Τι μπορεί να συνδέει μια άσχετη και σχεδόν αδιάφορη διάταξη του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, μέσα σε ένα πρόσφατα ψηφισθέν νομοσχέδιο του Υπουργείου Εσωτερικών, με το χάος και την ταλαιπωρία των πολιτών από τις επαναλαμβανόμενες κινητοποιήσεις των συνδικαλιστών της ΣΤΑ.ΣΥ., τις τελευταίες δέκα ημέρες στην Αθήνα;
Πρόκειται για το άρθρο 31 του Ν.4456/2017, που πέρασε σχεδόν απαρατήρητο (και εν πολλοίς ασχολίαστο) κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στις επιτροπές και την Ολομέλεια της Βουλής. Και όμως, κατά την ψήφισή του παρατηρήθηκαν περίεργες συμπλεύσεις μεταξύ των πολιτικών κομμάτων. Συγκεκριμένα, υπέρ του άρθρου ψήφισαν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, οι ΑΝΕΛ, η Ένωση Κεντρώων και Το Ποτάμι, ενώ κατά του άρθρου τάχθηκαν η ΝΔ, η Χρυσή Αυγή και το ΚΚΕ.
Η διάταξη παραχωρεί την εμπορική εκμετάλλευση συγκεκριμένων χώρων (διαφημίσεις πάνω στους συρμούς, ενοικίαση αίθουσας πολλαπλών χρήσεων στο Σύνταγμα, ενοικίαση χώρων για καταστήματα, ΑΤΜ, κεραίες κινητής τηλεφωνίας κλπ) στον ΟΑΣΑ. Ο Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών Αττικής (ΟΑΣΑ) αποτελεί τον οργανισμό ομπρέλα όλων των επιμέρους εταιριών και η συγκεκριμένη ρύθμιση κρίθηκε ως αναγκαίο μέτρο εξορθολογισμού, προκειμένου να υπάρξει ενιαία πολιτική σε όλα τα μέσα μεταφοράς, να αξιοποιηθούν στο έπακρο οι δυνατότητες που παρέχονται από την ενοικίαση των χώρων της ΣΤΑ.ΣΥ. και να ενισχυθούν τα έσοδα από τη διαφημιστική δαπάνη.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως σήμερα τα έσοδα από εμπορική εκμετάλλευση, μόλις και μετά βίας αγγίζουν τα 10 εκατ. ευρώ ετησίως, ποσό το οποίο κρίνεται σημαντικά μικρότερο από τις δυνατότητες που παρέχουν οι αστικές συγκοινωνίες, οι οποίες διακινούν καθημερινά 1,5 εκατ. επιβάτες, ενώ η τιμολόγηση των χώρων παραμένει ίδια με εκείνη του 2002 (!).
Οι συνδικαλιστές της ΣΤΑ.ΣΥ., όμως, κινητοποιήθηκαν με το ψευδεπίγραφο και γενικόλογο σύνθημα «όχι στις ιδιωτικοποιήσεις», επιλέγοντας να ταλαιπωρήσουν 3 φορές μέσα σε μόλις δέκα ημέρες, το επιβατικό κοινό του Λεκανοπεδίου. Επέλεξαν επίσης να αγνοήσουν ότι η διεύρυνση των ελλειμμάτων μέσω των απανωτών απεργιών, θα οδηγήσει στην αυτοεκπληρούμενη προφητεία της ιδιωτικοποίησης των συγκοινωνιών, που τόσο φοβούνται. Επιπλέον, απέργησαν ενώ πληρώνονταν, καλυπτόμενοι πάντα πίσω από τον ιδιότυπο θεσμικό προστατευτισμό που απολαμβάνουν, αδιαφορώντας πλήρως για τις οικονομικές, κοινωνικές, οικολογικές κ.α. συνέπειες, που τέτοιες απερίσκεπτες κινήσεις έχουν στη ζωή της πόλης. Και όλα αυτά, παρότι εικάζεται πως τα όσα ίσχυαν μέχρι πρότινος, ως προς την ενοικίαση των χώρων ωφελούσαν τους ίδιους, αφού εν πολλοίς διαχειρίζονταν τα έσοδα.
Τι οδήγησε, ωστόσο, τη Νέα Δημοκρατία, στην καταψήφιση ενός άρθρου που φαινομενικά δεν είναι αντίθετο με τα όσα αυτή πρεσβεύει;
Είναι η Νέα Δημοκρατία αντίθετη στον εξορθολογισμό των ΔΕΚΟ ή στην εύρεση νέων τρόπων αύξησης των εσόδων τους;
Γιατί αν δεχθούμε πως ο ΣΥΡΙΖΑ, γαντζωμένος από την εξουσία ψηφίζει νόμους που δεν πιστεύει, πρέπει να δεχθούμε πως και η ΝΔ ψηφίζει ή καταψηφίζει νόμους στο Κοινοβούλιο, κατά το δοκούν, δείχνοντας ασυνέπεια ως προς το ιδεολογικό της στίγμα, μέσα σε μια λογική πρόσκαιρων τακτικισμών, που θεωρεί πως αργά ή γρήγορα θα την φέρουν στην εξουσία.
Και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα της χώρας.
Οι συχνές δηλαδή ιδεολογικές αντιφάσεις, μετατοπίσεις ή αντιμεταθέσεις ρόλων από τα δεξιά στα αριστερά και αντίστροφα, όλων των κομμάτων κι όχι μόνο των κατά περίπτωση κύριων διεκδικητών της εξουσίας, που αποκαλύπτονται κατά την ψήφιση παρόμοιων διατάξεων και νόμων.
Και αυτό ισχύει από τα πιο σημαντικά, μέχρι τα πιο ήσσονος σημασίας.
Σήμερα, μετά από τα τόσα χρόνια κρίσης θα έπρεπε να έχει γίνει κτήμα του πολιτικού κόσμου πως αυτοί οι τακτικισμοί, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά οι διαχρονικές δουλείες με ομάδες επιρροής «πελατών» και «παραγόντων», όχι μόνο δεν συνιστούν πολιτική, αλλά είναι και σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνοι για τη συνέχιση της οικονομικής και αξιακής κρίσης.
Η κοινωνία οδηγείται στον αντι-Κοινοβουλευτισμό, την άκρατη συνωμοσιολογία και τον λαϊκισμό στην χειρότερη περίπτωση ή στην παραίτηση στη καλύτερη, στρεφόμενη σε κάθε περίπτωση κατά της Δημοκρατίας, γιατί αντιλαμβάνεται αυτά, που αφελώς οι πολιτικοί θεωρούν πως περνούν απαρατήρητα.
Μόνο απαρατήρητα, όμως, δεν είναι τα ανειλικρινή παιχνίδια και όσο το πολιτικό σύστημα επιμένει σε αυτά, πολύ φοβάμαι πως οδηγείται στην αυτοκαταστροφή του, αλλά και στην συνεπακόλουθη καταστροφή της χώρας.
*Ο Σπύρος Δανέλλης είναι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Ποταμιού και βουλευτής Ηρακλείου.