«Καλό το πεντικιούρ αλλά πιάσε και καμιά πέτρα». Το σύνθημα είναι γραμμένο σε πολλούς τοίχους και βέβαια συνοδεύεται από το γνωστό «άλφα σε κύκλο» για να δηλώσει το «αναρχικό» χιούμορ, που συνδέει την αισθητική «περιποίηση των άκρων» με την προτροπή στη βία. Σύμφωνα με μια έρευνα που είδε πρόσφατα το φως της δημοσιότητας, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας «μέτρησε και ομαδοποίησε όλα τα περιστατικά βίας», που σημειώθηκαν στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τα τελευταία χρόνια (2011-2017). Από τα 358 «περιστατικά ανομίας» σε 19 Ιδρύματα της χώρας, τα περισσότερα από αυτά αφορούν επιθέσεις σε καθηγητές και φοιτητές, παράνομες καταλήψεις και εισβολές σε δημόσιους χώρους, διακοπές της εκλογικής διαδικασίας πανεπιστημιακών οργάνων, διακίνηση ναρκωτικών, περιστατικά «μικρομεσαίας» ποινικής παραβατικότητας. Δεν έχει καμία σημασία αν αυτή η βία εμφανίζεται ως αριστερή, αριστερίστικη, αναρχική, αυτονομιστική, εξεγερσιακή κλπ. Στην ουσία της, είναι μια πρακτική βαθύτατα αντικοινωνική και αντιδραστική. Δεν πρόκειται απλώς για την έκφραση μιας θυμικής οργής ούτε για την τελετουργία μιας νεανικής αμφισβήτησης. Αν εξετάσει κανείς τα επιμέρους χαρακτηριστικά της, θα διαπιστώσει πως στον πυρήνα της βρίσκεται η εγωκεντρική εκδίκηση, που χάνει σταδιακά την «αίσθηση των άλλων». Πρόκειται για μια εξατομικευμένη διάρρηξη της κοινωνικότητας, στην οποία κυριαρχεί το ιδεολόγημα μιας εγωκεντρικής, ατομικιστικής παντοδυναμίας.
Στην πραγματικότητα, η βία που αναπτύσσεται στα πανεπιστημιακά Ιδρύματα δεν είναι πολύ διαφορετική από αυτή που απαντάται και στις άλλες «νεανικές» μητροπολιτικές συγκρούσεις. Διαλύοντας τον κώδικα της «κοινής ευπρέπειας»,[1] περιφρονώντας, δηλαδή, τους κανονιστικούς δεσμούς που απορρέουν από τη συνέχεια (ιστορική και ηθική) του κοινωνικού συνόλου, οι πρωταγωνιστές της βίας δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να δηλώσουν περίτρανα την πίστη τους στα ατομικά κίνητρα, στην επιθυμία για δύναμη, στην αντικοινωνική θέαση του κόσμου. Κι είναι αυτή ακριβώς η θέαση που οδηγεί στην πλήρη «ιδιωτικοποίηση των πολιτικών υποκειμένων» και σε ένα ιδιότυπο «α-κοινωνικό παρακράτος», στο όνομα πάντα της επαναστατικής πρωτοπορίας και της «αυθόρμητης εξέγερσης». Αν υπάρχει ωστόσο κάτι ιδιαίτερο στο χώρο των πανεπιστημίων είναι ότι η βία αναδεικνύει και τα κενά στην εκπαιδευτική αλλά και την πολιτική διαπαιδαγώγηση της νεολαίας. Τόσο το πανεπιστήμιο όσο και τα πολιτικά κόμματα πρέπει, δηλαδή, να στραφούν ξανά προς τους νέους όχι απλώς για να τους «αφουγκραστούν» και για να τους «κατανοήσουν», (όπως συνήθως λέγεται στην αφελή γλώσσα της νεο-λατρικής κολακείας) αλλά για να τους διαπαιδαγωγήσουν? με όλο το βάρος του συμβολικού κεφαλαίου που κουβαλάνε οι πολιτισμικές παραδόσεις, οι διανοητικές διαδρομές και η πολιτική ηθική της δημοκρατικής παιδείας.
Η πολυετής παρουσία της βίας στα πανεπιστήμια φανερώνει ωστόσο και κάτι ακόμη: η νεοελληνική κοινωνία και οι θεσμοί της έχουν επιδείξει μια αδιανόητη ανοχή απέναντι στα λογής-λογής «τάγματα εφόδου» που «σπάζουν και διασκεδάζουν». Εδώ και καιρό, ζούμε μέσα σε μια ιδιάζουσα καρικατούρα του «Μάη του ‘68», όπου η επιτρεπτικότητα της βίας έχει στερήσει από τους ακαδημαϊκούς πολίτες το δικαίωμα της ασφάλειας και της προστασίας από την αυθαιρεσία. Αυτό το «κενό ασφάλειας» έχει μεταμορφώσει πια τα πανεπιστήμια αλλά και πολλές γειτονιές της πόλης σε άβατα ανομίας και παραβατικότητας, οδηγώντας την εγκληματικότητα σε έξαρση και το κράτος δικαίου σε καταρράκωση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η πρωτοβουλία των φοιτητών[2] που «απαιτούν τα πανεπιστήμια που τους αξίζουν» καθώς και η συγκέντρωση χιλιάδων υπογραφών για την αντιμετώπιση του εκφοβισμού από τις βίαιες μειοψηφίες αλλά και τους εμπόρους ναρκωτικών είναι ένα πολύ θετικό βήμα? όχι μόνο επειδή θέτουν τις πανεπιστημιακές και τις πολιτικές αρχές προ των ευθυνών τους αλλά κυρίως επειδή δείχνουν ότι εκτός από τις πέτρες και τις μολότοφ υπάρχει και η διεκδίκηση της γνώσης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών. Είναι μια διαφορετική φωνή αναζήτησης «ασύλου», που αξίζει να ακουστεί.
[1] Jean Claude Michea, Η αυτοκρατορία του μικρότερου κακού. Δοκίμιο για τον φιλελεύθερο πολιτισμό, μτφρ. Άγγελος Ελεφάντης, επιμ. Αναστασία Μυλωνοπούλου, Πόλις, Αθήνα, 2009, ιδίως σ. 119-147.
[2] https://www.change.org/p/%CF%88%CE%AE%CF%86%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%B5%CF%80%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AE%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CF%87%CF%89%CF%81%CE%AF%CF%82-%CE%B2%CE%AF%CE%B1