από τα οφέλη που είχαμε ως χώρα. Περισσότερα εδώ).

 Με βάση λοιπόν αυτά τα δεδομένα η εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους (Πίνακας 1), είναι βιώσιμη και δεν καταλαβαίνω γιατί όλοι σχεδόν (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων), από το πρωί ως το βράδυ, μιλάνε για μη βιωσιμότητα του χρέους, εννοώντας βέβαια τη μη βιώσιμη εξυπηρέτηση. Ένα πρόβλημα έχουμε το έτος 2022, όπου έχουν συσσωρευτεί τόκοι, λόγω της λήξεως της δεκαετούς περιόδου χάριτος που δόθηκε το 2012. Μπορούμε όμως να τους εξυπηρετήσουμε, ακόμη και εάν δεν έχουμε νέα διευθέτηση του χρέους, εάν απλά επενδύσουμε μέχρι τότε το περισσευούμενο ετήσιο πλεόνασμα. 

Όμως και να υπάρχουν κάποια θέματα προς περαιτέρω διευθέτηση, δεν έχει νόημα η ανάδειξή τους σε πρώτη προτεραιότητα σήμερα. Σε κάθε περίπτωση η όποια επιπλέον διευθέτηση του χρέους, θα γίνει στο τέλος του προγράμματος, δηλαδή μετά το καλοκαίρι του 2018, όπως έχουν δεσμευθεί και οι εταίροι και δανειστές μας, στην συμφωνία του 2015 με το 3ο μνημόνιο.

Το πρόβλημα της χώρας είναι η υπέρβαση της ύφεσης, η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και των αγορών. Και τρίτον η εδραίωση της πεποίθησης στους πολίτες ότι περνάμε σε μια νέα φάση, ότι δεν θα υπάρξουν νέα φορολογικά μέτρα και ότι γυρίζουμε σελίδα. Δυστυχώς και στα τρία δεν έχουμε σημαντική πρόοδο. Η ανάπτυξη ακόμη δεν ήρθε παρά τις προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν. Η εμπιστοσύνη των αγορών προς το ελληνικό Κράτος, δεν έχει αποκατασταθεί ακόμη, αφού ούτε καν δοκιμαστικά δεν έχουμε βγει στις αγορές για δανεισμό. Και τρίτον οι πολίτες δεν φαίνεται να πιστεύουν ότι έχουμε γυρίσει σελίδα, εάν δούμε τις μετρήσεις της κοινής γνώμης.

Αυτά είναι τα κυρίαρχα προβλήματα σήμερα της ελληνικής οικονομίας και όχι κάποιες ρυθμίσεις για το χρέος. Και είναι ακατανόητη αυτή η επιμονή της Κυβέρνησης να θέτει ως κυρίαρχο θέμα των διαπραγματεύσεων και του κλεισίματος της αξιολόγησης, την διευθέτηση του χρέους. Εκτός εάν ξεχαστεί το θέμα (;) μέχρι το Euro group  του Ιουνίου. Εντάξει, κατανοούμε την αναγκαιότητα ενός εύπεπτου αφηγήματος, για να περάσουν χωρίς κλυδωνισμούς, τα πρόσφατα δύσκολα μέτρα που ψηφίστηκαν από τις κοινοβουλευτικές ομάδες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και δεν έχουμε τελειώσει ακόμη. Όμως η σκοπιμότητα αυτού του αφηγήματος, θυσίασε τις τρεις προϋποθέσεις που σημειώσαμε ότι λείπουν σήμερα από την ελληνική οικονομία. Γιατί ποιος επενδυτής θα έρθει σε μια χώρα, που δεν μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της, όπως υποστηρίζει η Κυβέρνηση της, η υψηλή φορολογία και οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές δημιουργούν ένα απαγορευτικό πλαίσιο στις νέες επενδύσεις και οι  πολίτες της χώρας αυτής πιστεύουν ότι δεν έχουμε τελειώσει ακόμη με τα μέτρα, με τις Τράπεζες, τις καταθέσεις, τις συντάξεις τους κ.λ.π. ;

Αφού λοιπόν υπάρχει αυτή η συμφωνία για την διευθέτηση του χρέους, γιατί (ξαναρωτάω γιατί) η Κυβέρνηση επιμένει στην διευθέτηση του χρέους ; Από τη μια έχεις μια κοινωνία η οποία δεν πιστεύει ότι έχουμε γυρίσει σελίδα, οι ξένοι επενδυτές να μας βλέπουν ακόμη από μακριά και από την άλλη μια Κυβέρνηση, ωσάν να μην θέλει να κυβερνήσει, αλλά σε δουλειά να βρισκόμαστε, διαλαλεί δεξιά και αριστερά ότι το χρέος της είναι μη εξυπηρετήσιμο, δεν είναι και η καλύτερη εικόνα.

Αυτή η κατάσταση είναι προβληματική και δεν μπορεί να πάει πολύ μακριά, όπως λέει και ο φίλος μου ο Γιώργος.