Διευρύνεται η βεβαιότητα ότι με την υπερψήφιση στη Βουλή του οιονεί «τελικού» πολυνομοσχεδίου, «περνάει στην Ιστορία η εποχή των μνημονίων», συνεπαγωγικά εξαφανίζεται και το δίλημμα «Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο». Ατυχώς, δεν θα κατευθυνθεί αυτό το άτεγκτο ψευδοδίλημμα προς το γνωστό χρονοντούλαπο, αλλά η προαναφερθείσα βεβαιότητα. Το πολύ πολύ να σοβαρευτούμε και να αλλάξει το δίλημμα, να γίνει υπαρκτό και σοβαρό. Ας δούμε γιατί και πώς.
Δεν είναι που για να περάσει το πολυνομοσχέδιο (και μάλιστα υπό την πιεστική έννοια του κατεπείγοντος), χρειάστηκε να γίνει επίκληση στην «ιστορικότητα» των στιγμών, διότι τάχα τώρα αποδεσμευόμαστε από τα μνημόνια. Δεν είναι η πρεμούρα, που οδήγησε πάλι στο μασάζ των επίδοξων ηρώων βουλευτών, οι οποίοι κάνανε φιγούρα στους ψηφοφόρους, δείχνοντας πόσο κοντράρουν τους τσολακογλαίους και τους εντολείς τους. Δεν είναι δηλαδή οι τζάμπα μάγκες, που δίνουν τζάμπα μάχες για τα γαργάλατα. Δεν είναι, ακόμα, που (έστω και από την ανάποδη) δικαίως διαμαρτύρεται ο Ανεξυριζαυγιτισμός. Αφού, πράγματι, δεν πρόκειται να φύγουν τα μνημόνια, στον βαθμό που ο σκοπός που τα επέφερε, ουδόλως έχει εκπληρωθεί.
Είναι που η χώρα παραμένει κυριευμένη από το αδηφάγο Πελατειακό Ιδιωτικό Παρακράτος, του οποίου ο ισχυρός πυρήνας έχει μείνει ανέγγιχτος από όλη αυτή την τετραετή «μνημονιακή» περιπέτεια. Η δε μείζων περιφέρειά του δεν έχει πάθει και καμιά τεράστια ζημιά. Τα ελάχιστα ψιχία της άκρας περιφέρειας που έχουν πειραχτεί (ούτε καν οι επίορκοι τσιμπήθηκαν…), κάτι καθαρίστριες, σχολικοί φύλακες και δημοτικοί αστυνομικοί, δεν είναι παρά το ξεκάρφωμα. Αυτό το Παρακράτος εξακολουθεί να διατηρεί τις απαιτήσεις του, ενώ ο τροφοδότης του ιδιωτικός τομέας συνθλίβεται από τις επιλογές του λεγάμενου πυρήνα, ολοένα και περισσότερο. Ο τροφοδότης θυσιάζεται υπέρ του Παρακράτους, σε ένα σπιράλ που, εμφανώς, βραχυπρόθεσμα πλέον θα διαλύσει όλη την κοινωνία. Αυτή η δραματική αντινομία, που κάνουμε πως δεν είδαμε, εξηγεί με τον πιο νηφάλιο και ξεκάθαρο τρόπο το απόλυτο αδιέξοδο, προς το οποίο τρέχουμε με χίλια.
Μας εγκάλεσαν κάποιοι ότι τσιμπάμε το δόλωμα της φρούδας πρωθυπουργικής υπεραισιοδοξίας… Δεν παίξαμε ούτε παλιότερα ούτε και τώρα αυτό το παιγνίδι. Στο περσινό μεταπασχαλινό μας κείμενο «Χώρα διαλυόμενη, εικόνα μαγική» πρωτοαναφέρθηκε ο όρος success story, που πολύ αργότερα η αντιπολίτευση κατάλαβε ότι θα έχει ψωμί και τον ξεπάτωσε. Εκεί τονίζαμε ότι «σχεδόν όλη η Πολιτεία και σχεδόν όλη η κοινωνία συναποτελούν το Τέρας. Με τον εαυτό τους θα τα βάλουν;», εξηγώντας και τότε την απαισιοδοξία μας, που μετά από ένα χρόνο δεν έχει λόγους να υποχωρήσει. Όσο και αν κάποιες οικονομικές δυνάμεις της εσπερίας ξαναφουσκώνουν τις αξίες των ελληνικών αγορών, στηριζόμενες σε διεθνώς αποδεκτά αριθμητικά δεδομένα, όπως και πέρσι. Τα νούμερα είναι αληθινά, αφορούν, όμως, μέρος μόνο της οικονομικής μας πραγματικότητας.
Σίγουρα κάτι θα γνωρίζει ο συντάκτης του Μπλούμπεργκ που έγραψε τον πρόσφατο διθύραμβο, για μια Ελλάδα που αναπάντεχα βγαίνει τρέχοντας έξω από την κρίση. Κάτι, όμως, ξέρουμε κι εμείς που κάνουμε απλούς συνειρμούς επί τη βάσει των απλών βιωματικών μας δεδομένων, όσο και των επίσημων αριθμών. Η κυβέρνηση εκχύμωσε την κοινωνία και της έβγαλε το λάδι, προκειμένου να πετύχει το διαβόητο (πράγματι αναγκαίο) πρωτογενές πλεόνασμα. Αλλά, ο κοινός νους λέει ότι δεν είναι εφικτό να επιτύχουμε και στη νέα περίοδο (και εφεξής) παρόμοιο πλεόνασμα. Αφού ένα μεγάλο μέρος των φοροεσόδων δεν θα είναι δυνατόν να επαναληφθεί. Ενώ τη δαμόκλειο σπάθη κάποιων «ξεχασμένων» και λογιστικά εξαερωμένων, γνωστών, θεόρατων και επιβεβλημένων εξόδων (επιστροφές σε ιδιώτες, νέες συντάξεις κ.α.), όλοι, εντός και εκτός, κάνουμε πως δεν τη νοιώθουμε πάνω από την κεφαλή μας.
Συνεπώς, είναι δύσκολο να αποφύγουμε την προσφυγή σε νέο δανεισμό, πέρα από το χρήσιμο θεαματικό σώου της μικρής συμβολικής εξόδου μας στις αγορές. Ούτε και κάποια νέα μέτρα (προφανώς όχι φοροεισπρακτικά, αλλά διαρθρωτικά) θα αποφύγουμε. Θα τα επιβάλει η αυτονόητη αλυσίδα των πραγματικών δεδομένων. Μπορεί να ελαφρύνουν το Χρέος οι δανειστές από το φθινόπωρο, όπως υπαινίσσεται ο πρωθυπουργός. Αλλά για να εξυπηρετούνται και οι λιγότερες υποχρεώσεις που θα απομείνουν, πάντα θα πρέπει επιτακτικά να υπάρχει μια αναπτυσσόμενη οικονομία. Δηλαδή να έρχονται συνεχώς δυναμικές επενδύσεις. ΜΟΝΟ αυτές θα μπορούσαν να σώσουν την οικονομία μας. Τόσο, επειδή -φορολογούμενες- θα έφερναν πλούτο στο κράτος, για να αυτοσυντηρηθεί και να μειώνει σταδιακά το χρέος του. Όσο και γιατί θα έλυναν το καταθλιπτικό πρόβλημα της απασχόλησης, που βασανίζει την χώρα.
Πώς, όμως, να έρθει ο παράκλητος επενδυτής; Όχι αυτός που θα κάνει τώρα μια χρηματιστηριακή αρπαχτή, αιτιολογημένη από τα ίσως υποκριτικά κομπλιμέντα των οίκων αξιολόγησης. Αλλά ο άλλος, ο μακροπρόθεσμος, που θα κάνει μια παραγωγική επένδυση, επωφελή για τον ίδιο και για τη διψασμένη για θέσεις εργασίας κοινωνία μας. Δυστυχώς, δεν υπάρχει κορόιδο, που να αγνοεί τις δραματικές αδυναμίες μας. Ότι αυτή η χώρα δεν διαθέτει σταθερό φορολογικό και εργασιακό καθεστώς, ούτε και κράτος δικαίου, έτσι ώστε να επενδύσει ασφαλώς κάποια κεφάλαια, προσδοκώντας ανάλογο έντιμο κέρδος. Και φυσικά αυτά τα διαρθρωτικά προβλήματα δεν έχουν πάψει να υπάρχουν, αν και για τη λύση τους μάταια συνομολογήθηκαν με τους δανειστές μας τα μνημόνια, που θα έλυναν αυτό τον γόρδιο δεσμό. Δεν τον έλυσαν, γιατί εμείς δεν τα αφήσαμε, κοροϊδεύοντας εαυτούς και αλλήλους.
Δεν ματαιώσαμε τη δυναμική της ανεξέλεγκτης χρεωκοπίας και της συνεπαγόμενης ανθρωπιστικής κρίσης. Σίγουρα την αναστείλαμε υπό προϋποθέσεις, την αναβάλαμε. Και ο λόγος είναι ότι δεν αξιολογήσαμε, άρα ούτε και αντιμετωπίσαμε δομικά τις αιτίες που μας οδήγησαν εδώ, η σπουδαιότερη των οποίων είναι η ακατάσχετη βουλιμική ανάπτυξη του Πελατειακού Ιδιωτικού Παρακράτους.
Αυτή την ανάλυση δεν έχουν τολμήσει να την αντιμετωπίσουν οι παραδοσιακές, αλλά ούτε και οι νεόκοπες πολιτικές δυνάμεις. Όλες τους δούλες αυτού του Παρακράτους, όπως γεωγραφικά προσδιορίζονται από το εκτός θέματος δίπολο μνημόνιο – αντιμνημόνιο. Πρώτα οι «μνημονιακές» του παλιού δικομματισμού. Αρχικά το ΠΑΣΟΚ, δηλαδή, που το 2010 φιλότιμα ανέλαβε να κάνει τη μετάβαση προς τη λογική, ξεπερνώντας το άθλιο πελατειακό του παρελθόν. Αλλά, πλήρως απομονωμένο, δεν τα κατάφερε. Μετά και η Ν.Δ., που με επιδέξια μνημονιακή κωλοτούμπα, αφού ζημίωσε απίστευτα τον τόπο (τόσο φέρνοντας τη χρεωκοπία, όσο και παρεμποδίζοντας τον ΓΑΠ), προσπαθεί έκτοτε να συμβιβάσει το αδύνατο. Να διατηρήσει και την εθνική πίττα ακέραιη, κρατώντας και τον σκύλο πελάτη χορτάτο.
Κατά μείζονα λόγο και οι «αντιμνημονιακές» (χε,χε) δυνάμεις του εξωγήινου Ανεξυριζαυγιτισμού, σαφώς και αποφεύγουν να ακούσουν την ανάλυση του κοινού νου. Όσο και αν ο κ. Δραγασάκης και ο κ. Σταθάκης πετούν εντεταλμένες πιτσιλιές ρεαλισμού, μπας και πιάσει το ξεκάρφωμα, δια της μεθόδου τουρμπιγιόν. Αφού η ανάλυση αυτού του χώρου είναι ξεκάθαρη: για όλα φταίει η Μέρκελ και οι τοκογλύφοι, ενώ εμείς ως το 2009 τέλεια αρμενίζαμε.
Εθελοτυφλώντας, αγνοούν τα αυτονόητα. Ότι δεν υπήρχε καμία πιθανότητα χωρίς δανεισμό (άρα και όρους, δηλαδή μνημόνιο) να γλιτώσουμε την άτακτη χρεωκοπία, που θα έφερνε την πραγματική ανθρωπιστική κρίση (που ως τώρα ευτυχώς έχουμε γλιτώσει). Κυρίως, μάλιστα, όταν απαρεκκλίτως φώναζαν «καμία απόλυση στο Δημόσιο», θυσιάζοντας έτσι ενάμισυ εκατομμύριο απολυμένων ιδιωτικών υπαλλήλων! Μην θυμηθούμε παλιότερες και φρεσκότερες «αριστερές» δηλώσεις εδώ, περί χιλιάδων προσλήψεων, που θα έφερναν την ανάπτυξη… Ίσως έτσι να γινόταν αποδοτικό, το να πουλούσαμε εισιτήρια σε ξένους τουρίστες, προσερχόμενους να βγουν φωτογραφία με την ασώματο κεφαλή αυτού του εξωγαλαξιακού οικονομικού μοντέλου.
Πέρσι γράφαμε «Μην τον είδατε, παιδιά, τον Ηρακλή;» Αναφέραμε τότε, μεταξύ άλλων: «Ο κόσμος μας αλλάζει δραματικά γρήγορα. Η τεχνολογία τρέχει και τα αποτελέσματά της εξελίσσονται εκθετικά. Κάθε μέρα βρίσκεται μια θαυμαστή απλή λύση σε κάποιο προαιώνιο πρόβλημα, που καθιστά περιττό πλέον να δουλεύουν άνθρωποι, προκειμένου να το επιλύουν. Αυτό, όμως, καταστρέφει πολλές θέσεις εργασίας, τις οποίες το αρχικό πλάνο των σχεδιαστών της ζωής μας θεωρούσε ότι θα τις υποκαθιστούσαν άλλες νέες θέσεις εργασίας. Που, εν τω μεταξύ, θα δημιουργούσε ο πολυμήχανος ανθρώπινος νους… Τώρα, όμως, που τα πράγματα τρέχουν πιο γρήγορα, δεν προλαβαίνει αυτός ο νους να τα βγάλει πέρα. Θέσεις εργασίας χάνονται, ενώ η τάση οδηγεί σταδιακά στο να δημιουργούνται ολοένα και λιγότερες. Αυτό δεν σταματιέται με κραυγές και σπασίματα. Θέλει να κάτσουν οι κώλοι μας κάτω, για να βρεθούνε λύσεις. Η αντικειμενικά «αργότερη» κοινωνία των ανθρώπων οφείλει να βρει αυτές τις λύσεις. Ούτε γυρίζοντας πίσω, ούτε σταματώντας τη ζωή θα τις βρούμε. Μόνο κοιτάζοντας μπροστά, αναλογιζόμενοι το παρελθόν, σταθμίζοντας το παρόν και με βάση τις νέες τάσεις που εμφανίζονται, με καθαρό μυαλό, θα προβλέψουμε και θα σχεδιάσουμε το μέλλον».
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, εμφανίστηκε εσχάτως ο Σταύρος Θεοδωράκης με Το Ποτάμι του, μιλώντας την απροκατάληπτη γλώσσα της απλής σκέψης του λέγοντος, με κάποια δυσκολία στο να είναι απόλυτα συγκεκριμένος. Φυσικά, το να περιγράψεις όλα τα θλιβερά που ζούμε και να παρουσιάσεις συγκροτημένο σχέδιο διαφυγής από το αδιέξοδό τους, είναι το δυσκολότερο έως και ψιλοαδύνατο πρότζεκτ. Αλλά Το Ποτάμι είναι καταδικασμένο να πετύχει και να βρει τις λύσεις, τώρα που βγαίνει στην επιφάνεια η αντινομία του ανωτέρω εκτός θέματος διπόλου.
Ήδη άρχισε καλά. Μίλησε και για αυτή την αντινομία, αλλά και για την αδυναμία εξεύρεσης λύσεων από τις υπάρχουσες «δεξιές» και «αριστερές» δεξαμενές ιδεών. Προς την κατεύθυνση αυτής της λογικής χρειάζεται να διακινηθούν ιδέες. Ίσως αξίζει τον κόπο να σας υπενθυμίσουμε και ένα ακόμα σχετικό περσινό προβληματισμό, γύρω από την οριστική κατάρρευση των κλειστών ντετερμινιστικών θρησκευμάτων. Και την ενδεχόμενη ανάδυση νέων ανοιχτών ιδεολογημάτων (Βλ. «Είναι ο σοσιαλφιλελευθερισμός, ηλίθιε!» και «Είναι ο σοσιαλφιλελευθερισμός, ηλίθιε! (ΙΙ)» .
Αυτός ο προβληματισμός επιμένει ότι με στρατηγικές συμμαχίες, είτε στη βάση της πολιτικής μόνο ενότητας, αλλά ίσως ακόμα και στη βάση μιας σοσιαλφιλελεύθερης ιδεολογικής ενότητας, πολλά είναι εφικτά. Μπορεί να χτιστεί ένας ευρύς μεταρρυθμιστικός πολιτικός Αστερισμός του ευρύτερου χώρου της Κεντροαριστεράς, που να αλλάξει την ατζέντα, όπως έχει υπαινιχθεί ο Σταύρος Θεοδωράκης. Δεν έχουμε πια δίλημμα μεταξύ μνημόνων και αμνημόνων. Θα έχουμε το πραγματικό εμπροσθοβαρές Δίλημμα: θέλουμε Μνημόνιο των Δανειστών, ή Μνημόνιο Εθνικό; Θέλουμε ένα μνημόνιο χτισμένο από ξένους ιδεοληπτικούς και άσχετους με το πρόβλημα, όπως ως τώρα αποδείχτηκαν οι δανειστές;
Ή θέλουμε μνημόνιο σχεδιασμένο από εμάς, που γνωρίζουμε εις βάθος την πελατειακή μας δολιότητα, οπότε και ξέρουμε καλύτερα πώς να την υπερβούμε; Με το δεύτερο, φυσικά σε συνεργασία με τους δανειστές, η υπέρβαση θα είναι εφικτή. Φτάνει να υπάρξει μοχλός αλλαγής σαρωτικός, εφόσον αντέξει να παίξει το ρόλο του Το Ποτάμι, με τη δέουσα πολιτική βούληση.
Η βυθιότητα της ναρκωμένης από τον αντιπολιτικό λαϊκισμό κοινωνίας μας δεν εγγυάται ότι κάτι μαζικό θα συμβεί γρήγορα. Εκτός εάν Το Ποτάμι καταφέρει να κινηθεί ευρέως και συσπειρωτικά. Και να συνθέσει τις τρέχουσες αντιφάσεις με συγκεκριμένο και συγκροτημένο λόγο, όπως προείπαμε, απέναντι σε αυτό το Νέο Δίλημμα και στα υπάρχοντα και τα επερχόμενα μεγάλα πολιτικά διακυβεύματα. Δηλαδή, όλα όσα φέρνει η νέα εποχή της παγκοσμιοποιημένης πραγματικότητας, η οποία δεν είναι ιδεολογική επιλογή, αλλά αναπόδραστο αποτέλεσμα της τεχνολογίας του ανθρώπινου πολιτισμού. Κάτι που η κολλημένη «Αριστερά» το αποδίδει σε συνωμοσίες τύπου Ναόμι «Κάμπελλ» (Κλάιν) και όχι στην αποδεσμευμένη από αφελείς και κλούβιες νομοτέλειες εξέλιξη της κοινωνίας.