Το συνέδριο του Ποταμιού θα γίνει από Παρασκευή μέχρι Κυριακή στο Λαύριο, ενώ αρχικά είχε επιλεγεί το δημοτικό κάμπινγκ της Αλεξανδρούπολης. Τελικά προκρίθηκε μια ιδέα πιο mainstream και αυτό καταγράφεται ως βηματάκι προς τη σωστή κατεύθυνση γιατί είναι άλλο ο εξευρωπαϊσμός/εκσυγχρονισμός και άλλο ο μοντερνισμός, άλλο η πολιτική καινοτομία και άλλο ο επικοινωνιακός νεωτερισμός.
Αλλά πέρα από τους συμβολισμούς και την ατμόσφαιρα, το συνέδριο του Ποταμιού έχει σημασία γιατί θα δείξει αν το νέο κόμμα θα συνεχίσει όπως ξεκίνησε ή αν θα εξελιχθεί, πόσο και πώς. Στην πρώτη περίπτωση θα αντιμετωπίσει τον κίνδυνο της γρήγορης φθοράς και των παρενεργειών της πόλωσης μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ που ασκεί ισχυρή πίεση στον ενδιάμεσο χώρο. Στη δεύτερη περίπτωση μπορεί να υπάρξουν άλλου είδους ρίσκα, ανάλογα με τη φύση και το βάθος των αλλαγών που θα γίνουν.
Γενικά, δρόμος εύκολος, γρήγορος, ασφαλής και ξεκούραστος δεν υπάρχει. Γιατί η δίψα για κάτι νέο και υγιές, όπως αποδείχτηκε στις ευρωεκλογές, είναι μικρότερη από όσο περίμεναν όσοι πιστεύουν πως η κοινωνική πλειοψηφία είναι καλύτερη από τους πολιτικούς εκπροσώπους της. Υπάρχει μεγάλη νοσηρότητα στην ελληνική πραγματικότητα, τόση ώστε να έχουμε τρίτο κόμμα τη Χρυσή Αυγή ακόμη και μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και όσα ακολούθησαν. Επομένως, μια πολιτική πρόταση που στηρίζεται στην υψηλή αισθητική, τη δύναμη της κοινής λογικής και την αθωότητα που χαρίζει η απόσταση από το κομματικό γίγνεσθαι, έχει συγκεκριμένα όρια. Το αν θα τα υπερβεί ή όχι θα κρίνει από λίγο ως πολύ την ίδια της την ύπαρξη.
Τα διλήμματα στα οποία καλείται να απαντήσει το Ποτάμι δεν είναι απλά:
-Θα επιμείνει στο σύνθημα “πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν” ή θα ανοιχτεί σε πρόσωπα με κομματικό παρελθόν εφόσον αυτό το παρελθόν δεν είναι αρνητικά φορτισμένο; Εάν επιλέξει το δεύτερο, ποια θα είναι τα κριτήρια που θα καθορίσουν τις συνεργασίες και ποιος ο κώδικας της συνεννόησης;
-Θα παραμείνει στη σφαίρα της ιδεολογικής ασάφειας (όχι εντελώς σοσιαλδημοκρατία, όχι μόνο φιλελευθερισμός, ούτε απλώς κέντρο, όλα μαζί και άλλα ακόμη) προσπαθώντας να προσελκύσει απογοητευτευμένος ψηφοφόρους από όλο το πολιτικό φάσμα μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ ή θα προσπαθήσει να αυτοπροσδιοριστεί πολιτικά και ιδεολογικά με βάση τους ευρωπαϊκούς κανόνες;
-Θα επιδιώξει το διάλογο με όλα τα κόμματα και τα πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στην περιοχή μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ ή όχι και με ποια επιχειρηματολογία θα στηρίξει την απόφασή του;
Υπάρχουν αντικρουόμενες αναγνώσεις για το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών που ήταν καλό για το Ποτάμι, αλλά κατώτερο των προσδοκιών του αρχηγού του και των εντυπώσεων που είχαν δημιουργηθεί από μετρήσεις. Αλλοι συνάγουν το συμπέρασμα ότι θα έπρεπε το Ποτάμι να εμφανιστεί αργότερα, μόλις έναν μήνα πριν την 25η Μαίου, για να αποτυπωθεί στις κάλπες η αρχική δυναμική, της θετικής έκπληξης, που του έδινε διψήφια ποσοστά. Αλλοι πιστεύουν ότι η εστίαση στην αντιπολιτική και τον αντικομματισμό μέχρι εκεί γινόταν να αποδώσει, επειδή τα πρόσωπα που την υποστήριξαν δεν μπορούσαν περισσότερο να πείσουν ότι εκφράζουν αποτελεσματικά μια πραγματική εναλλακτική. Συμπαθητικός κόσμος, ενδιαφέρουσες απόψεις, υφολογική πρωτοπορία, φρέσκος αέρας, κάτι πολύ ευχάριστο, αλλά και η μόνιμη απορία, τι υπάρχει κάτω από την επιφάνεια του νερού. Με άλλα λόγια, ήταν σαφές ότι το Ποτάμι έρχεται από τη σωστή μεριά, αλλά όχι και ότι ξέρει πώς να πάει εκεί που υπόσχεται.
Από όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι στιγμής, το Ποτάμι έχει ήδη δώσει μια πρώτη απάντηση στα διλήμματα:
-Δρομολογείται μια διεύρυνση με κάποια στελέχη άλλων κομμάτων που θα θέσουν υποψηφιότητα στις επόμενες εκλογές με τα ψηφοδέλτια του Ποταμιού και θα δώσουν τις τηλεοπτικές μάχες.
-Η ιδεολογική ασάφεια πιθανότατα θα συνεχιστεί, όχι απλώς γιατί στον Στ. Θεοδωράκη δεν αρέσει η έννοια της Κεντροαριστεράς, που είναι άλλωστε τόσο κακοποιημένη, αλλά επίσης επειδή δεν έχει αναιρεθεί εκείνο που είχε πει στην πρώτη συνέντευξη τύπου, ότι “κλέβει ιδέες” και από δεξιά και από αριστερά.
-Δεν τίθεται θέμα συμμετοχής σε διάλογο με την Ελιά-ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ και αν αναπτυχθεί άλλη πρωτοβουλία, στη βάση της πρότασης Λυκούδη για παράδειγμα, τότε βλέποντας και κάνοντας, αλλά είναι σαφές ότι το Ποτάμι δεν καίγεται να ενταχθεί σε ένα συμμαχικό σχήμα, προστατεύοντας την αυτονομία του.
Το αν αυτές οι επιλογές είναι σωστές ή λάθος θα φανεί στην πράξη και εξαρτάται από τις λεπτομέρειες και τις αποχρώσεις. Για παράδειγμα, έχει μεγάλη σημασία τι σηματοδοτούν τα πολιτικά πρόσωπα που θα συνεργαστούν με το Ποτάμι, τα κριτήρια που καθόρισαν την πολιτική αυτή συνάντηση και το επίπεδο του διαλόγου που προηγήθηκε. Αναζητήθηκαν οι καλύτεροι ή υπήρξε ανταπόκριση στους προθυμότερους και βολικότερους; Και το “καλύτεροι” κρίθηκε με επικοινωνιακούς ή με πολιτικούς όρους; Εγινε προσπάθεια να προσεγγιστούν πολιτικοί που έχουν αφήσει θετικό ίχνος στη δημόσια σφαίρα αλλά δεν έχουν σήμερα μιντιακή ζήτηση ή προτιμήθηκε η μόδα; Υπάρχει μια συμφωνία με πολιτικό βάθος ή ένα deal που λέει ότι ο ένας κερδίζει την ισχυρή πιθανότητα διατήρησης της έδρας του μετά τις επόμενες εκλογές και ο άλλος την τηλεοπτική εμπειρία του συνεργαζόμενου στη διάθεση του νέου κόμματος;
Επίσης, έχει μεγάλη σημασία αν οι θέσεις που παρουσιάστηκαν πριν από τις ευρωεκλογές έχουν δεχθεί πλέον σοβαρή επεξεργασία με αποτέλεσμα να συνιστούν ολοκληρωμένη ή πάντως συγκροτημένη πρόταση που δεν εξαντλείται σε κάποια ενδιαφέροντα περιγραφικά άρθρα. Γιατί αν συμβαίνει αυτό τότε αίρεται και η ιδεολογική θολούρα χωρίς μάλιστα να χρειαστούν ετικέτες. Και βέβαια η άρνηση συμμετοχής σε έναν διάλογο για τη “μεγάλη κεντροαριστερά” πρέπει να αιτιολογηθεί με έναν πειστικό τρόπο, για να μην προκύπτει ότι αποτελεί σύμπτωμα ιδιοκτησιακής αντίληψης της πολιτικής έκφρασης ενός κοινωνικού χώρου – ότι δεν πρόκειται δηλαδή για τα γνωστά μαγαζάκια, τους γνωστούς αρχηγισμούς και τις γνωστές πολιτικές ανασφάλειες.
Θα είχε δίκιο να πει κανείς ότι ο πήχυς μπαίνει πολύ ψηλά για το Ποτάμι, την ώρα που ο παλαιοκομματισμός επιβιώνει χωρίς κανενός είδους ποιότητα στην πολιτική του σκέψη και συμπεριφορά. Αλλά έτσι είναι. Το έδαφος έχει ναρκοθετηθεί ακριβώς για να αποτρέπονται νέες αφίξεις. Και ο λόγος για τον οποίο έχει μεγάλη σημασία να μην ξεφουσκώσει το Ποτάμι είναι ότι, αν αυτό συμβεί, θα καεί η ιδέα πως μπορεί να υπάρξουν κόμματα χωρίς τις παραδοσιακές δομές και τους παραδοσιακούς κανόνες λειτουργίας, ότι μπορεί να δημιουργηθεί ένα νέο πολιτικό προσωπικό που δεν θα προέρχεται από τον κομματικό σωλήνα και από την κάστα των επαγγελματιών της δημόσιας ζωής.
Ισως και τα τρία -ή όσα- διλήμματα καλείται να απαντήσει το Ποτάμι να συνοψίζονται σε ένα και πολύ δικό του, αφού με αυτή την ωραία ιδέα θέλησε να περιγράψει πριν από τις ευρωεκλογές το σχέδιο του για τη χώρα: Πώς θα αλλάξει, χωρίς να γκρεμιστεί.